Μεγάλη ήταν η βουτιά των μετοχών τη χθεσινή μέρα (5/8/2024) σε όλα τα χρηματιστήρια του πλανήτη μετά τους φόβους για το ενδεχόμενο ύφεσης στις ΗΠΑ, την έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή αλλά και την ανάγκη για διόρθωση στις αγορές. Τα βλέμματα όλων σήμερα είναι στραμμένα στις αγορές και περιμένουν να δουν εάν θα υπάρξει αντίδραση ή θα συνεχιστεί η κατρακύλα.

Τα χρηματιστήρια από το Τόκιο μέχρι τη Νέα Υόρκη κατέρρευσαν υπό το φόβο ότι η αμερικανική οικονομία κινδυνεύει να διολισθήσει σε ύφεση.

Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτή τη «Μαύρη Δευτέρα». Σε δύο μόλις συνεδριάσεις, τη χθεσινή και αυτήν της Παρασκευής, εξαϋλώθηκαν σχεδόν 8,5 δισ. ευρώ από την κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου. Χθες, στο ΧΑ, τα πράγματα ήταν χειρότερα σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές αγορές και ο Γενικός Δείκτης έχασε 6,27%, μια από τις μεγαλύτερες πτώσεις των τελευταίων ετών. Στο επίκεντρο βρέθηκαν οι τράπεζες, οι οποίες σημείωσαν πολύ μεγάλες απώλειες, άνω του 7%.

Το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης έκλεισε τη συνεδρίαση με μεγάλη πτώση, με τους φόβους μιας ύφεσης στις ΗΠΑ και το «ξεπούλημα» που είχε προηγηθεί στις διεθνείς αγορές να προκαλούν πανικό στους επενδυτές. 

Ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones, στη χειρότερη επίδοσή του από το 2022, υποχώρησε κατά 2,60% στις 38.703,27 μονάδες.

Και οι 30 μετοχές που απαρτίζουν τον βιομηχανικό δείκτη Dow Jones έκλεισαν στο κόκκινο. Οι μετοχές με τις μεγαλύτερες απώλειες ήταν η Intel (-6,34%), η Apple (-4,82%) -στον απόηχο της κίνησης της Berkshire Hathaway του δισεκατομμυριούχου επενδυτή Warren Buffett να μειώσει στο μισό το μερίδιό της στον τεχνολογικό κολοσσό- και η Cisco Systems (-4,11%).

Ο δείκτης Nasdaq των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας έκλεισε με πτώση 3,43% (στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο) στις 16.200,08 μονάδες και ο διευρυμένος δείκτης S&P 500 στις 5.186,33 μονάδες, με πτώση 3%.

Ενδεικτικό της αγωνίας των επενδυτών είναι το γεγονός ότι ο λεγόμενος «δείκτης φόβου» -ο δείκτης Cboe Volatility- κατέγραψε το μεγαλύτερο άλμα στην ιστορία του, σκαρφαλώνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2020. Πήγε μέχρι το υψηλό του 65,73 πριν από το άνοιγμα της αγοράς, κερδίζοντας 42 μονάδες από το κλείσιμο της Παρασκευής. Ο δείκτης περιόρισε τα κέρδη του, για να κλείσει τελικά στο 38,57, πλησιάζοντας σε υψηλό τεσσάρων ετών.

*Διαβάστε ακόμα: Η "Black Monday" έφερε κραχ στο Χρηματιστήριο Αθηνών - Βαριές απώλειες 6,27%

 
Glomex Player(40599x1hkkig7d8l, v-d383j3gby62x)


Περιμένοντας το «σήμα» από τη Fed

Μοιραία, όλα τα βλέμματα στρέφονται στη Fed, με τους επενδυτές να αναρωτιούνται αν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ τρέχει πίσω από τις εξελίξεις καθυστερώντας υπερβολικά να μειώσει τα επιτόκιά της. Μάλιστα, τη Δευτέρα ο Π. Κρούγκμαν απηύθυνε έκκληση να επισπεύσει τη μείωση επιτοκίων και να μην περιμένει τον Σεπτέμβριο.

Αυτό που συνέβη περιγράφεται από τη φράση «τέλεια καταιγίδα», αφού οι αγορές απλά περίμεναν ένα σήμα από τη Fed ότι επίκειται μείωση των επιτοκίων, αλλά αντί γι’ αυτό δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα. Τα χειρότερα των εκτιμήσεων στοιχεία για τη μεταποίηση και την απασχόληση στις ΗΠΑ που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα επανέφεραν στο προσκήνιο τις ανησυχίες για την ύφεση.

Συγκεκριμένα, τα στοιχεία που ανακοίνωσε το Institute for Supply Management την προηγούμενη εβδομάδα έδειξαν ότι η μεταποιητική δραστηριότητα συρρικνώθηκε για τέταρτο διαδοχικό μήνα τον Ιούλιο, με τον σχετικό δείκτη PMI να υποχωρεί σε χαμηλό οκτώ μηνών στις 46,8 μονάδες, μεγαλώνοντας την απόστασή του από το επίπεδο των 50 μονάδων που διαχωρίζει την επέκταση από τη συρρίκνωση της δραστηριότητας.

Την Παρασκευή ήρθε η χαριστική βολή με τα ακόμα πιο απογοητευτικά στοιχεία για την αμερικανική αγορά εργασίας.

Σύμφωνα με αυτά, η οικονομία πρόσθεσε μόλις 114.000 θέσεις εργασίας τον Ιούλιο, από 179.000 τον προηγούμενο μήνα, αντίθετα δηλαδή με την εκτίμηση των αναλυτών για 175.000 θέσεις.

Ακόμα, ο ρυθμός της ανεργίας στις ΗΠΑ σκαρφάλωσε στο 4,3%, από το 4,1%, διαψεύδοντας επίσης την πρόβλεψη της αγοράς, που περίμενε να διατηρηθεί στο 4,1%.

Παράλληλα, 4,3% είναι επίσης το υψηλότερο επίπεδο ανεργίας στη χώρα εδώ και σχεδόν τρία χρόνια, από τον Οκτώβριο του 2021.

Η θολή μακροοικονομική εικόνα οδήγησε οικονομολόγους από μεγάλες τράπεζες, όπως η Citigroup και η JPMorgan Chase, να προβλέψουν ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα ότι η Fed θα προχωρήσει στις συνεδριάσεις της τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο σε μεγαλύτερες μειώσεις των επιτοκίων της, κατά 50 μονάδες βάσης την κάθε φορά, αντί για 25 μονάδες, που είναι το πιο σύνηθες.


Τι «βλέπουν» οι αναλυτές

Ενδιαφέρον παρουσιάζει φυσικά και η οπτική των αναλυτών γύρω από τις πρόσφατες εξελίξεις. «Η οικονομία δεν είναι σε κρίση, τουλάχιστον όχι ακόμα», αναφέρει η Callie Cox της Ritholtz Wealth Management μιλώντας στο Bloomberg. «Αλλά πρέπει να πούμε ότι βρισκόμαστε στη ζώνη κινδύνου. Η Fed κινδυνεύει να χάσει την εικόνα εδώ, αν δεν δει καλύτερα τις ρωγμές στην αγορά εργασίας. Δεν έχει σπάσει κάτι ακόμα, αλλά σπάει, και η Fed ρισκάρει να βρεθεί να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις», λέει κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.

Από την άλλη, ο Gary Pzegeo της CIBC Private Wealth US σημειώνει στο Bloomberg ότι «η επιβράδυνση ή η βραδύτερη οικονομική ανάπτυξη προκάλεσε μια κλασική φυγή σε πιο ποιοτικές επιλογές, με τα βραχυπρόθεσμα ομόλογα να είναι ο βασικός τομέας της αγοράς που ωφελήθηκε».

Ο Tony Pasquariello της Goldman Sachs, από την πλευρά του, σημειώνει ότι οι επενδυτές θα πρέπει να προχωρήσουν σε κινήσεις αντιστάθμισης έναντι του κινδύνου, ακόμα και αν έχουν στην κατοχή τους περιουσιακά στοιχεία υψηλής ποιότητας, καθώς οι αμερικανικές μετοχές διευρύνουν τις απώλειές τους.

Την ίδια ώρα, οι πιέσεις στις μετοχές θα επιμένουν, διαπιστώνει ο Mislav Matejka της JPMorgan Chase & Co., επικαλούμενος την αδύναμη επιχειρηματική δραστηριότητα, την υποχώρηση των αποδόσεων στα ομόλογα και την επιδείνωση στις προοπτικές των κερδών.

Ακόμα, ο πρόεδρος της Chicago Federal Reserve Bank, Austan Goolsbee, σε δηλώσεις του στο CNBC εμφανίστηκε καθησυχαστικός, σημειώνοντας ότι η αμερικανική οικονομία δεν φαίνεται να οδεύει σε ύφεση, αν και τα τελευταία στοιχεία για την απασχόληση ήταν πιο αδύναμα από το αναμενόμενο.

Σημείωσε πάντως ότι τα στελέχη της Fed θα πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τις αλλαγές στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον και να αποφύγουν να έχουν μια πολύ περιοριστική πολιτική με τα επιτόκια.

«Θέλεις να είσαι τόσο περιοριστικός αν πιστεύεις ότι υπάρχει ο κίνδυνος υπερθέρμανσης (σ.σ. της οικονομίας)», ανέφερε ο Goolsbee. «Αυτά τα στοιχεία, για μένα, δεν φαίνεται να δείχνουν υπερθέρμανση... με τα στοιχεία για τις θέσεις εργασίας να είναι πιο αδύναμα από το αναμενόμενο, αλλά να μη δείχνουν ακόμη ύφεση. Πιστεύω ότι θα πρέπει να βλέπουμε μπροστά για το πού πάει η οικονομία, ώστε να πάρουμε τις αποφάσεις μας».


Ο γεωπολιτικός παράγοντας στην εξίσωση

Την ήδη αρνητική εικόνα στις αγορές επιδεινώνει η κατάσταση στη Μέση Ανατολή, με τους επενδυτές να ετοιμάζονται για την πιθανότητα ευρείας σύγκρουσης Ιράν και Ισραήλ μετά δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, εξάλλου συγκάλεσε συνεδρίαση της ομάδας εθνικής ασφαλείας, ενώ θα έχει επίσης τηλεφωνική επικοινωνία με τον βασιλιά Αμπντάλα Β΄της Ιορδανίας, ο οποίος επιδίδεται σε διπλωματικό μαραθώνιο για να αποφευχθεί μια νέα κλιμάκωση.
Οι ΗΠΑ έχουν ενισχύσει την παρουσία τους στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, με περισσότερα πλοία και μαχητικά αεροσκάφη. Παράλληλα, έχουν καλέσει τους πολίτες τους να εγκαταλείψουν την περιοχή.