Eπιδείνωση παρουσίασαν τα δανειακά χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών το α΄εξάµηνο του 2024, εξαιτίας της νέας εποπτικής απαίτησης να συµπεριλάβουν και τα δάνεια που έχουν χορηγηθεί µε εγγύηση του ελληνικού ∆ηµοσίου σε ειδικές κοινωνικές οµάδες.

Το ποσό των δανείων αυτών έχει πέσει στο 1 δισεκατοµµύριο ευρώ, ωστόσο οι τράπεζες βρίσκονται ακόµη εν αναµονή της καταβολής των εγγυήσεων από το ελληνικό ∆ηµόσιο.

Μη εξυπηρετούµενα δάνεια

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΤτΕ (Έκθεση Χρηµατοπιστωτικής Σταθερότητας), το α΄ εξάµηνο του 2024 καταγράφηκε αύξηση του αποθέµατος των µη εξυπηρετούµενων δανείων (ΜΕ∆) στα περισσότερα χαρτοφυλάκια. Σηµαντικότερη ποσοστιαία ήταν η αύξηση των ΜΕ∆ προς νοικοκυριά (15,6%) και συγκεκριµένα των στεγαστικών δανείων (23%), µε το ίδιο χαρτοφυλάκιο να παρουσιάζει τη σηµαντικότερη αύξηση σε απόλυτα νούµερα (0,5 δισ. ευρώ).

Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην ενσωµάτωση, ύστερα από εποπτική απαίτηση, των δανείων µε εγγύηση του ελληνικού ∆ηµοσίου που έχουν χορηγηθεί σε ειδικές κοινωνικές οµάδες. Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαµήνου του 2024 οι ροές από εξυπηρετούµενα δάνεια προς µη εξυπηρετούµενα ήταν 1,3 δισ. ευρώ (εκ των οποίων 1 δισ. ευρώ αφορά τα προαναφερθέντα δάνεια µε την εγγύηση του ελληνικού ∆ηµοσίου).

Την ίδια στιγµή, οι ροές από τα µη εξυπηρετούµενα δάνεια προς τα εξυπηρετούµενα ήταν 0,7 δισ. ευρώ. Που σηµαίνει ότι η «ζυγαριά» δανείων που «κοκκίνισαν» (νέες επισφάλειες) και δανείων που «πρασίνισαν» (δάνεια που θεραπεύτηκαν) έγειρε στην πλευρά των µη εξυπηρετούµενων, µε εισροή νέων ΜΕ∆ ύψους 576 εκατ. ευρώ. Σηµειώνεται ότι και στα δύο πρώτα τρίµηνα του 2024 παρατηρήθηκε καθαρή ροή προς ΜΕ∆ µε µειωµένη τάση στο β΄ τρίµηνο (360 εκατ. ευρώ το α΄ τρίµηνο και 216 εκατ. ευρώ το β΄ τρίµηνο του 2024).

Κατόπιν των παραπάνω, ο λόγος των ΜΕ∆ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του πρώτου εξαµήνου του 2024 διαµορφώθηκε σε 6,9% έναντι 6,7% στο τέλος του 2023. Όπως επισηµαίνει η ΤτΕ, η πιστωτική επέκταση µετρίασε την επίδραση από την αύξηση των µη εξυπηρετούµενων δανείων. Εντούτοις, στις λιγότερο σηµαντικές τράπεζες ο δείκτης των ΜΕ∆ ως προς το σύνολο των δανείων παραµένει ιδιαίτερα υψηλός και διαµορφώνεται σε 36,4% το πρώτο εξάµηνο του 2024, µειωµένος κατά 1,2 ποσοστιαία µονάδα σε σχέση µε τον ∆εκέµβριο του 2023, κυρίως λόγω της πιστωτικής επέκτασης ορισµένων εξ αυτών. Πάντως, µέχρι το τέλος του 2024 αναµένεται σηµαντική αποκλιµάκωση του εν λόγω δείκτη µετά την ένταξη σηµαντικού ποσοστού των ΜΕ∆ της Attica Bank και της Παγκρήτιας Τράπεζας στο πρόγραµµα «Ηρακλής».

Από τα λοιπά στοιχεία της ΤτΕ προκύπτει ότι στο τέλος του α΄ εξαµήνου οι τράπεζες είχαν µειώσει τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης (unlikely to pay) σε 2,7 δισ. ευρώ (26% των ΜΕ∆) από 3,2 δισ. ευρώ τον ∆εκέµβριο του 2023 (-17,8%). Ωστόσο, τα δάνεια σε καθυστέρηση από 1 έως 90 ηµέρες (πρώιµες ληξιπρόθεσµες οφειλές) αυξήθηκαν κατά 43%, µε αποτέλεσµα να ανέλθουν σε 7,7 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2024 από 5,4 δισ. ευρώ τον ∆εκέµβριο του 2023, ενώ ο λόγος των δανείων αυτών προς το σύνολο των εξυπηρετούµενων δανείων αυξήθηκε σε 5,5% τον Ιούνιο του 2024 έναντι 3,8% τον ∆εκέµβριο του 2023.

Δάνεια σε καθυστέρηση 

Τα δάνεια σε καθυστέρηση µεγαλύτερη των 90 ηµερών (χωρίς να συµπεριλαµβάνονται οι καταγγελµένες απαιτήσεις) ενισχύθηκαν τον Ιούνιο του 2024 και διαµορφώθηκαν σε 3,7 δισ. ευρώ (35,6% των ΜΕ∆), αυξηµένα κατά 46,3% σε σχέση µε τον ∆εκέµβριο του 2023 (2,5 δισ. ευρώ), λόγω της συµπερίληψης δανείων µε εγγύηση του ελληνικού ∆ηµοσίου τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία αποπληρωµής από το ελληνικό ∆ηµόσιο.

Ωστόσο, επισηµαίνεται ότι το 68,2% των ΜΕ∆ που εµπίπτουν σε αυτή την κατηγορία είναι σε καθυστέρηση µεγαλύτερη του ενός έτους, ποσοστό αντίστοιχο µε εκείνο στο τέλος του 2023 (68,5%). Το αντίστοιχο ποσοστό καθυστέρησης για τα επιχειρηµατικά δάνεια ανέρχεται σε 61,8%, για τα στεγαστικά σε 78,8% και για τα καταναλωτικά δάνεια σε 58,6%.


*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»