Τέλος στην αγωνία 145.000 συνταξιούχων: Πολιτική λύση επιλέγει η κυβέρνηση, διαγράφοντας τις αναδρομικές επιστροφές μισθών και συντάξεων χηρείας
Αναλυτικά παραδείγματα και τα νέα δεδομένα
Η λύση θα δοθεί, προς το φθινόπωρο, με δύο διαδοχικές ρυθμίσεις
Πολιτική λύση αναμένεται να δοθεί με νομοθετική ρύθμιση σε δύο «καυτά» θέματα, τα οποία αναζητούν επιστροφές μέχρι 16.500 ευρώ σε 120.000 συντάξεις χηρείας και μέχρι 84.000 ευρώ από διαφορές σε μισθούς που έλαβαν 25.000 εργαζόμενοι στο Δημόσιο ταυτόχρονα με σύνταξη, ενώ έπρεπε με βάση τη νομολογία να μπουν στο πρώτο εισαγωγικό κλιμάκιο.
Η λύση θα δοθεί, προς το φθινόπωρο, με δύο διαδοχικές ρυθμίσεις, καθώς η κυβέρνηση θεωρεί ότι και στα δύο θέματα δεν εφαρμόστηκαν τα οριζόμενα και ότι οι καθυστερήσεις, που έχουν δημιουργήσει απαιτήσεις χιλιάδων ευρώ από πολίτες, οφείλονται αποκλειστικά στη διοίκηση.
Πώς προέκυψαν
Συγκεκριμένα, το πρόβλημα ανέκυψε για χιλιάδες συνταξιούχους (πρώην εργαζομένους με καθεστώς ΙΔΑΧ, δηλαδή Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου), που, ενώ συνταξιοδοτήθηκαν από το 2016, η διάταξη του συγκεκριμένου Νόμου Κατρούγκαλου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «μπήκε κάτω από το χαλάκι» και ουδέποτε εφαρμόστηκε. Αποτέλεσμα, χιλιάδες εργαζόμενοι που συνταξιοδοτήθηκαν πριν από το 67ο έτος της ηλικίας τους να παραμείνουν στις υπηρεσίες ως εργαζόμενοι, με τη γνωστή περικοπή της σύνταξης κατά 30%.
16.500 ευρώ συνολικά σε 120.000 συντάξειςχηρείας έπρεπε να επιστραφούν στο Δημόσιο
Ομως έπειτα από εγκύκλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον είχαν συνταξιοδοτηθεί και παρέμεναν στην υπηρεσία, θα έπρεπε να μπουν στον εισαγωγικό μισθό, χωρίς τις ωριμάνσεις των ετών που είχαν στην υπηρεσία. Το γεγονός αυτό έχει δημιουργήσει σε χιλιάδες εργαζομένους σε ΔΕΚΟ και στους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού μεγάλο ρήγμα, καθώς πρέπει να συνυπολογιστεί ο μισθός που λάμβαναν παράλληλα με τη σύνταξη και να αφαιρεθεί από το εισαγωγικό κλιμάκιο, ώστε να επιστρέψουν τη διαφορά. Πρόκειται για 600-1.400 ευρώ (καθαρά) επιστροφής για κάθε μήνα εργασίας ως συνταξιούχοι. Ητοι 36.000-84.000 ευρώ, εφόσον διήνυσαν πενταετή απασχόληση ως συνταξιούχοι.
Για παράδειγμα, αν κάποιος εργαζόμενος συνταξιοδοτήθηκε με 27-29 χρόνια υπηρεσίας και βασικό μισθό στο 10ο μισθολογικό κλιμάκιο, 1.468 ευρώ, της Δ.Ε. κατηγορίας και συνεχίζει να εργάζεται στον ίδιο φορέα, εφόσον αποχωρήσει, θα πρέπει να επιστρέψει τις διαφορές από τα 928 ευρώ, που είναι το εισαγωγικό κλιμάκιο, για όσα χρόνια λαμβάνει σύνταξη. Τουτέστιν, αν έχει συνταξιοδοτηθεί την τελευταία πενταετία, θα πρέπει να επιστρέψει 540 ευρώ για κάθε μήνα. Δηλαδή 540x60=32.400 ευρώ. Για το προσωπικό (ΙΔΑΧ και μόνιμοι με ασφάλιση πρ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) δεν απαιτείτο η προηγούμενη λύση της υπαλληλικής σχέσης και μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4554/2018.
84.000 ευρώ που έλαβαν εργαζόμενοι στο Δημόσιο από διαφορές μαζί με σύνταξη έπρεπε να επιστραφούν
Η πολιτική λύση διαφάνηκε στη Βουλή έπειτα από δύο διαδοχικές επερωτήσεις βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος, από τον υφυπουργό Οικονομικών, Θάνο Πετραλιά, ο οποίος, αφού παραθέτει τις διατάξεις του Νόμου 4354/2016 σχετικά με το μισθολογικό καθεστώς του Δημοσίου, αναφέρει για το επίμαχο θέμα των συνταξιούχων πως, «λαμβάνοντας υπόψη ότι ο νόμος δεν έχει τύχει ομοιόμορφης ερμηνείας και εφαρμογής από τους φορείς, εξετάζεται η εξεύρεση κατάλληλης λύσης για την αντιμετώπιση του προβλήματος».
Τι θα αλλάξει στις συντάξεις
Ανεφάρμοστη εν μέρει έμεινε και η περικοπή των συντάξεων χηρείας από το 2016, με εφαρμογή μόνο στους συνταξιούχους του Δημοσίου και του ΟΓΑ, αλλά έμεινε εκτός η μεγάλη πλειονότητα των συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα, όπου ανακύπτει μεγάλο ζήτημα με αναδρομικές περικοπές.
Οι περικοπές απορρέουν από τον Νόμο 4611/19 (Νόμος Αχτσιόγλου), ο οποίος προβλέπει ότι ο επιζών σύζυγος δικαιούται πλήρη –δηλαδή το 70% της αρχικής– σύνταξη αιτία θανάτου για μία τριετία. Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει άλλη σύνταξη (εξ ιδίου δικαιώματος), η σύνταξη λόγω θανάτου μειώνεται κατά 50% (δηλαδή λαμβάνει το 35% της σύνταξης του θανόντος). Το ποσό αυτής δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων συντάξεων θανάτου, ήτοι 360 ευρώ τον μήνα. Ο νόμος καθυστέρησε να εφαρμοστεί λόγω της έλλειψης λογισμικού, με αποτέλεσμα να έχουν συσσωρευτεί σημαντικά ποσά που πρέπει να επιστραφούν.
Ειδικά για τους δικαιούχους συντάξεων χηρείας, προβλέπεται ότι η καθεμία από τις μηνιαίες δόσεις (που παρακρατούνται από τον e-ΕΦΚΑ έως την πλήρη εξόφληση των αχρεωστήτως καταβληθέντων) δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/10 του ακαθάριστου ποσού της κύριας σύνταξης μέχρι το ποσό των 1.000 ευρώ και το 1/6 του ποσού κατά το μέρος που υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ. Για παράδειγμα, αν η σύνταξη χηρείας είναι 700 ευρώ, θα παρακρατούνται κάθε μήνα 70 ευρώ έως ότου εξοφληθεί το ποσό.
Οσον αφορά στην επικουρική σύνταξη αιτία θανάτου, η περικοπή ισχύει ανεξαρτήτως ηλικίας, αλλά δεν αφορά το τμήμα της σύνταξης που ενδεχομένως λαμβάνουν τα ανήλικα τέκνα (έως 24 ετών) ή τα ανίκανα προς εργασία τέκνα (μέχρι του γάμου αυτών). Αναφορικά με την επικουρική σύνταξη αιτία θανάτου, μπορεί να παρακρατηθεί το 1/2 του ακαθάριστου ποσού της (σε αντίθεση με τον γενικό κανόνα, που προβλέπει παρακράτηση μέχρι και του συνόλου της επικουρικής). Σε περίπτωση που η/ο χήρα/ος σταματήσει την εργασία της/του, η σύνταξη θα επανέλθει στο 70%. Μετά την εγκύκλιο του 2021, που δεν προχώρησε, το υπουργείο Εργασίας εξετάζει δύο λύσεις:
- Ο δικαιούχος να επιλέγει τη σύνταξη που θα περικοπεί κατά 50% μετά την πάροδο της τριετίας. Ετσι, θα μπορεί να επιλέξει τη μείωση της μικρότερης σύνταξης.
- Η περικοπή να αφορά μόνο την εθνική σύνταξη (426,17 ευρώ) και όχι την αναλογική σύνταξη. Η περικοπή εκτιμάται ότι αφορά πάνω από 130.000 δικαιούχους συντάξεων χηρείας μετά το 2016, στους οποίους δεν έχει εφαρμοστεί η διάταξη.