Κατά 81% αυξήθηκαν σωρευτικά οι εξαγωγές την τριετία 2020-2022, ξεπερνώντας το φράγµα των 55 δισ. ευρώ το 2022, καταγράφοντας, µάλιστα ένα ιστορικό ρεκόρ. Το 2023, παρά το γεγονός ότι ήταν µία δύσκολη χρονιά αναφορικά µε την εξωστρεφή επιχειρηµατικότητα σε διεθνές επίπεδο λόγω του πολέµου Ισραήλ - «Χαµάς», αλλά και λόγω των επιθέσεων του ανταρτών Χούθι της Υεµένης σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα, οι ελληνικές εξαγωγές διατήρησαν τη δυναµική τους, καθώς κατέγραψαν τη δεύτερη καλύτερη επίδοση µετά το 2022, ξεπερνώντας τα 50 δισ. ευρώ (50,9 δισ. ευρώ). Συνολικά, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν από 19% του ΑΕΠ το 2009 σε 44,9% του ΑΕΠ το 2023, πλησιάζοντας τα αντίστοιχα µεγέθη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπου το σχετικό ποσοστό αυξήθηκε από 36,3% του ΑΕΠ το 2009 σε 52,7% του ΑΕΠ το 2023.

Ο πρόεδρος του Συνδέσµου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), Συµεών ∆ιαµαντίδης, µιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ανέφερε πως «oι Ελληνες εξαγωγείς έχουν αντιµετωπίσει προκλήσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε ορισµένες αγορές λόγω πολιτικών, οικονοµικών και ρυθµιστικών φραγµών. Χαρακτηριστικό παράδειγµα η ρωσική αγορά, η οποία έχει κλείσει εν µέρει για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα µετά τις κυρώσεις της Ε.Ε. το 2014 και τις επακόλουθες ρωσικές αντικυρώσεις.

Η οικονοµική αστάθεια σε ορισµένες χώρες της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής έχει διαταράξει τους εµπορικούς δρόµους και την πρόσβαση στην αγορά για τους Ελληνες εξαγωγείς. Οι προστατευτικές πολιτικές σε διάφορες χώρες, συµπεριλαµβανοµένων των υψηλών δασµών και των αυστηρών κανονισµών για τις εισαγωγές, θέτουν σηµαντικά εµπόδια. Παρά τις προκλήσεις, οι Ελληνες εξαγωγείς αναζητούν συνεχώς εναλλακτικές και νέες αγορές και προσαρµόζουν τις στρατηγικές τους, για να µετριάσουν τον αντίκτυπο αυτών των εµποδίων και να διατηρήσουν την παγκόσµια εµπορική τους παρουσία». «Υπό τις τρέχουσες παγκόσµιες συνθήκες, οι ελληνικές εξαγωγές προς τρίτες χώρες παραµένουν βιώσιµες και συνεχίζονται ενεργά. Παρά τις προκλήσεις, όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις, η κυµαινόµενη παγκόσµια ζήτηση και οι προστατευτικές εµπορικές πολιτικές, η Ελλάδα έχει διαφοροποιήσει µε επιτυχία τις εξαγωγικές της αγορές. Σηµαντικές ευκαιρίες βρίσκονται στην Ε.Ε., στις ΗΠΑ και στις αναδυόµενες αγορές της Ασίας και της Αφρικής. Οι Ελληνες εξαγωγείς επωφελούνται από προϊόντα υψηλής ποιότητας σε τοµείς όπως η γεωργία, τα τρόφιµα και τα ποτά, τα φαρµακευτικά προϊόντα και η ναυτιλία. Επιπλέον, οι διεθνείς εµπορικές συµφωνίες και συνεργασίες συµβάλλουν στη διευκόλυνση της πρόσβασης των Ελλήνων εξαγωγών σε νέες αγορές. Οι προσπάθειες για τη βελτίωση της ψηφιακής υποδοµής, τη βελτίωση της υλικοτεχνικής αποτελεσµατικότητας και η τήρηση των διεθνών προτύπων υποστηρίζουν περαιτέρω τους Ελληνες εξαγωγείς στην πλοήγηση σε περίπλοκες παγκόσµιες αγορές και στην αξιοποίηση νέων ευκαιριών».

Σύµφωνα µε τον κ. ∆ιαµαντίδη, «έχοντας να αντιµετωπίσουν πολλαπλές και ποικίλες προκλήσεις, όπως το κλείσιµο αγορών, το αυξηµένο κόστος µεταφοράς, αλλά και τις προστατευτικές πολιτικές ξένων χωρών, η φυσική αντίδραση των Ελλήνων εξαγωγέων ήταν να στραφούν προς τις ευρωπαϊκές αγορές, οι οποίες πάντα αποτελούσαν µια ασφαλή επιλογή. Από το 2018-2023 παρατηρήθηκε η µεγαλύτερη αύξηση των εξαγωγών προς την ιταλική αγορά, της οποίας η συνολική αξία των ελληνικών εισαγόµενων προϊόντων αυξήθηκε από 3,5 δισ. ευρώ, το 2018, στα 5,9 δισ. ευρώ, το 2023, αύξηση ύψους 2,4 δισ. ευρώ. Σηµαντική αύξηση της αξίας των εξαγωγών προϊόντων, από το 2018 στο 2023, υπήρξε και προς τη Βουλγαρία, από 1,5 δισ. ευρώ σε 3,5 δισ. ευρώ, την Κύπρο, από 1,9 δισ. ευρώ στα 3,3 δισ. ευρώ, και τη Γερµανία, από 2,1 δισ. ευρώ στα 3,4 δισ. ευρώ. Ωστόσο, πέρα από τις ευρωπαϊκές χώρες, η ζήτηση για τα ελληνικά προϊόντα αυξήθηκε και σε µια άλλη, ιδιαίτερη αγορά».

Κόστος και αξιοπιστία

«Ο λόγος για τη Λιβύη, όπου η αξία των ελληνικών εξαγωγών ανήλθε στο 1,6 δισ. ευρώ το 2023, από µόλις 500 εκατ. ευρώ το 2018, µια µεταβολή κατά 1,1 δισ. ευρώ ή 30%». «Η πανδηµία, που διέκοψε σηµαντικά τις παγκόσµιες αλυσίδες εφοδιασµού, οδηγώντας σε καθυστερήσεις και αυξηµένα έξοδα αποστολής, καθώς και οι γεωπολιτικές εντάσεις, όπως ο πόλεµος στην Ουκρανία, που επιβάρυνε τους δρόµους µεταφορών και αύξησε τις τιµές των καυσίµων, επηρεάζοντας το κόστος και την αξιοπιστία των logistics, προκάλεσαν δυσκολία στις µεταφορές των αγαθών παγκοσµίως.

Η επίδραση φάνηκε και στις ελληνικές εξαγωγές, όπου, παρά τις προκλήσεις, οι Ελληνες εξαγωγείς έχουν προσαρµοστεί, αναζητώντας εναλλακτικές οδούς, αλλά και αξιοποιώντας όλο και περισσότερο τις ψηφιακές πλατφόρµες εφοδιαστικής αλυσίδας, για να βελτιστοποιήσουν τον σχεδιασµό δροµολογίων και να βελτιώσουν τη διαφάνεια της εφοδιαστικής αλυσίδας, διασφαλίζοντας την έγκαιρη παράδοση των αγαθών. Αυτές οι προσπάθειες είναι ζωτικής σηµασίας για τη διατήρηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήµατος της Ελλάδας στις παγκόσµιες αγορές εν µέσω συνεχιζόµενων προκλήσεων στον τοµέα των µεταφορών», καταλήγει ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ.

*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά