Σε νέες κινήσεις τόνωσης της ζήτησης για στεγαστικά δάνεια, µε ακόµη µεγαλύτερη έµφαση στους νέους, προχωρούν οι τράπεζες µειώνοντας τα επιτόκια. Η αρχή γίνεται από τη Eurobank, η οποία µείωσε το σταθερό επιτόκιο τριετίας στο 2,90% από 3% προηγουµένως και περαιτέρω κατά 0,10 της µονάδος, στο 2,80%, εφόσον πρόκειται για νέους δανειολήπτες.

Τα σταθερά επιτόκια στις υπόλοιπες διάρκειες διαµορφώνονται σε 3,60% για διάρκεια 5 ετών, σε 3,80% για 7 έτη, σε 4,10% για 10 έτη και σε 4,30% για 15, 20, 25 και 30 χρόνια. Εφόσον πρόκειται για νέους δανειολήπτες, τα επιτόκια σε όλες τις διάρκειες είναι χαµηλότερα κατά 0,1% (10 µ.β.), δηλαδή φτάνουν κατ’ ανώτατον στο 4,20% στα 30 χρόνια. Σηµειώνεται ότι εφόσον πρόκειται για καλό πελάτη της τράπεζας ή προσφέρονται ως εξασφάλιση µετρητά ή τίτλοι (cash collateral), µπορεί να εφαρµοστεί περαιτέρω έκπτωση στο σταθερό επιτόκιο του δανειολήπτη.

Πέραν του χαµηλότερου σταθερού επιτοκίου, το στεγαστικό δάνειο της Eurobank προσφέρεται χωρίς κόστος πρόωρης αποπληρωµής, χωρίς έξοδα δανείου έως και τις 31 Οκτωβρίου 2024 και µε διαδικασία γρήγορης εκταµίευσης: προέγκριση του δανείου µέσα σε 48 ώρες, δυνατότητα εκταµίευσης σε 10 εργάσιµες ηµέρες από την κατάθεση του συµβολαίου αγοράς στη Eurobank και υπογραφή της σύµβασης ηλεκτρονικά µέσα από το gov.gr.

Τόνωση των στεγαστικών δανείων

Η µείωση των σταθερών επιτοκίων, µαζί µε λοιπές παροχές στο µοτίβο των προαναφερόµενων που εφαρµόζονται και από άλλες τράπεζες, θα αποτελέσει όπλο στη φαρέτρα των τραπεζών για την τόνωση των στεγαστικών δανείων. Σηµειώνεται ότι τα στεγαστικά επιτόκια των ελληνικών τραπεζών βρίσκονται στα ίδια ή και χαµηλότερα επίπεδα από τα επιτόκια της Ευρωζώνης, αλλά αυτό ακόµη δεν είναι αρκετό, ώστε να αυξήσει τη ζήτηση για νέα δάνεια. Και αυτό, διότι η λήψη στεγαστικού δανείου για αγορά κατοικίας εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει µόλις περίπου το 15% των αγορών ακινήτων, µε το υπόλοιπο να γίνεται µε ρευστά διαθέσιµα των αγοραστών. Και από αυτό, το 15% των αγορών που γίνονται µε τραπεζικό δανεισµό, ποσοστό 35% κατά µέσο όρο χρηµατοδοτείται µε ίδια κεφάλαια των δανειοληπτών.

Επιδοτούν” τους δανειολήπτες

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2019, όταν ακόµη τα επιτόκια ήταν αρνητικά και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είχε ξεκινήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, οι ελληνικές τράπεζες πρόσφεραν σταθερά επιτόκια από 2,70% έως 3,90% στην τριετία, και µάλιστα χωρίς τις εκπτώσεις που προσφέρουν σήµερα στους δανειολήπτες ή τη δυνατότητα πρόωρης αποπληρωµής χωρίς πέναλτι. Σήµερα, που το επιτόκιο Euribor βρίσκεται στο 3,50%, το τελικό στεγαστικό επιτόκιο θα έπρεπε να διαµορφώνεται στο 7%-8,50%, όπως συνέβαινε αντίστοιχα το 2000. Πράγµα που σηµαίνει ότι οι τράπεζες επιδοτούν ουσιαστικά τους δανειολήπτες των στεγαστικών δανείων, καθώς διαµορφώνουν τη σταθερή τιµολόγηση σαν να υπήρχαν ακόµη µηδενικά επιτόκια βάσης.

Επισηµαίνεται ότι ο λόγος γίνεται για σταθερά επιτόκια, καθώς αυτή τη στιγµή το 95% των στεγαστικών δανείων συνάπτεται µε σταθερό επιτόκιο και µε µέση διάρκεια 20-22 ετών. Η µεγάλη στροφή στα σταθερά επιτόκια έγινε µε την άνοδο των επιτοκίων από την ΕΚΤ την τελευταία διετία, µε την οποία τα κυµαινόµενα επιτόκια εξακοντίστηκαν κατά 4,50 µονάδες βάσης, πλέον περιθωρίου 2 µονάδων τουλάχιστον, αναλόγως της πιστοληπτικής αξιολόγησης του πελάτη (εποµένως τελικό κυµαινόµενο επιτόκιο 6,50%).

Ελκυστικά προγράμματα για πρώτη κατοικία σε νέους

Προκειμένου να τονώσουν την αγορά της στεγαστικής πίστης, συμβάλλοντας παράλληλα στην αντιμετώπιση του ζητήματος της στέγασης, οι τράπεζες ρίχνουν το βάρος στους νέους. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν λανσάρει στεγαστικά προγράμματα για νέους και νέα ζευγάρια έως 40-45 ετών, με δυνατότητα επιλογής σταθερού επιτοκίου από 2,80% και χρηματοδότηση που φτάνει έως και το 90% της αξίας του ακινήτου.

Τα εν λόγω προγράμματα απαλλάσσουν τον υποψήφιο δανειολήπτη από τα έξοδα έγκρισης φακέλου, έχουν σύντομο χρονικό διάστημα εκταμίευσης και αρχική περίοδο χάριτος, ενώ συνοδεύονται και από τη δυνατότητα χορήγησης στον δανειολήπτη πρόσθετου δανείου με προνομιακούς όρους για την κάλυψη προσωπικών αναγκών που συνδέονται με την απόκτηση στέγης, όπως π.χ. συμβολαιογραφικά και δικηγορικά έξοδα κ.ά. Τα προγράμματα των τραπεζών ακολούθησαν τον δρόμο που άνοιξε το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο η κυβέρνηση σκοπεύει να ανανεώσει («Σπίτι μου ΙΙ») με διπλάσιο προϋπολογισμό (2 δισ. ευρώ) και αποδέκτες 40άρηδες και 50άρηδες (έναντι νέων 25-39 ετών που ήταν οι δικαιούχοι του πρώτου κύκλου). Σύμφωνα με πληροφορίες της «Α», το α΄ εξάμηνο του 2024 οι τράπεζες εκταμίευσαν 380.000.000 ευρώ δάνεια του προγράμματος «Σπίτι μου».

Στα στεγαστικά δάνεια που έδωσαν οι τράπεζες το 2023 (περίπου 1,2 δισ. ευρώ), δάνεια 485.000.000 ευρώ αφορούσαν το πρόγραμμα «Σπίτι μου». Πρόκειται για 5.228 δάνεια που έχουν εκταμιευθεί από τις συνολικά 9.909 αιτήσεις που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος και αφορούσαν ζευγάρια και μονογονεϊκές οικογένειες (σε ποσοστό 4%). Ο μέσος όρος του εισοδήματος των δικαιούχων ανερχόταν σε περίπου 17.000 ευρώ, το μέσο ποσό δανείου ήταν 100.147 ευρώ, ο μέσος όρος της εμπορικής αξίας των υπέγγυων ακινήτων 135.523 ευρώ, η ηλικία και το μέγεθος των ακινήτων 40 έτη και 91 τ.μ. κατά μέσο όρο αντίστοιχα.

*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή