Ακρίβεια: 450 ευρώ τον µήνα µόνο οι δαπάνες για... σουπερµάρκετ
1 στους 10 καταναλωτές δεν µπορεί να αγοράσει τα στοιχειώδη
Τι δηλώνουν τα νοικοκυριά, που προτιµούν όλο και περισσότερο προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, σύμφωνα με έρευνα του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών
Σχεδόν έναν επιπλέον µισθό (552 ευρώ) περισσότερο ξοδεύουν φέτος τα νοικοκυριά στα σουπερµάρκετ λόγω της ακρίβειας, σύµφωνα µε την ετήσια έρευνα που πραγµατοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών.
Από τα στοιχεία της έρευνας, που διενεργήθηκε τηλεφωνικά τον Ιανουάριο σε δείγµα 1.880 νοικοκυριών, προκύπτει ότι η µέση δαπάνη για τις απαραίτητες προµήθειες έχει αυξηθεί κατά 14,2%, στα 370 ευρώ τον µήνα (4.440 ευρώ ετησίως) από 324 ευρώ (3.088 ευρώ ετησίως) πέρυσι ή κατά 46 ευρώ τον µήνα.
Όµως συντριπτικά µεγαλύτερο είναι το ποσοστό των καταναλωτών που δαπανά περισσότερα χρήµατα, αφού το 75% των καταναλωτών δηλώνει ότι χρειάζεται ως 450 ευρώ τον µήνα για το σουπερµάρκετ.
Η συντριπτική πλειονότητα (90,3%) των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δυσκολεύεται οικονοµικά εξαιτίας των αυξηµένων τιµών, ειδικά στα τρόφιµα που εξακολουθούν να αυξάνονται µε ρυθµούς υπερδιπλάσιους του πληθωρισµού. Ως εκ τούτου, οι καταναλωτές στρέφονται όλο και πιο έντονα σε φθηνότερες και λιγότερες αγορές, ενώ οι µισοί δηλώνουν ότι περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα προϊόντα.
Σχεδόν ένας στους δέκα καταναλωτές δηλώνει ότι δεν µπορεί να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη.
Την ακρίβεια προσπαθούν να την καταπολεµήσουν γεµίζοντας το καλάθι τους µε όλο και περισσότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Το µερίδιο των private labels στο καλάθι αγορών έχει φτάσει να αντιστοιχεί φέτος στο 36% από 33% πέρυσι. Το ποσοστό των κωδικών που δεν αντιστοιχούν σε επώνυµα προϊόντα διαµορφώνεται πλέον στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και 19 χρόνια που το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο διενεργεί τη συγκεκριµένη έρευνα.
Αναφορικά µε την άποψη των καταναλωτών ποιος ευθύνεται περισσότερο για τις υπερβολικές ανατιµήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα, οι περισσότεροι καταναλωτές θεωρούν ότι για την ακρίβεια ευθύνονται οι πολυεθνικές εταιρείες (68%), ενώ πολύ πιο κάτω και στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι µεγάλες λιανεµπορικές αλυσίδες (24,2%).
Πολύ µικρό ποσοστό (6,9%) επέλεξε τους εγχώριους κατασκευαστές και ελάχιστοι (0,9%) τα µικρά καταστήµατα. Σχετικά µε τον αριθµό των σουπερµάρκετ που χρησιµοποιούν, το 58% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σουπερµάρκετ και το 42% µοιράζει τις αγορές σε περισσότερα. Το 93,2% των ερωτηθέντων χρησιµοποιεί µέχρι τρία διαφορετικά καταστήµατα για τις αγορές του. Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες σουπερµάρκετ έχει µέση τιµή έξι φορές τον µήνα, παραµένοντας σταθερή σε σχέση µε πέρυσι. Οι περισσότεροι καταναλωτές δηλώνουν ότι ψωνίζουν τέσσερις φορές µηνιαίως.
Όσον αφορά το «Καλάθι του νοικοκυριού», οι καταναλωτές εµφανίζονται µοιρασµένοι. Ποσοστό 53,5% πιστεύει ότι είναι ένα χρήσιµο µέτρο και το 52,8% ψωνίζει προϊόντα που βρίσκονται στο «Καλάθι του νοικοκυριού».
Με ρυθμό 3,1% ανέβαιναν οι τιμές τον Φεβρουάριο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία της Eurostat για τον πληθωρισμό. Η αρχική εκτίμηση έβλεπε ετήσια αύξηση 3,2%, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ υπολόγιζε τις πληθωριστικές πιέσεις στο 2,9%. Η χώρα μας εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στις πιο «ευαίσθητες» οικονομίες στην ακρίβεια.
Στην ΕΕ των «27» ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,8% από 3,1% τον Ιανουάριο και στην Ευρωζώνη στο 2,6% από 2,8%. Στα τρόφιμα ο ρυθμός αύξησης των τιμών έχει υποχωρήσει ελάχιστα (+6,7% τον Φεβρουάριο από +8,3% τον Ιανουάριο) και πλέον το «στοίχημα» για την τσέπη μας είναι αν θα έχουν κάποια θετική επίπτωση τα «μέτρα Σκρέκα» που τέθηκαν σε εφαρμογή την 1η Μαρτίου.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή στις 19/3/2024
Από τα στοιχεία της έρευνας, που διενεργήθηκε τηλεφωνικά τον Ιανουάριο σε δείγµα 1.880 νοικοκυριών, προκύπτει ότι η µέση δαπάνη για τις απαραίτητες προµήθειες έχει αυξηθεί κατά 14,2%, στα 370 ευρώ τον µήνα (4.440 ευρώ ετησίως) από 324 ευρώ (3.088 ευρώ ετησίως) πέρυσι ή κατά 46 ευρώ τον µήνα.
Όµως συντριπτικά µεγαλύτερο είναι το ποσοστό των καταναλωτών που δαπανά περισσότερα χρήµατα, αφού το 75% των καταναλωτών δηλώνει ότι χρειάζεται ως 450 ευρώ τον µήνα για το σουπερµάρκετ.
Ακρίβεια: Σχεδόν 1 στους 10 καταναλωτές δηλώνει ότι δεν µπορεί να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη
Η συντριπτική πλειονότητα (90,3%) των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δυσκολεύεται οικονοµικά εξαιτίας των αυξηµένων τιµών, ειδικά στα τρόφιµα που εξακολουθούν να αυξάνονται µε ρυθµούς υπερδιπλάσιους του πληθωρισµού. Ως εκ τούτου, οι καταναλωτές στρέφονται όλο και πιο έντονα σε φθηνότερες και λιγότερες αγορές, ενώ οι µισοί δηλώνουν ότι περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα προϊόντα. Σχεδόν ένας στους δέκα καταναλωτές δηλώνει ότι δεν µπορεί να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη.
Την ακρίβεια προσπαθούν να την καταπολεµήσουν γεµίζοντας το καλάθι τους µε όλο και περισσότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Το µερίδιο των private labels στο καλάθι αγορών έχει φτάσει να αντιστοιχεί φέτος στο 36% από 33% πέρυσι. Το ποσοστό των κωδικών που δεν αντιστοιχούν σε επώνυµα προϊόντα διαµορφώνεται πλέον στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και 19 χρόνια που το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο διενεργεί τη συγκεκριµένη έρευνα.
Επιμένουν ελληνικά οι καταναλωτές
Ανεξαρτήτως αν µιλάµε για επώνυµα ή ιδιωτικής ετικέτας προϊόντα, πολύ ψηλά στις προτιµήσεις των καταναλωτών είναι εκείνα που παράγονται στην Ελλάδα. Το 81% των ερωτηθέντων απάντησε στο πλαίσιο της έρευνας ότι όταν βρίσκει στο σουπερµάρκετ ελληνικά προϊόντα τα προτιµά από τα εισαγόµενα. Επιπροσθέτως, το 66% των ερωτηθέντων διαπιστώνει στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ελληνικής παραγωγής, το 89% δηλώνει ότι θέλει να αναγράφεται στη συσκευασία ότι ένα προϊόν είναι ελληνικής παραγωγής, το 65% πιστεύει ότι τα ελληνικά προϊόντα έχουν καλύτερη ασφάλεια και ποιότητα, το 93% πιστεύει ότι προτιµώντας ελληνικά προϊόντα στηρίζει την παραγωγή της χώρας και το 83% θεωρεί ότι προτιµώντας ελληνικά προϊόντα βοηθά στη µείωση της ανεργίας.
Το 68% θεωρεί ότι για την ακρίβεια ευθύνονται οι πολυεθνικές εταιρείες
Αναφορικά µε την άποψη των καταναλωτών ποιος ευθύνεται περισσότερο για τις υπερβολικές ανατιµήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα, οι περισσότεροι καταναλωτές θεωρούν ότι για την ακρίβεια ευθύνονται οι πολυεθνικές εταιρείες (68%), ενώ πολύ πιο κάτω και στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι µεγάλες λιανεµπορικές αλυσίδες (24,2%).Πολύ µικρό ποσοστό (6,9%) επέλεξε τους εγχώριους κατασκευαστές και ελάχιστοι (0,9%) τα µικρά καταστήµατα. Σχετικά µε τον αριθµό των σουπερµάρκετ που χρησιµοποιούν, το 58% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σουπερµάρκετ και το 42% µοιράζει τις αγορές σε περισσότερα. Το 93,2% των ερωτηθέντων χρησιµοποιεί µέχρι τρία διαφορετικά καταστήµατα για τις αγορές του. Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες σουπερµάρκετ έχει µέση τιµή έξι φορές τον µήνα, παραµένοντας σταθερή σε σχέση µε πέρυσι. Οι περισσότεροι καταναλωτές δηλώνουν ότι ψωνίζουν τέσσερις φορές µηνιαίως.
Και ψώνια από το «Καλάθι του Νοικοκυριού»
Όσον αφορά το «Καλάθι του νοικοκυριού», οι καταναλωτές εµφανίζονται µοιρασµένοι. Ποσοστό 53,5% πιστεύει ότι είναι ένα χρήσιµο µέτρο και το 52,8% ψωνίζει προϊόντα που βρίσκονται στο «Καλάθι του νοικοκυριού».
Πληθωρισμός 3,1% τον Φεβρουάριο
Με ρυθμό 3,1% ανέβαιναν οι τιμές τον Φεβρουάριο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία της Eurostat για τον πληθωρισμό. Η αρχική εκτίμηση έβλεπε ετήσια αύξηση 3,2%, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ υπολόγιζε τις πληθωριστικές πιέσεις στο 2,9%. Η χώρα μας εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στις πιο «ευαίσθητες» οικονομίες στην ακρίβεια. Στην ΕΕ των «27» ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,8% από 3,1% τον Ιανουάριο και στην Ευρωζώνη στο 2,6% από 2,8%. Στα τρόφιμα ο ρυθμός αύξησης των τιμών έχει υποχωρήσει ελάχιστα (+6,7% τον Φεβρουάριο από +8,3% τον Ιανουάριο) και πλέον το «στοίχημα» για την τσέπη μας είναι αν θα έχουν κάποια θετική επίπτωση τα «μέτρα Σκρέκα» που τέθηκαν σε εφαρμογή την 1η Μαρτίου.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή στις 19/3/2024