ΙΟΒΕ: Στο υψηλότερο επίπεδο 15 ετών ο δείκτης οικονομικού κλίματος το 2023 - Οριακή υποχώρηση τον Δεκέμβριο
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, για το 2023 ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα κινήθηκε κατά μέσο όρο στις 108,0 μονάδες έναντι 105,5 μονάδες το 2022
Οριακή υποχώρηση σημειώθηκε στο οικονομικό κλίμα της Ελλάδας τον Δεκέμβριο. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, ο δείκτης οικονομικού κλίματος υποχωρεί εκ νέου, αλλά και πάλι οριακά τον Δεκέμβριο και διαμορφώνεται στις 106 μονάδες, από 106,4 μονάδες τον Νοέμβριο.
Στους επιμέρους επιχειρηματικούς δείκτες, συγκεκριμένα οικονομικού κλίματος, καταγράφεται υποχώρηση των προσδοκιών στη βιομηχανία, ενώ στους υπόλοιπους τομείς σημειώνεται μικρή βελτίωση, σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ. Παράλληλα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύεται ήπια.
Οι επιχειρήσεις, στους διάφορους κλάδους, κινούνται σε ένα πλαίσιο της ελληνικής οικονομίας που είναι σταθερότερη και ισχυρότερη από ό,τι πριν λίγα χρόνια, όμως το κόστος τους αυξάνεται και η ζήτηση αναμένεται πως θα πιεστεί λόγω και του συνεχιζόμενου πληθωρισμού.
H παρατεταμένη καλοκαιρία έχει μειώσει την επίπτωση του ενεργειακού κόστους όσον αφορά στη θέρμανση, ενώ η γενικότερη υποχώρηση των τιμών των ενεργειακών αγαθών έχει σε ένα βαθμό αμβλύνει τις πιέσεις σε μια σειρά κλάδων της οικονομίας. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη κινείται σε σχετικά υψηλότερα επίπεδα, καθώς οι δυσμενείς επιπτώσεις της «ακρίβειας» έχουν ήδη ενσωματωθεί σε μεγάλο βαθμό στον δείκτη, ενώ και η εορταστική περίοδος συνέβαλε σε ηπιότερες εκτιμήσεις.
Συνολικά πάντως για το 2023 ο δείκτης στην Ελλάδα κινήθηκε κατά μέσο όρο στις 108,0 μονάδες έναντι 105,5 μονάδες το 2022, επίδοση που είναι – σε ετήσια βάση – η υψηλότερη των τελευταίων 15 ετών. Αντίθετα οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ-27 και Ευρωζώνη σημείωσαν σημαντική επιδείνωση.
Αναλυτικότερα:
Στους επιμέρους επιχειρηματικούς δείκτες, συγκεκριμένα οικονομικού κλίματος, καταγράφεται υποχώρηση των προσδοκιών στη βιομηχανία, ενώ στους υπόλοιπους τομείς σημειώνεται μικρή βελτίωση, σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ. Παράλληλα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ενισχύεται ήπια.
Οι επιχειρήσεις, στους διάφορους κλάδους, κινούνται σε ένα πλαίσιο της ελληνικής οικονομίας που είναι σταθερότερη και ισχυρότερη από ό,τι πριν λίγα χρόνια, όμως το κόστος τους αυξάνεται και η ζήτηση αναμένεται πως θα πιεστεί λόγω και του συνεχιζόμενου πληθωρισμού.
H παρατεταμένη καλοκαιρία έχει μειώσει την επίπτωση του ενεργειακού κόστους όσον αφορά στη θέρμανση, ενώ η γενικότερη υποχώρηση των τιμών των ενεργειακών αγαθών έχει σε ένα βαθμό αμβλύνει τις πιέσεις σε μια σειρά κλάδων της οικονομίας. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη κινείται σε σχετικά υψηλότερα επίπεδα, καθώς οι δυσμενείς επιπτώσεις της «ακρίβειας» έχουν ήδη ενσωματωθεί σε μεγάλο βαθμό στον δείκτη, ενώ και η εορταστική περίοδος συνέβαλε σε ηπιότερες εκτιμήσεις.
Συνολικά πάντως για το 2023 ο δείκτης στην Ελλάδα κινήθηκε κατά μέσο όρο στις 108,0 μονάδες έναντι 105,5 μονάδες το 2022, επίδοση που είναι – σε ετήσια βάση – η υψηλότερη των τελευταίων 15 ετών. Αντίθετα οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ-27 και Ευρωζώνη σημείωσαν σημαντική επιδείνωση.
Το οικονομικό κλίμα ανά τομέα
Αναλυτικότερα:- στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση υποχώρησε, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα όμως κλιμακώθηκαν ενώ οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες εξασθένισαν ελαφρά.
- στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων περιορίστηκαν, ενώ παράλληλα οι θετικές προβλέψεις για την απασχόληση διατηρήθηκαν αμετάβλητες.
- στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται σημαντικά, με το ύψος των αποθεμάτων να διατηρείται αμετάβλητο, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των πωλήσεων εξασθενούν.
- στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων υποχώρησαν, εκείνες για τη ζήτηση κινήθηκαν ήπια ανοδικά, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης ενισχύθηκαν εντονότερα.
- στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας εξασθένισαν όπως και οι αντίστοιχες για τη δική τους οικονομική κατάσταση. Παράλληλα, βελτιώθηκαν οι προβλέψεις για μείζονες αγορές και ενισχύθηκε η πρόθεση για αποταμίευση.