Σταθερά στο 2,1% του ΑΕΠ θα βρίσκεται το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας από το 2024 έως και το 2029, όπως προβλέπει το ΔΝΤ στη νεά έκθεση για τις παγκόσμιες δημοσιονομικές εξελίξεις (Fiscal Monitor).

Όσον αφορά τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να φτάσουν στο 47,6% του ΑΕΠ το 2024 και στο 47,7% το 2025 και να πέσουν στη συνέχεια στο 45,2% το 2029. Για τις δαπάνες το ΔΝΤ αναμένει ότι θα ανέλθουν στο 48,6% του ΑΕΠ φέτος και το 2025 και θα υποχωρήσουν στο 45,7% το 2029.

Σε σχέση με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, στο οποίο, όπως αναφέρει το Ταμείο, έχουν συνυπολογιστεί οι αναβαλλόμενοι τόκοι από δάνεια που είχε πάρει η Ελλάδα (σ.σ.: κατά την περίοδο των μνημονίων), προβλέπεται να μειωθεί από το 168,9% του ΑΕΠ το 2023 στο 159% εφέτος και να υποχωρήσει σταδιακά στο 139,4% το 2029, δηλαδή κατά σχεδόν 30 ποσοστιαίες μονάδες.

ΔΝΤ: «Καμπανάκι» για το παγκόσμιο χρέος

Με βάση την έκθεση του ΔΝΤ, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος κινείται σε πολύ υψηλά επίπεδα και αναμένεται να ξεπεράσει τα 100 τρισ. δολάρια ή περίπου το 93% του παγκόσμιου ΑΕΠ έως το τέλος του έτους και να προσεγγίσει το 100% του ΑΕΠ μέχρι το 2030, επίπεδο που είναι 10% πάνω από το ανστίστοιχο του 2019.

Η έκθεση του ΔΝΤ, δείχνει ότι τα μελλοντικά επίπεδα χρέους πιθανόν να είναι ακόμη μεγαλύτερα από τα προβλεπόμενα και ότι απαιτούνται πολύ μεγαλύτερες δημοσιονομικές προσαρμογές από τις τρέχουσες προβλέψεις για τη σταθεροποίηση ή τη μείωσή του με μεγάλη πιθανότητα. Η έκθεση υποστηρίζει ότι οι χώρες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους χρέους τώρα με προσεκτικά σχεδιασμένες δημοσιονομικές πολιτικές που θα προστατεύουν την ανάπτυξη και τα ευάλωτα νοικοκυριά, ενώ παράλληλα θα επωφελούνται από τις μειώσεις επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών.

Οι τρεις λόγοι που φέρνουν «σύννεφα» στις δημοσιονομικές προοπτικές των χωρών

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι δημοσιονομικές προοπτικές πολλών χωρών πιθανά θα είναι χειρότερες από ό,τι αναμένεται για τρεις βασικούς λόγους:

  • Τις μεγάλες πιέσεις στις δαπάνες
  • Τις συνήθως αισιόδοξες προβλέψεις για το χρέος
  • Το σημαντικό επίπεδο μη αναγνωρισμένου χρέους

Η κατεύθυνση σε παγκόσμια κλίμακα, είναι για αύξηση των δαπανών δεδομένου ότι οι χώρες πρέπει να δαπανούν όλο και περισσότερο για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού, την πράσινη μετάβαση και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, καθώς και τις ανάγκες για άμυνα και ενεργειακή ασφάλεια, εξαιτίας των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων. Στον αντίποδα, η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει ότι οι προβλέψεις για το χρέος τείνουν να υποεκτιμούν σε σημαντικό βαθμό τα πραγματικά αποτελέσματα. Ο πραγματικός λόγος χρέους προς ΑΕΠ μετά από πέντε χρόνια θα μπορούσε να φτάσει κατά μέσο όρο 10% υψηλότερος από τις προβλέψεις.

Σε ένα εξαιρετικά δυσμενές σενάριο που έχει καταρτίσει το ΔΝΤ, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος θα φθάσει το 115% του ΑΕΠ σε τρία χρόνια – σχεδόν 20% υψηλότερα από ό,τι προβλέπεται σήμερα. Μια ανάλυση περισσότερων από 30 χωρών έδειξε ότι το 40% του μη αναγνωρισμένου χρέους προέρχεται από πιθανές υποχρεώσεις και δημοσιονομικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι κυβερνήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες προκύπτουν από ζημιές σε κρατικές επιχειρήσεις. Ιστορικά, το μη αναγνωρισμένο χρέος είναι μεγάλο, κυμαίνεται από 1 – 1,5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, και αυξάνεται απότομα σε περιόδους χρηματοπιστωτικής πίεσης.

Το δημόσιο χρέος είναι μεγαλύτερο από ό,τι εκτιμάται

Τέλος, όπως επισημαίνει το ΔΝΤ, σε περίπτωση που το δημόσιο χρέος είναι μεγαλύτερο από ό,τι εκτιμάται, τότε οι τρέχουσες δημοσιονομικές προσπάθειες είναι πιθανότατα ανεπαρκείς. Η δημοσιονομική προσαρμογή παίζει καθοριστικό ρόλο στη μείωση των κινδύνων που συνδέονται με το χρέος. Καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί και οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν τα επιτόκια, οι οικονομίες είναι πλέον σε καλύτερη θέση να διαχειριστούν τις συνέπειες της δημοσιονομικής σύσφιξης.

Η καθυστέρηση θα ήταν δαπανηρή και επικίνδυνη, καθώς η απαιτούμενη διόρθωση γίνεται πιο επείγουσα με την πάροδο του χρόνου. Η εμπειρία δείχνει ότι το υψηλό χρέος και η έλλειψη αξιόπιστων δημοσιονομικών σχεδίων μπορούν να προκαλέσουν αρνητικές αντιδράσεις στις αγορές, περιορίζοντας τα περιθώρια δράσης σε περιόδους κρίσης, αναφέρει το Ταμείο.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, οι τρέχουσες δημοσιονομικές προσαρμογές -κατά μέσο όρο 1% του ΑΕΠ σε βάθος έξι ετών, μέχρι το 2029- δεν αρκούν για να μειώσουν σημαντικά ή να σταθεροποιήσουν το χρέος με μεγάλη πιθανότητα. Μια συνολική δημοσιονομική σύσφιξη της τάξης του 3,8% του ΑΕΠ στην ίδια χρονική περίοδο θα ήταν απαραίτητη για να επιτευχθεί σταθεροποίηση του χρέους σε μια μέση οικονομία.

Σε χώρες όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ, όπου το χρέος δεν αναμένεται να σταθεροποιηθεί, η απαιτούμενη δημοσιονομική προσπάθεια είναι σημαντικά μεγαλύτερη. Ωστόσο, οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου διαθέτουν περισσότερες επιλογές πολιτικής σε σχέση με άλλες χώρες.

Διαβάστε περισσότερα στο Powergame.gr