Γιατί αυξάνονται εκ νέου οι τιµές του ρεύµατος - Τα πράσινα τιµολόγια ενέργειας γίνονται λιγότερο ελκυστικά
Ανησυχία στους καταναλωτές
Eξαίρεση η ∆ΕΗ, που συγκρατεί τις αυξήσεις µε γενναιόδωρη πολιτική εκπτώσεων
Άρχισαν τα «ηλεκτροσόκ» στους καταναλωτές από τις αυξοµειώσεις των χρεώσεων ηλεκτρικής ενέργειας. Η µεγάλη αύξηση που σηµειώνεται στην τιµή της χονδρικής τις τελευταίες εβδοµάδες προκαλεί ανησυχία στους καταναλωτές, ειδικά σε όσους έχουν ενταχθεί στα αποκαλούµενα «πράσινα» τιµολόγια ηλεκτρικής ενέργειας.
*Διαβάστε εδώ: Νυχτερινό τιμολόγιο: Οι αλλαγές που έρχονται και το όφελος για τους καταναλωτές
Οι αυξήσεις που καταγράφονται στα συγκεκριµένα τιµολόγια φτάνουν και το 65% µόνο για τον Ιούνιο και ενδεχοµένως να έχουµε και άλλη αύξηση µέσα στον Ιούλιο, από 15% έως 20%. Οι ανακοινώσεις από τους παρόχους θα γίνουν µεθαύριο, ∆ευτέρα 1η Ιουλίου.
Τα πράσινα τιµολόγια γίνονται λιγότερο ελκυστικά από τα µπλε και τα κίτρινα, καθώς οι πάροχοι αυξάνουν τις τιµές τους, προκειµένου να καλύψουν εκ των προτέρων τυχόν µεγάλες αυξήσεις στις τιµές χονδρικής.
Ωστόσο, όπως παραδέχθηκε ο αρµόδιος υπουργός, Θοδωρής Σκυλακάκης, παρά τις αυξήσεις, δεν καταγράφεται µέχρι στιγµής µεγάλη κινητικότητα µεταξύ των προαναφερόµενων τιµολογίων.
Προς την κατεύθυνση αυτή συµβάλλουν αφενός η αδράνεια των καταναλωτών, αφετέρου το γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν δει στους λογαριασµούς τους τις νέες αυξήσεις. Πιθανώς µέσα στον Ιούλιο ένα µεγάλο µέρος των καταναλωτών να συνειδητοποιήσει τις αυξήσεις που έγιναν τον Ιούνιο.
Οι αυξήσεις αυτές αποδίδονται αποκλειστικά στην αύξηση του κόστους παραγωγής ενέργειας, έως και 70% µέσα σε δύο µήνες, η οποία έχει πολλούς παράγοντες που την προκαλούν:
• H αύξηση της εγχώριας ζήτησης λόγω καύσωνα.
• Ο καύσωνας και η αφρικανική σκόνη µειώνουν την αποδοτικότητα των φθηνών ΑΠΕ. Τη µειωµένη αυτή δυναµικότητα καλύπτουν οι περισσότερο ακριβές θερµικές µονάδες λιγνίτη και φυσικού αερίου.
• Η τιµή του φυσικού αερίου έχει αυξηθεί σηµαντικά τον τελευταίο χρόνο (+45%), αφού από περίπου 24 ευρώ η MWh έχει ανέλθει σε 35 ευρώ.
• Η ζήτηση που σηµειώνεται από όµορες χώρες λόγω blackout των δικτύων τους, εξαιτίας της παλαιότητας και των υψηλών θερµοκρασιών, αυξάνει τις εξαγωγές ηλεκτρικού ρεύµατος από την Ελλάδα. Πάντως, πρέπει να σηµειωθεί ότι τον προηγούµενο µήνα, µετά το άλµα 35% στη χονδρική αγορά, σχεδόν όλοι ανεξαιρέτως οι πάροχοι προχώρησαν σε αυξήσεις που έφτασαν ακόµα και το 65%, µε τη ∆ΕΗ να συγκρατεί τις ανατιµήσεις µόλις στο 11%, χορηγώντας τη µεγαλύτερη έκπτωση κατά 38% προκειµένου να διατηρήσει την τιµή της κιλοβατώρας στα 0,11898 ευρώ, όταν οι ακριβότερες κυµαίνονταν στα 14,8-19,2 λεπτά.
Πλέον η χονδρική τιµή της ενέργειας έχει ανέλθει τον µήνα Ιούνιο στα 100 ευρώ η MWh (0,10 ευρώ η KWh), από 81 ευρώ που ήταν ο µέσος όρος τον Μάιο και 58,26 ευρώ τον Απρίλιο. Τις τελευταίες ηµέρες η τιµή χονδρικής κινείται πέριξ των 130 ευρώ, ενώ την περασµένη Τετάρτη καθορίστηκε στα 125,22 ευρώ. Η Ελλάδα έχει από τις πιο υψηλές τιµές χονδρικής στην ενέργεια εντός της Ε.Ε., καθώς λόγω γεωγραφικής θέσης στερείται των κατάλληλων διευρωπαϊκών ενεργειακών δικτύων που θα έκαναν φθηνές τις εισαγωγές ρεύµατος. Παρά τις υψηλές τιµές χονδρικής όµως -από τις οποίες κερδίζουν σηµαντικά ποσά οι εγχώριοι ηλεκτροπαραγωγοί-, οι τιµές λιανικής κατατάσσουν την Ελλάδα σε ικανοποιητική θέση εντός της Ε.Ε. Σε ονοµαστικό επίπεδο χρεώσεων, οι λιανικές τιµές ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας την κατατάσσουν στη 13η θέση µεταξύ των 27 χωρών της Ε.Ε.
Μάλιστα, η µέση τιµή που καταβάλλει ο Ελληνας είναι κατά µέσο όρο χαµηλότερη του µέσου όρου της Ε.Ε. και της ευρωζώνης. Σύµφωνα µε την Κοµισιόν, η µέση χρέωση που κατέβαλε ένα µέσο ελληνικό νοικοκυριό µε 6µηνιαία κατανάλωση ρεύµατος µεταξύ 2.500 και 5.000 Kwh (περίπου 14 έως 28 KWh ανά ηµέρα) ανήλθε στο β’ εξάµηνο του 2023 σε 0,2309 ευρώ ανά KWh (23,09 ευρώ ανά MWh).
H επίδοση αυτή κατατάσσει τη χώρα στη 13η θέση, µε τον µέσο όρο στην Ε.Ε. των «27» και στην ευρωζώνη να ανέρχεται σε 0,2832 ευρώ/ KWh και 0,3002 ευρώ/KWh, αντίστοιχα. Η Ελλάδα στις χρεώσεις λιανικής είναι φθηνότερη από τον µέσο όρο της Ενωµένης Ευρώπης και της ευρωζώνης περίπου 30%. Αντίστοιχη εικόνα υπάρχει και στις χρεώσεις της ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς τους φόρους, επιβαρύνσεις κ.λπ. Η Ελλάδα, ωστόσο, και εδώ είναι πιο φθηνή από τον µέσο όρο της Ε.Ε. των «27» (-14%) αλλά και της ευρωζώνης (-27%).
Επίσης, η Ελλάδα είναι οριακά πιο φθηνή στις λιανικές χρεώσεις της από την Πορτογαλία (-2% µε τους φόρους και -6% χωρίς τους φόρους), µια χώρα που έχει αντίστοιχα χαρακτηριστικά µε την Ελλάδα. Αξίζει επίσης να σηµειωθεί ότι στο παρελθόν η χώρα, σε ονοµαστικές τιµές λιανικής, ήταν ακόµα πιο φθηνή, µε το κόστος που κατέβαλλε ένα εγχώριο νοικοκυριό να βρίσκεται έως και στο 50% του µέσου όρου της Ευρώπης. Τότε, ωστόσο, καίγαµε τον φθηνό λιγνίτη και όχι το ακριβό φυσικό αέριο. Επιπλέον, επισηµαίνουµε ότι, αν στην εξίσωση των τιµών διάθεσης της ηλεκτρικής ενέργειας εισέλθει και η αγοραστική δύναµη του µέσου Ευρωπαίου ή του µέσου Πορτογάλου, τότε οι συσχετισµοί αναµφίβολα για το κόστος της ενέργειας που πληρώνει ο Ελληνας γίνονται µεγαλύτεροι και πιθανώς πλησιάζουν τον µέσο όρο της Ε.Ε. των «27».
Πάντως, µε το νέο σύστηµα τιµολόγησης τα περιθώρια παρεµβάσεων είναι περιορισµένα. Οι λογαριασµοί για τα 2/3 των καταναλωτών διατηρούνται έως σήµερα σε σχετικά ανεκτά επίπεδα, χάρη στη γενναιόδωρη πολιτική εκπτώσεων της ∆ΕΗ (38% για τον µήνα Ιούνιο), που όµως δεν έχει απεριόριστες δυνατότητες.
*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο Money Pro της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 29/06/2024
*Διαβάστε εδώ: Νυχτερινό τιμολόγιο: Οι αλλαγές που έρχονται και το όφελος για τους καταναλωτές
Οι αυξήσεις που καταγράφονται στα συγκεκριµένα τιµολόγια φτάνουν και το 65% µόνο για τον Ιούνιο και ενδεχοµένως να έχουµε και άλλη αύξηση µέσα στον Ιούλιο, από 15% έως 20%. Οι ανακοινώσεις από τους παρόχους θα γίνουν µεθαύριο, ∆ευτέρα 1η Ιουλίου.
Τα πράσινα τιµολόγια γίνονται λιγότερο ελκυστικά από τα µπλε και τα κίτρινα, καθώς οι πάροχοι αυξάνουν τις τιµές τους, προκειµένου να καλύψουν εκ των προτέρων τυχόν µεγάλες αυξήσεις στις τιµές χονδρικής.
Ωστόσο, όπως παραδέχθηκε ο αρµόδιος υπουργός, Θοδωρής Σκυλακάκης, παρά τις αυξήσεις, δεν καταγράφεται µέχρι στιγµής µεγάλη κινητικότητα µεταξύ των προαναφερόµενων τιµολογίων.
Προς την κατεύθυνση αυτή συµβάλλουν αφενός η αδράνεια των καταναλωτών, αφετέρου το γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν δει στους λογαριασµούς τους τις νέες αυξήσεις. Πιθανώς µέσα στον Ιούλιο ένα µεγάλο µέρος των καταναλωτών να συνειδητοποιήσει τις αυξήσεις που έγιναν τον Ιούνιο.
Οι αυξήσεις αυτές αποδίδονται αποκλειστικά στην αύξηση του κόστους παραγωγής ενέργειας, έως και 70% µέσα σε δύο µήνες, η οποία έχει πολλούς παράγοντες που την προκαλούν:
• H αύξηση της εγχώριας ζήτησης λόγω καύσωνα.
• Ο καύσωνας και η αφρικανική σκόνη µειώνουν την αποδοτικότητα των φθηνών ΑΠΕ. Τη µειωµένη αυτή δυναµικότητα καλύπτουν οι περισσότερο ακριβές θερµικές µονάδες λιγνίτη και φυσικού αερίου.
• Η τιµή του φυσικού αερίου έχει αυξηθεί σηµαντικά τον τελευταίο χρόνο (+45%), αφού από περίπου 24 ευρώ η MWh έχει ανέλθει σε 35 ευρώ.
• Η ζήτηση που σηµειώνεται από όµορες χώρες λόγω blackout των δικτύων τους, εξαιτίας της παλαιότητας και των υψηλών θερµοκρασιών, αυξάνει τις εξαγωγές ηλεκτρικού ρεύµατος από την Ελλάδα. Πάντως, πρέπει να σηµειωθεί ότι τον προηγούµενο µήνα, µετά το άλµα 35% στη χονδρική αγορά, σχεδόν όλοι ανεξαιρέτως οι πάροχοι προχώρησαν σε αυξήσεις που έφτασαν ακόµα και το 65%, µε τη ∆ΕΗ να συγκρατεί τις ανατιµήσεις µόλις στο 11%, χορηγώντας τη µεγαλύτερη έκπτωση κατά 38% προκειµένου να διατηρήσει την τιµή της κιλοβατώρας στα 0,11898 ευρώ, όταν οι ακριβότερες κυµαίνονταν στα 14,8-19,2 λεπτά.
13η θέση στην Ευρώπη
Πλέον η χονδρική τιµή της ενέργειας έχει ανέλθει τον µήνα Ιούνιο στα 100 ευρώ η MWh (0,10 ευρώ η KWh), από 81 ευρώ που ήταν ο µέσος όρος τον Μάιο και 58,26 ευρώ τον Απρίλιο. Τις τελευταίες ηµέρες η τιµή χονδρικής κινείται πέριξ των 130 ευρώ, ενώ την περασµένη Τετάρτη καθορίστηκε στα 125,22 ευρώ. Η Ελλάδα έχει από τις πιο υψηλές τιµές χονδρικής στην ενέργεια εντός της Ε.Ε., καθώς λόγω γεωγραφικής θέσης στερείται των κατάλληλων διευρωπαϊκών ενεργειακών δικτύων που θα έκαναν φθηνές τις εισαγωγές ρεύµατος. Παρά τις υψηλές τιµές χονδρικής όµως -από τις οποίες κερδίζουν σηµαντικά ποσά οι εγχώριοι ηλεκτροπαραγωγοί-, οι τιµές λιανικής κατατάσσουν την Ελλάδα σε ικανοποιητική θέση εντός της Ε.Ε. Σε ονοµαστικό επίπεδο χρεώσεων, οι λιανικές τιµές ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας την κατατάσσουν στη 13η θέση µεταξύ των 27 χωρών της Ε.Ε.Μάλιστα, η µέση τιµή που καταβάλλει ο Ελληνας είναι κατά µέσο όρο χαµηλότερη του µέσου όρου της Ε.Ε. και της ευρωζώνης. Σύµφωνα µε την Κοµισιόν, η µέση χρέωση που κατέβαλε ένα µέσο ελληνικό νοικοκυριό µε 6µηνιαία κατανάλωση ρεύµατος µεταξύ 2.500 και 5.000 Kwh (περίπου 14 έως 28 KWh ανά ηµέρα) ανήλθε στο β’ εξάµηνο του 2023 σε 0,2309 ευρώ ανά KWh (23,09 ευρώ ανά MWh).
H επίδοση αυτή κατατάσσει τη χώρα στη 13η θέση, µε τον µέσο όρο στην Ε.Ε. των «27» και στην ευρωζώνη να ανέρχεται σε 0,2832 ευρώ/ KWh και 0,3002 ευρώ/KWh, αντίστοιχα. Η Ελλάδα στις χρεώσεις λιανικής είναι φθηνότερη από τον µέσο όρο της Ενωµένης Ευρώπης και της ευρωζώνης περίπου 30%. Αντίστοιχη εικόνα υπάρχει και στις χρεώσεις της ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς τους φόρους, επιβαρύνσεις κ.λπ. Η Ελλάδα, ωστόσο, και εδώ είναι πιο φθηνή από τον µέσο όρο της Ε.Ε. των «27» (-14%) αλλά και της ευρωζώνης (-27%).
Επίσης, η Ελλάδα είναι οριακά πιο φθηνή στις λιανικές χρεώσεις της από την Πορτογαλία (-2% µε τους φόρους και -6% χωρίς τους φόρους), µια χώρα που έχει αντίστοιχα χαρακτηριστικά µε την Ελλάδα. Αξίζει επίσης να σηµειωθεί ότι στο παρελθόν η χώρα, σε ονοµαστικές τιµές λιανικής, ήταν ακόµα πιο φθηνή, µε το κόστος που κατέβαλλε ένα εγχώριο νοικοκυριό να βρίσκεται έως και στο 50% του µέσου όρου της Ευρώπης. Τότε, ωστόσο, καίγαµε τον φθηνό λιγνίτη και όχι το ακριβό φυσικό αέριο. Επιπλέον, επισηµαίνουµε ότι, αν στην εξίσωση των τιµών διάθεσης της ηλεκτρικής ενέργειας εισέλθει και η αγοραστική δύναµη του µέσου Ευρωπαίου ή του µέσου Πορτογάλου, τότε οι συσχετισµοί αναµφίβολα για το κόστος της ενέργειας που πληρώνει ο Ελληνας γίνονται µεγαλύτεροι και πιθανώς πλησιάζουν τον µέσο όρο της Ε.Ε. των «27».
Πάντως, µε το νέο σύστηµα τιµολόγησης τα περιθώρια παρεµβάσεων είναι περιορισµένα. Οι λογαριασµοί για τα 2/3 των καταναλωτών διατηρούνται έως σήµερα σε σχετικά ανεκτά επίπεδα, χάρη στη γενναιόδωρη πολιτική εκπτώσεων της ∆ΕΗ (38% για τον µήνα Ιούνιο), που όµως δεν έχει απεριόριστες δυνατότητες.
*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο Money Pro της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 29/06/2024