Οι επιδόσεις των ξενοδοχείων της Αθήνας κατά το 2024 καταγράφουν μια μικρή, αλλά σημαντική βελτίωση, με τη μέση πληρότητα στο οκτάμηνο να ανέρχεται στο 77,5%, σημειώνοντας αύξηση κατά 1,9% σε σύγκριση με το 2023, όπου η πληρότητα έφτασε το 76,1%. Παρόλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί πως η άνοδος αυτή βασίζεται κυρίως στις επιδόσεις των ξενοδοχείων σε μη τουριστικές περιόδους αιχμής, καθώς οι καλοκαιρινοί μήνες καταγράφουν πτώση στη μέση πληρότητα σε σχέση με το προηγούμενο έτος.


Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 2024 η πληρότητα των αθηναϊκών ξενοδοχείων έκλεισε στο 79,8%, μειωμένη κατά 2,1% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2023 και του 2022. Αντίστοιχα, αρνητική ήταν η πορεία και τους προηγούμενους μήνες, με τον Ιούλιο να καταγράφει πτώση 1,9%, τον Ιούνιο 1,5% και τον Μάιο 2,7%. Παρόλο που το σύνολο του οκταμήνου δείχνει θετική τάση, η μείωση αυτή κατά τους θερινούς μήνες αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τον κλάδο.


Η αύξηση της πληρότητας τους πρώτους μήνες του έτους προσφέρει ένα ισχυρό μήνυμα για τη 12μηνη δυναμική του τουρισμού στην Αθήνα, όπως τονίζει και η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής & Αργοσαρωνικού. Αυτή η εικόνα ενισχύει τη συζήτηση για την ανάγκη αναβάθμισης των υποδομών της πόλης, όπως η δημιουργία Συνεδριακού Κέντρου, ώστε να αξιοποιηθεί πλήρως η τουριστική δυναμική της πόλης και κατά τη χειμερινή περίοδο. Επίσης, η προώθηση θεματικού τουρισμού και city break καθίσταται όλο και πιο απαραίτητη για την ενίσχυση της τουριστικής κίνησης σε όλη την Αττική.

Αξιοσημείωτη είναι η επίδοση της Αθήνας σε σύγκριση με άλλους ευρωπαϊκούς τουριστικούς προορισμούς. Με μέση πληρότητα 77,5% για το οκτάμηνο του 2024, η Αθήνα ξεπερνά πόλεις όπως το Παρίσι (72,9%), η Ρώμη (71,5%), η Μαδρίτη (74,2%) και η Κωνσταντινούπολη (66,8%). Βρίσκεται όμως πίσω από τη Βαρκελώνη (79,2%) και το Λονδίνο (79,7%), που κατέχουν τις πρώτες θέσεις.


Ωστόσο, η συνεχής μείωση της πληρότητας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ενισχύει την εκτίμηση ότι μεγάλο μέρος των επισκεπτών της Αθήνας επιλέγουν μη καταγεγραμμένες διαμονές, όπως καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Σύμφωνα με στοιχεία του ΞΕΕ/ΙΤΕΠ, στην Αττική υπάρχουν 34.295 καταγεγραμμένα ακίνητα βραχυχρόνιας μίσθωσης μέσω της πλατφόρμας Airbnb, προσφέροντας 137.499 κλίνες, ενώ τα ξενοδοχεία προσφέρουν 67.398 κλίνες σε 698 μονάδες.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επιδόσεις των ξενοδοχείων 3 αστέρων, τα οποία καταγράφουν μέση πληρότητα 84,4% στο οκτάμηνο του 2024 και 86,8% τον Αύγουστο. Η ζήτηση αυτών των οικονομικότερων καταλυμάτων αποκαλύπτει νέες τάσεις στην αγορά, που αξίζουν προσοχής.


Βελτιωμένες οικονομικές επιδόσεις
Σε επίπεδο τιμών, η μέση τιμή δωματίου (ADR) και το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPar) κατέγραψαν άνοδο. Συγκεκριμένα, η μέση τιμή αυξήθηκε κατά 9,1% φτάνοντας τα 150,34 ευρώ, ενώ το RevPar αυξήθηκε κατά 11,2% φτάνοντας τα 116,58 ευρώ. Σε σύγκριση με άλλες πόλεις, η απόδοση της Αθήνας σε ADR και RevPar υπερέχει της Βιέννης ((ADR 130,59 ευρώ & RevPar 90,11 ευρώ), του Βερολίνου (ADR 123,16 ευρώ & RevPar 87,94) και της Κωνσταντινούπολης (ADR 132,85 ευρώ και RevPar 88,74 ευρώ) αλλά υπολείπεται έναντι της Ρώμης (ADR 235,16 ευρώ), του Παρισιού (ADR 347,63 ευρώ), του Λονδίνου (ADR 225,31 ευρώ), του Άμστερνταμ (ADR 175,32), της Μαδρίτης (ADR 163,44 ευρώ), της Βαρκελώνης (ADR 188,70 ευρώ), κ.ο.κ.

Τα στοιχεία καταδεικνύουν πως η Αθήνα έχει τη δυναμική να εξελιχθεί περαιτέρω ως τουριστικός προορισμός. Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται μια συντονισμένη στρατηγική προσέγγιση, που θα επικεντρώνεται στην αναβάθμιση της καθημερινής ζωής στην πόλη, στην εδραίωση του αισθήματος ασφάλειας και στην ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών.