ΑΑ∆Ε: Νέο ψηφιακό όπλο για καταθέσεις με "μαύρο" χρήμα - 1.100 φυσικά πρόσωπα στο µικροσκόπιο των ελεγκτικών µηχανισµών

Τι πρέπει να γνωρίζουν οι φορολογούµενοι

Αρµόδιοι παράγοντες επισηµαίνουν ότι το νέο αυτοµατοποιηµένο σύστηµα "βγάζει λαβράκια" κρυφών εισοδηµάτων και περιουσιών

aade-ktirio
«Φωτιά» έχουν πάρει οι φοροέλεγχοι προσαύξησης περιουσίας από την ΑΑ∆Ε µε το νέο έξυπνο λογισµικό, που σε χρόνο ρεκόρ «διαβάζει» τραπεζικούς λογαριασµούς, εµβάσµατα, καταθέσεις, χορηγήσεις, θυρίδες, πιστωτικές και προπληρωµένες κάρτες, ακόµη και ηλεκτρονικά πορτοφόλια, και χτυπά αυτόµατα «καµπανάκι» για κάθε ύποπτη κίνηση και µεταβολή. Πρόκειται για το νέο ψηφιακό υπερόπλο που έχει µπει σε λειτουργία από τις αρχές του έτους και έχει σηµάνει ήδη τον συναγερµό για 1.100 φυσικά πρόσωπα. Στους συγκεκριµένους φορολογούµενους θα αποσταλούν κλήσεις προκειµένου να εξηγήσουν τις διαφορές χρηµατικών ποσών που εντόπισε το σύστηµα µε την προσκόµιση των αντίστοιχων παραστατικών για τις πηγές προέλευσης των κεφαλαίων.

Σε περίπτωση που δεν καλύψουν τη διαφορά, θα θεωρείται αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας και θα κληθούν να πληρώσουν φόρο 33% και επιπλέον πρόστιµα, προσαυξήσεις και ειδική εισφορά αλληλεγγύης και έτσι ο τελικός λογαριασµός θα υπερβεί το 50% του αδικαιολόγητου ποσού.

Αρµόδιοι παράγοντες επισηµαίνουν ότι το νέο αυτοµατοποιηµένο σύστηµα «βγάζει λαβράκια» κρυφών εισοδηµάτων και περιουσιών, σηµειώνοντας ότι οι έλεγχοι θα ενταθούν και θα επεκταθούν, καθώς από τα µέχρι στιγµής στοιχεία προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις για µεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή. Εµφαση θα δοθεί στα ηλεκτρονικά πορτοφόλια και στις υπηρεσίες τύπου Paypal. Στην Ελλάδα σήµερα υπάρχουν περισσότερα από 3 εκατ. digital wallets, µε την αξία των συναλλαγών για το 2023 να προσεγγίζει τα 12 δισ. ευρώ. Ο µηχανισµός Αυτοµατοποιηµένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας δίνει τη δυνατότητα στις ελεγκτικές αρχές να λαµβάνουν µε εξπρές διαδικασίες τις σχετικές πληροφορίες.


Τα στοιχεία που αποστέλλουν στο σύστηµα τραπεζικά και χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα

Τα δεδοµένα αυτά αντιπαραβάλλονται µε τις φορολογικές δηλώσεις, προκειµένου να διαπιστωθεί αν το ύψος της κινητής περιουσίας και οι δαπάνες διαβίωσης δικαιολογούνται από τα εισοδήµατα που εµφανίζονται στη δήλωση. Αναλυτικότερα, τα στοιχεία που αποστέλλουν στο σύστηµα τραπεζικά και χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα αφορούν:

1. Καταθέσεις πρώτης ζήτησης και προθεσµιακές.

2. Χορηγήσεις.

3. Επενδυτικούς λογαριασµούς µε παντός είδους χαρτοφυλάκια επενδυτικών προϊόντων και αξιογράφων, όπως αµοιβαία κεφάλαια, οµόλογα, µετοχές, τραπεζοασφάλιστρα, παράγωγα, Repos κ.λπ.

4. Πιστωτικές κάρτες.

5. Τραπεζικές θυρίδες.

6. Λογαριασµούς πληρωµών.

7. Προπληρωµένες κάρτες.

8. Ηλεκτρονικά πορτοφόλια. Μάλιστα, τα στοιχεία και οι πληροφορίες που διαβιβάζονται δύναται να ανατρέχουν στην τελευταία δεκαετία από την ηµεροµηνία υποβολής κάθε αιτήµατος παροχής πληροφοριών από τη φορολογική διοίκηση, ενώ κάθε αίτηµα πρέπει να απαντηθεί το αργότερο εντός δύο εργάσιµων ηµερών. Για να αποφύγουν δυσάρεστες εκπλήξεις και περιπέτειες µε την Εφορία οι φορολογούµενοι θα πρέπει να γνωρίζουν τα εξής:

  • Η προσαύξηση της περιουσίας µπορεί να αναφέρεται σε κινητά ή ακίνητα οποιασδήποτε µορφής: οικόπεδα, σπίτια, αυτοκίνητα, σκάφη, αεροσκάφη, µετοχές, τοκοµερίδια, καταθέσεις κ.λπ. Με βάση τον νόµο, σε περίπτωση που η φορολογική αρχή εντοπίσει ένα περιουσιακό στοιχείο, για παράδειγµα ένα ποσόν σε έναν τραπεζικό λογαριασµό µε άγνωστη πηγή προέλευσης, καθώς δεν δικαιολογείται από καµία πηγή εισοδήµατος (µισθοί, έσοδα από την άσκηση εµπορικής επιχείρησης ή από εκµετάλλευση ακινήτων κ.ά.), τότε αυτόµατα το χαρακτηρίζει «προσαύξηση περιουσίας».
  • Ο φορολογούµενος, εφόσον κληθεί από την Εφορία, φέρει το βάρος της απόδειξης για την πηγή ή την αιτία προέλευσης ή ότι η εν λόγω προσαύξηση της περιουσίας του φορολογείται µε συγκεκριµένες διατάξεις, ή ότι απαλλάσσεται µε ειδική διάταξη. Στην περίπτωση που οι αποδείξεις δεν είναι ικανοποιητικές, η οποιαδήποτε προσαύξηση χαρακτηρίζεται και φορολογείται ως εισόδηµα από ελευθέρια επαγγέλµατα, µε συντελεστή 33% συν τα πρόστιµα και τις προσαυξήσεις και την επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
  • Οι φορολογούµενοι µπορούν να δικαιολογήσουν την οποιαδήποτε προσαύξηση µε επιπλέον εισοδήµατα τα οποία δεν εµφανίζονται στη φορολογική τους δήλωση, επικαλούµενοι τα επιπλέον έσοδα που είχαν αποκτήσει από τις πιο πάνω δραστηριότητες και εφόσον αυτά αποδεικνύονται.
  • Η µεταβολή της σύνθεσης ή της διατήρησης της περιουσίας δεν σηµαίνει απαραίτητα και την προσαύξησή της.
  • Για τη δικαιολόγηση προσαύξησης περιουσίας µέσω διάθεσης περιουσιακών στοιχείων ή µέσω απόκτησης εισοδηµάτων που στο παρελθόν δεν υπήρχε η υποχρέωση της αναγραφής τους στη δήλωση φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων, είτε γιατί ήταν αφορολόγητα είτε γιατί φορολογούνταν µε ειδικό τρόπο (π.χ. τόκοι, πώληση εισηγµένων µετοχών), πρέπει να αποδεικνύονται µε τα κατάλληλα νόµιµα δικαιολογητικά. Επίσης, σε όσες περιπτώσεις επικαλείται ο φορολογούµενος ότι η προσαύξηση περιουσίας προέρχεται από δωρεά, δανειοδότηση, γονική παροχή, κληρονοµιά κ.λπ., πρέπει να ελέγχεται αν υπήρχε η δυνατότητα από τον δωρητή, τον δανειοδότη, τον παρέχοντα, τον κληρονοµούµενο να καταβάλει ποσά που επικαλείται ο φορολογούµενος, καθώς και αν έχουν καταλογιστεί τα ποσά που προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
  • Η προσαύξηση της περιουσίας που προκύπτει από τον έλεγχο τραπεζικών λογαριασµών πρέπει να τεκµηριώνεται επαρκώς, καθόσον αναλήψεις ή καταθέσεις µπορεί να αφορούν συναλλαγές και κινήσεις που δεν συνιστούν κατ’ ανάγκη φορολογητέο εισόδηµα.
  • Πίστωση σε τραπεζικό λογαριασµό µπορεί να φορολογηθεί ως εισόδηµα από ελευθέρια επαγγέλµατα του δικαιούχου του λογαριασµού, εφόσον δεν καλύπτεται µε τα δηλωθέντα εισοδήµατά του ούτε από άλλη συγκεκριµένη και αρκούντως τεκµηριωµένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, είτε όταν αυτός την επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη ∆ιοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών, είτε όταν την εντοπίζει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόµενων στον νόµο αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων µέτρων ελέγχου.
  • ∆εν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας, στην περίπτωση κατά την οποία είναι εµφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηµατικού ποσού, το οποίο εµφανίζεται ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασµό του ελεγχόµενου φυσικού προσώπου (π.χ. εισόδηµα από κεφάλαιο, εισόδηµα από κινητές αξίες, πώληση περιουσιακών στοιχείων, δάνειο κ.λπ.), ακόµα και αν το ποσόν αυτό δεν συµπεριελήφθη στις σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήµατος, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση.
  • Για µεταφορές χρηµατικών ποσών µεταξύ τραπεζικών λογαριασµών διερευνάται ο λόγος που πραγµατοποιήθηκαν οι συναλλαγές µεταφοράς των ποσών αυτών, αφού προσκοµίσει ο φορολογούµενος τα σχετικά έγγραφα.



*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»