Αρνητικό ρεκόρ στην υψηλή φορολογία βενζίνης καταγράφει η Ελλάδα - Στην τρίτη θέση με την Ιταλία και τη Γερµανία
Τι αναφέρει η έκθεση της FuelsEurope
Η τιµή στην αντλία καθορίζεται σε µεγάλο βαθµό από δασµούς και φόρους, που συµβάλλουν σηµαντικά στα έσοδα των κρατών-µελών της Ε.Ε.
Αρνητικό ρεκόρ καταγράφει η Ελλάδα στη φορολογία των καυσίµων, αφού µοιράζεται την τρίτη θέση µε την Ιταλία και τη Γερµανία. Το συνολικό ποσοστό της φορολογίας στην τελική τιµή καταναλωτή της βενζίνης ανέρχεται σε 57% και στις τρεις χώρες, όπως καταγράφει η έκθεση της FuelsEurope για τον Φεβρουάριο του 2024, ενώ στις δύο πρώτες θέσεις είναι η Φινλανδία, µε ποσοστό 60%, και η Ολλανδία, µε ποσοστό 58%. Η ελληνική αγορά καυσίµων παραµένει ρευστή και αβέβαιη, παρά τα ορατά σηµάδια αποκλιµάκωσης των τιµών. Η έκθεση της FuelsEurope σηµειώνει πως η τιµή στην αντλία καθορίζεται σε µεγάλο βαθµό από δασµούς και φόρους, που συµβάλλουν σηµαντικά στα έσοδα των κρατώνµελών. Η εικόνα είναι καλύτερη στην κατηγορία του πετρελαίου diesel, γεγονός που αντικατοπτρίζει την ευρωπαϊκή τάση, και βρίσκει την Ελλάδα στη 15η θέση. Η εικόνα στην Ευρώπη ήταν πως οι τιµές της βενζίνης ήταν υψηλότερες από τις τιµές του ντίζελ λόγω της φορολογίας. Μόνο ένα κλάσµα της τιµής που καταβάλλεται στην αντλία συµβάλλει στο εισόδηµα των διυλιστηρίων, το υπόλοιπο πηγαίνει στα κράτη-µέλη και στην αγορά αργού πετρελαίου, αναφέρει η έκθεση. «Είναι απαραίτητο να εξεταστεί η εξεύρεση µιας ισορροπίας, που θα επιτρέπει την ανακούφιση των πολιτών από το βαρύ φορολογικό φορτίο, ενώ παράλληλα θα επιτυγχάνονται οι περιβαλλοντικοί στόχοι και η βιώσιµη ανάπτυξη», τονίζουν πηγές της αγοράς.
*Δημοσιεύθηκε στο ''MoneyPro'' της εφημερίδας «Παραπολιτικά».
Η Ευρώπη εξαρτάται σε µεγάλο βαθµό από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου
Η Ευρώπη εξαρτάται σε µεγάλο βαθµό από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου για την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών. Η εξάρτηση αυτή την καθιστά ευάλωτη στις διεθνείς ενεργειακές αγορές και στις γεωπολιτικές εντάσεις. Ο πόλεµος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις στη Ρωσία είχαν σηµαντικό αντίκτυπο στην προµήθεια και τις τιµές των καυσίµων, ενισχύοντας την ανάγκη για διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και την ενίσχυση της ενεργειακής αυτονοµίας. Εντούτοις, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν εντείνει τις προσπάθειές τους για αύξηση της ενεργειακής ασφάλειας µέσω της ανάπτυξης Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας. Παρ’ όλα αυτά, η µετάβαση αυτή απαιτεί σηµαντικές επενδύσεις και χρόνο.Διαβάστε ακόμα: Θεσσαλονίκη: Δεσμεύτηκαν 2,3 τόνοι υγρών καυσίμων που διακινούνταν παράνομα – Συνελήφθησαν 4 άτομα
H Ελλάδα µοιράζεται την τρίτη θέση µε την Ιταλία και τη Γερµανία, τη στιγµή που η εγχώρια αγορά παραµένει ρευστή και αβέβαιη, παρά τα ορατά σηµάδια αποκλιµάκωσης των τιµώνΣηµειώνεται πως η Ε.Ε., αντιλαµβανόµενη τους στόχους της πράσινης µετάβασης, συµφώνησε να θέσει κοινό στόχο 14% για το µερίδιο των Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας (συµπεριλαµβανοµένων των υγρών βιοκαυσίµων, του υδρογόνου, του βιοµεθανίου, της «πράσινης» ηλεκτρικής ενέργειας κ.λπ.) που χρησιµοποιούνται στις µεταφορές έως το 2030. Το µέσο µερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιµες πηγές στις µεταφορές αυξήθηκε από 1,6% το 2004 σε 9,6% το 2022. Μεταξύ των κρατών-µελών της Ε.Ε. µε το υψηλότερο µερίδιο ενέργειας από ανανεώσιµες πηγές στην κατανάλωση καυσίµων στις µεταφορές είναι η Σουηδία (29,2%), η Φινλανδία (18,8%) και οι Κάτω Χώρες (10,8%), ενώ το χαµηλότερο µερίδιο συναντάται στην Ελλάδα (4,1% ), τη Λετονία (3,1%) και την Κροατία (2,4%).
*Δημοσιεύθηκε στο ''MoneyPro'' της εφημερίδας «Παραπολιτικά».