Η κυβέρνηση -όπως είχε γραφτεί στην «Α» προ διµήνου- κινείται προς την κατεύθυνση της αλλαγής του τρόπου φορολόγησης των 775.000 ελεύθερων επαγγελµατιών, πάντα στο πλαίσιο των δηµοσιονοµικών αντοχών.

Οι αλλαγές αυτές έρχονται µε τις ανακοινώσεις στη ∆ΕΘ από τον πρωθυπουργό, ενώ αναµένονται από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και άλλες ειδήσεις για τις ελαφρύνσεις, όπως η κατάργηση του τέλους επιτηδεύµατος. Αυτές οι αλλαγές αποτέλεσαν τα βασικά αιτήµατα των επιµελητηρίων, των παραγωγικών τάξεων και του συνόλου των ελεύθερων επαγγελµατιών, καθώς προέκυψαν δυσκολίες στην εφαρµογή όσων είχαν ψηφιστεί.

Κατά τους κυβερνητικούς παράγοντες, οι οριακές αυτές διορθώσεις στο τεκµαρτό σύστηµα φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελµατιών καθίστανται αναγκαίες, ενώ µπαίνουµε άµεσα στην τελική ευθεία της αναµόρφωσης, ώστε να αποτελέσουν νόµο του κράτους από το 2025 και να εφαρµοστούν άµεσα στις φορολογικές δηλώσεις του επόµενου έτους.


Ελεύθεροι επαγγελματίες: Τα μέτρα που εξετάζονται

Αναλυτικότερα, τα µέτρα που εξετάζονται αφορούν:

1. Κατάργηση του τέλους επιτηδεύµατος. Καταργείται από την Πρωτοχρονιά, όπως έχει ήδη δηλώσει ο πρωθυπουργός. Πρόκειται για µεγάλη φορολογική ελάφρυνση. Το δηµοσιονοµικό κόστος ανέρχεται σε 120.000.000 ευρώ και το ετήσιο όφελος για τους φορολογουµένους ανέρχεται σε 325 ευρώ. Το τέλος επιτηδεύµατος κόστιζε:
- 800 ευρώ για νοµικά πρόσωπα που ασκούν εµπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς προορισµούς και σε πόλεις ή χωριά µε πληθυσµό έως 200.000 κατοίκους.
- 1.000 ευρώ για νοµικά πρόσωπα που ασκούν εµπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε πόλεις µε πληθυσµό πάνω από 200.000 κατοίκους.
- 325 ευρώ για τους επιτηδευµατίες και ασκούντες ελευθέριο επάγγελµα.
- 400-500 ευρώ για τα φυσικά πρόσωπα που το εισόδηµά τους προέρχεται από ατοµική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελµα και έχουν έγγραφη σύµβαση µε µέχρι τρία φυσικά ή / και νοµικά πρόσωπα, ή 75% των ακαθάριστων εσόδων τους προέρχεται από ένα φυσικό ή / και νοµικό πρόσωπο.
- Σε κάθε υποκατάστηµα, το τέλος επιτηδεύµατος ανέρχεται σε 300 ευρώ ετησίως, αν συστήνεται από επιτηδευµατία και ασκούντα ελευθέριο επάγγελµα, και 600 ευρώ ετησίως, αν συστήνεται από νοµικό πρόσωπο που ασκεί εµπορική επιχείρηση. Ως υποκατάστηµα, νοείται κάθε επαγγελµατική εγκατάσταση του επιτηδευµατία στην ηµεδαπή, εκτός της έδρας της επιχείρησης. ∆εν λογίζονται ως υποκαταστήµατα για την επιβολή του τέλους επιτηδεύµατος οι προσωρινοί εκθεσιακοί χώροι και οι πρόσκαιρες επαγγελµατικές εγκαταστάσεις, που λειτουργούν για χρονικό διάστηµα µέχρι 30 ηµέρες, καθώς και οι επαγγελµατικές εγκαταστάσεις που στεγάζονται σε διαφορετικούς ορόφους.

2. Σχέση τζίρου και τεκµηρίου. Αναµένονται ευνοϊκές τροποποιήσεις στο κριτήριο του τζίρου, µε βάση το οποίο προσαυξάνεται το τεκµαρτό εισόδηµα του επαγγελµατία.

3. Οικογενειακό εισόδηµα. Ρυθµίζεται ο συνυπολογισµός του οικογενειακού εισοδήµατος του επαγγελµατία, που αυξάνει τον φόρο, ιδίως όταν εργάζεται και ο / η σύζυγος.

4. ∆ιαδικασία αµφισβήτησης / ενστάσεων. Βελτιώνεται η διαδικασία βάσει της οποίας αµφισβητείται το τεκµαρτό εισόδηµα.

5. Μισθολογικό κόστος. Επανεξετάζεται το κριτήριο του κόστους µισθοδοσίας, ενώ ο προσανατολισµός των αλλαγών αφορά τις ατοµικές επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζοµένους µε πολλά έτη ασφάλισης. Αυτό επιφέρει µεγάλη αύξηση στο τεκµαρτό εισόδηµα και αποτελεί αγκάθι για τους επαγγελµατίες.

6. Σύνδεση κατώτατου µισθού και φορολογίας. Εξετάζεται ο καθορισµός του φόρου ανάλογα µε την αναπροσαρµογή του κατώτατου µισθού. Ο κατώτατος θα αποτελεί πλέον τη βάση υπολογισµού του ελάχιστου τεκµαρτού εισοδήµατος. Στα 780 ευρώ κατώτατου µισθού το τεκµαρτό εισόδηµα φτάνει στα 10.920 ευρώ, ενώ µε κατώτατο στα 830 ευρώ το τεκµαρτό πάει 11.620 ευρώ για το φορολογικό έτος 2024.

Κατά το υπουργείο Οικονοµικών, φέτος κατατέθηκαν 6.557.163 φορολογικές δηλώσεις, µε τον επιπλέον φόρο να υπολογίζεται στα 4,6 δισ. ευρώ, από 3,8 δισ. ευρώ πέρυσι. Το 35% των δηλώσεων είναι χρεωστικές, ενώ ο επιπλέον φόρος στα εισοδήµατα του 2023 κινείται κατά µέσο όρο στα 1.000-1.500 ευρώ. Ο περσινός φόρος για το 47% των ελεύθερων επαγγελµατιών έφτανε στα 1.000 ευρώ και για το 27% από 1.000 έως 3.000 ευρώ. Φέτος, το 17% θα πληρώσει ποσά έως 1.000 ευρώ, ενώ πάνω από τους µισούς (54%) θα πληρώσουν 1.000-3.000 ευρώ.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή