Ιουλία Τσέτη: Ανακοίνωσε την υποψηφιότητα για τη θέση της προέδρου του ΣΕΒ
Μπαίνει στο "τιμόνι" για την κούρσα
Τον Ιούνιο οι εκλογές των εκπροσώπων της Ελληνικής Βιομηχανίας
Την υποψηφιότητα της στις επικείμενες εκλογές για την προεδρία του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) ανακοίνωσε η διευθύνουσα σύμβουλος του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων ΤΣΕΤΗ (ΟΦΕΤ), Ιουλία Τσέτη, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στο ετήσιο διεθνές συνέδριο του ΠΣΕ «Η Αυξανόµενη Εξωστρέφεια της Ελληνικής Οικονοµίας».
Η κυρία Τσέτη στην ομιλία της αναφέρθηκε στις δυνατότητες του κλάδου προσθέτοντας ότι «χρειαζόμαστε συνεργασίες ώστε να καταστεί η Ελλάδα κόμβος καινοτομίας». Όπως είπε η φαρμακοβιομηχανία, αποτελεί βασικό επενδυτικό κλάδο της οικονομίας, που στηρίζει υποδειγματικά το ΑΕΠ, την απασχόληση κατά 65%- καθώς απασχολεί ήδη 29.000 εργαζομένους- τη δημόσια υγεία- καλύπτοντας σε ποσοστό 60% των αναγκών των ασθενών στην Ελλάδα- ενώ το φάρμακο, αποτελεί επίσης το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν, με εξαγωγές του κλάδου ύψους 2,6 δις ευρώ, που κατευθύνονται σε 147 χώρες παγκοσμίως.
«Οι εξαγωγές των επιχειρήσεων και το έντονο εξωστρεφές μοντέλο, μπορεί να αποτελέσει πραγματικό οχυρό για την οικονομία αλλά και τις ίδιες τις επιχειρήσεις, σε κάθε εποχή και όταν οι κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη» ανέφερε σε άλλο σημείο της τοποθέτησής της η Τσέτη.
«Είναι αναγκαίο», σημείωσε, «να ληφθούν μέτρα, όπως η προώθηση της καινοτομίας, της έρευνας και ανάπτυξης, η εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση για την αύξησης της εργατικής δύναμης, η ενίσχυση των υποδομών, η δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η εφαρμογή πολιτικών που προωθούν την αειφορία, τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων».
Σε άλλο σημείο της τοποθέτησής της η κυρία Τσέτη επεσήμανε: «αναφέρω συχνά τελευταία, ότι στην Ελλάδα διαθέτουμε βασική έρευνα και έχουμε λαμπρούς επιστήμονες. Ωστόσο, η έρευνα στη χώρα, χρειάζεται μία δυνατή ώθηση προς τα εμπρός, όπως αύξηση επενδύσεων, επείγουσα διασύνδεση της βιομηχανίας και των επιχειρήσεων με την ακαδημαϊκή κοινότητα, δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τους ερευνητές, προκειμένου να σταματήσει η επιστημονική μεταναστευτική αιμορραγία, ενίσχυση του ακαδημαϊκού και ερευνητικού δυναμικού μέσω επιδοτήσεων και προγραμμάτων κινητικότητας και δημιουργία επιστημονικών Κέντρων Αριστείας και καινοτομίας. Επίσης, η ενίσχυση της εκπαίδευσης και της παιδείας σε επίπεδο βασικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι σημαντική προκειμένου να δημιουργηθεί μία νέα γενιά ερευνητών και επιστημόνων και να αναδειχθούν τα ταλέντα, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη στην Ελλάδα. Τα νέα ταλέντα και οι ερευνητές, είναι αυτοί που θα δημιουργήσουν τις νεοφυείς, έξυπνες – start up- επιχειρήσεις οι οποίες θα ταξιδέψουν και στις παγκόσμιες γειτονιές του κόσμου. Και τέλος, Βιώσιμη ανάπτυξη».