Προοπτικές για πρόσθετες -έστω και περιορισµένου εύρους- ελαφρύνσεις ανοίγουν η υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων του Προϋπολογισµού 2024 και η υπέρβαση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασµα που αναµένεται να διαµορφωθεί στο 2,5% του ΑΕΠ.

Ο κουµπαράς που έχει ήδη σχηµατιστεί από την πολύ καλύτερη πορεία του προϋπολογισµού έναντι των στόχων εκτιµάται ότι προσεγγίζει το µισό δισεκατοµµύριο ευρώ και µέρος του δεν αποκλείεται να βρεθεί τρόπος ώστε τελικά να διοχετευθεί µε τη µορφή έκτακτων ενισχύσεων στους πολίτες, αν η κυβέρνηση νιώσει ασφαλής για τη διατήρηση των υψηλών πτήσεων της οικονοµίας και των εσόδων από φόρους.

Υψηλό εµπόδιο για τη χρηµατοδότηση νέων παροχών αποτελεί το «ταβάνι» αύξησης δαπανών που έχει τεθεί από την Κοµισιόν στο 2,6% για το 2024 και το οποίο θα αυξηθεί στο 3% από το 2025 και µετά ενόψει των νέων δηµοσιονοµικών κανόνων. Οι εισπράξεις από το φορολογικό µέτωπο είναι σταθερά υψηλότερες έναντι των αρχικών υπολογισµών καθ’ όλη τη διάρκεια του επταµήνου Ιανουαρίου - Ιουλίου, µε αποτέλεσµα τα έσοδα από φόρους να είναι αυξηµένα κατά 2,31 δισ. ευρώ έναντι του στόχου.

Αν και το µεγαλύτερο µέρος τους «πιστώνεται» δηµοσιονοµικά στο 2023, για τη φετινή χρονιά αντιστοιχούν επιπρόσθετα έσοδα 1,67 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,23 δισ. ευρώ έχει ήδη «δεσµευτεί»/«αξιοποιηθεί» µέσω της αύξησης δαπανών του προϋπολογισµού και του Προγράµµατος ∆ηµοσίων Επενδύσεων, αφήνοντας στην άκρη προς πιθανή διάθεση ένα καθαρό ποσό της τάξης των 440.000.000 ευρώ, το οποίο αναµένεται πως θα αβγατίσει ακόµη περισσότερο τους επόµενους µήνες.

Οι όποιες αποφάσεις για νέες κινήσεις ενίσχυσης των εισοδηµάτων µε συµπληρωµατικά µέτρα και µε «πλοηγό» τον διαθέσιµο δηµοσιονοµικό χώρο θα ληφθούν τις επόµενες εβδοµάδες, µε τον πρώτο και τελευταίο λόγο να έχει ο πρωθυπουργός. Στο οικονοµικό επιτελείο είναι συγκρατηµένοι, ωστόσο η αισθητά καλύτερη πορεία των εσόδων και οι εκτιµήσεις για σηµαντική υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασµα στο 2,5% αντί 2,1% του ΑΕΠ το 2024 αποτελούν θετικές εξελίξεις, οι οποίες θα συνεκτιµηθούν από την κυβέρνηση, ώστε να προχωρήσει στις τελευταίες έκτακτες παροχές για το 2024, αν όχι από το βήµα της ∆ΕΘ τότε λίγο πριν από την εκπνοή του χρόνου, χωρίς πάντως -όπως επισηµαίνεται από αρµόδιες πηγές- «αυτό να σηµαίνει ότι θα βρέξει χρήµα».

Τη δεδοµένη χρονική στιγµή το βάρος πέφτει στην «επούλωση» των πληγών από την καταστροφική πυρκαγιά στην Αττική (στον προϋπολογισµό υπάρχει δεσµευµένο ένα ποσό περίπου 1 δισ. ως αποθεµατικό έκτακτων καταστάσεων) και στη νέα πρόωρη αποπληρωµή δανειακών υποχρεώσεων ύψους 8 δισ. ευρώ από το πρώτο µνηµόνιο που θα µειώσουν το δηµόσιο χρέος σε απόλυτα µεγέθη αλλά και τις δαπάνες εξυπηρέτησης.

Στο µεταξύ τις επόµενες ηµέρες το οικονοµικό επιτελείο εισέρχεται στην τελική ευθεία για την οριστικοποίηση των µεγεθών του Προϋπολογισµού 2025, καθώς αναµένεται να ξεκινήσουν οι συσκέψεις για τη λήψη των αποφάσεων που θα αποτυπώσουν τις βασικές προτεραιότητες της οικονοµικής πολιτικής για το επόµενο έτος. Πρόκειται για αποφάσεις που θα υπαγορεύονται από τις βασικές πολιτικές και οικονοµικές προτεραιότητες της κυβέρνησης, µεταξύ των οποίων η στήριξη των οικονοµικά ευάλωτων, παράλληλα µε την ανάγκη διατήρησης της δηµοσιονοµικής πειθαρχίας που προβλέπουν οι νέοι δηµοσιονοµικοί κανόνες της ΕΕ, η συνέχιση της πολιτικής µείωσης των φόρων και η αντιµετώπιση των προβληµάτων της καθηµερινότητας.

Ο νέος προϋπολογισµός θα είναι µια άσκηση ισορροπίας ανάµεσα στις υποχρεώσεις τήρησης των νέων δηµοσιονοµικών κανόνων που θέτουν όριο 3% στην αύξηση των πρωτογενών δαπανών το 2025 και στην ανάγκη να συνεχιστεί η πολιτική στήριξης των χαµηλών εισοδηµάτων, όπως έχει εξαγγείλει ήδη η κυβέρνηση, παράλληλα µε την περαιτέρω µείωση των φορολογικών βαρών και των ασφαλιστικών εισφορών. Στην εξίσωση θα πρέπει να προστεθεί η κάλυψη βασικών κατηγοριών δαπανών στις οποίες περιλαµβάνονται οι δαπάνες για τα εξοπλιστικά, για τις νέες προσλήψεις που έχουν εξαγγελθεί και για την απονοµή νέων συντάξεων, όπως και αυτές που αφορούν την αντιµετώπιση των φαινοµένων της κλιµατικής αλλαγής.

Το υπουργείο Οικονοµικών έχει ήδη ανακοινώσει ότι στο τέλος του έτους θα χορηγηθεί πρόσθετο επίδοµα στους συνταξιούχους που δεν λαµβάνουν ετήσιες αυξήσεις λόγω προσωπικής διαφοράς. Στο πλαίσιο αυτό, δεδοµένης και της θετικής πορείας του φετινού προϋπολογισµού, αναµένεται να εξεταστεί η δυνατότητα ενίσχυσης και άλλων ευάλωτων οµάδων χαµηλόµισθων και χαµηλοσυνταξιούχων. Όπως έχει ήδη αποκαλύψει η «Α», υπάρχουν, επίσης, εισηγήσεις για ακόµη µεγαλύτερη µείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Έχει ήδη αποφασιστεί µείωση κατά 0,5% το 2025 και 0,5% το 2027 τις οποίες θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ∆ΕΘ, ωστόσο ένα σενάριο είναι είτε να βρεθούν χρήµατα για ακόµη µεγαλύτερη µείωση είτε η προγραµµατισµένη για το 2027 να έρθει νωρίτερα και συγκεκριµένα από το 2026, ώστε να ελαφρύνει το µη µισθολογικό κόστος που συνιστά πάγιο αίτηµα των εργοδοτών.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή