Φοροδιαφυγή: Οι ελαφρύνσεις που φέρνει το ''χτύπηµά'' της - Με επιπλέον 2,5 δισ. ευρώ έως το 2027 το “κούρεµα” τεκµηρίων διαβίωσης κατά 30% και η κατάργηση του τέλους επιτηδεύµατος
Οι κινήσεις που σχεδιάζει η κυβέρνηση
Νέες, µόνιµες µειώσεις άµεσων φόρων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για την περίοδο 2025-2027 σχεδιάζει η κυβέρνηση
Με το όπλο «παρά πόδα» για νέες, µόνιµες µειώσεις άµεσων φόρων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για την περίοδο 2025-2027 βρίσκεται η κυβέρνηση, µε «πλοηγό» τις πρόσθετες εισπράξεις που θα εισρεύσουν στα κρατικά ταµεία από τα... µπλόκα στο «µαύρο χρήµα» και θα συρρικνώσουν το «κενό» στον ΦΠΑ.
Στόχος είναι µε την ενεργοποίηση των νέων ψηφιακών εργαλείων, τις σαρωτικές διασταυρώσεις και την επέκταση και ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε όλο το φάσµα της αγοράς να εισρεύσουν στα κρατικά ταµεία επιπλέον 2,5 δισ. ευρώ το 2027 από την καταπολέµηση της φοροδιαφυγής.
Αρµόδια στελέχη εκφράζουν την αισιοδοξία τους ότι ο στόχος θα επιτευχθεί και σε συνεννόηση µε την Κοµισιόν τα πρόσθετα έσοδα θα κατευθυνθούν για τη µείωση της φορολογίας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και τη δικαιότερη κατανοµή των φορολογικών βαρών. Άλλωστε, µε τους νέους δηµοσιονοµικούς κανόνες οποιοδήποτε υπερπλεόνασµα που προέρχεται από συγκυριακούς λόγους δεν θα µπορεί να ξοδεύεται για παροχές, ωστόσο τα πρόσθετα έσοδα από ενεργητικές φορολογικές πολιτικές, όπως για παράδειγµα από τις κυβερνητικές παρεµβάσεις για τον περιορισµό της φοροδιαφυγής, µπορούν έπειτα από διαπραγµάτευση µε τη Κοµισιόν να αξιοποιηθούν για µειώσεις φόρων.
Αν και όλα θα εξαρτηθούν από την πραγµατική απόδοση των µέτρων την τριετία 2025-2027, ψηλά στην κυβερνητική ατζέντα βρίσκονται οι ακόλουθες κινήσεις:
1. «Κούρεµα» κατά 30% των τεκµηρίων διαβίωσης από το 2026 και πλήρη κατάργησή τους σε βάθος χρόνου, µε την πλήρη εφαρµογή των ψηφιακών εργαλείων για τον προσδιορισµό των εισοδηµάτων και της περιουσιακής κατάστασης και την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε όλο το φάσµα της αγοράς. Στόχος των παρεµβάσεων είναι η εξάλειψη των αδικιών και των στρεβλώσεων που έχουν αποτέλεσµα εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες µε χαµηλά εισοδήµατα να καλούνται να πληρώσουν υψηλότερους φόρους σε σχέση µε το εισόδηµά τους, καθώς η Εφορία υπολογίζει τον φόρο µε βάση τις τεκµαρτές δαπάνες διαβίωσης που ισχύουν για τα αυτοκίνητα, τις κατοικίες, τις αγορές αγαθών, τα δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία, τα σκάφη αναψυχής. Σύµφωνα µε τα στοιχεία της ΑΑ∆Ε, οι περισσότεροι φορολογούµενοι που πιάνονται στην παγίδα των τεκµηρίων διαβίωσης είναι µισθωτοί και συνταξιούχοι, κυρίως µε χαµηλά εισοδήµατα, οι οποίοι καταβάλλουν έξτρα φόρους επειδή διαµένουν σε ιδιόκτητη ή µισθωµένη κατοικία και έχουν ένα αυτοκίνητο.
2. Κατάργηση του τέλους επιτηδεύµατος για τις επιχειρήσεις. Επισηµαίνεται ότι το µνηµονιακό χαράτσι αποτελεί παρελθόν από το 2025 για όλους τους ελεύθερους επαγγελµατίες, αυτοαπασχολούµενους, ατοµικές επιχειρήσεις, καθώς και για τους εργαζόµενους που αµείβονται µε «µπλοκάκι», ενώ παραµένει για τις επιχειρήσεις, τα υποκαταστήµατα των νοµικών προσώπων κ.ο.κ.
3. Νέα µείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Από την 1η Ιανουαρίου 2025 οι ασφαλιστικές εισφορές θα µειωθούν κατά µία ακόµα µονάδα. Ο επιµερισµός θα είναι µισή µονάδα για εργοδότες και εργαζόµενους, ενώ οι µειώσεις εισφορών για τις επιχειρήσεις αναµένεται να οδηγήσουν σε επιπρόσθετες αυξήσεις των µισθών. Συνολικά, επιχειρήσεις και εργαζόµενοι κερδίζουν κοντά στα 400 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι έως το 2027 οι ασφαλιστικές εισφορές θα έχουν µειωθεί αθροιστικά κατά 6 µονάδες, γεγονός το οποίο µεταφράζεται σε περαιτέρω µείωση κατά µισή ποσοστιαία µονάδα.
4. Παρεµβάσεις στην κλίµακα φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων µε µειώσεις συντελεστών, κυρίως για τα µεσαία εισοδήµατα. Με βάση το ισχύον καθεστώς, τα φυσικά πρόσωπα µε εισοδήµατα από µισθούς, συντάξεις, επιχειρηµατική δραστηριότητα φορολογούνται µε συντελεστές που ξεκινούν από 9% (για τα πρώτα 10.000 ευρώ εισοδήµατος) και φτάνουν έως και 44% (για εισοδήµατα άνω των 40.000 ευρώ). Το 2020, οι αλλαγές στη φορολογική κλίµακα ευνόησαν κυρίως ελεύθερους επαγγελµατίες και αυτοαπασχολούµενους, καθώς µε τη θέσπιση εισαγωγικού συντελεστή 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ του εισοδήµατός τους προέκυψε ετήσιο φορολογικό όφελος 1.300 ευρώ. Αντίθετα, οι έχοντες εισοδήµατα από 20.000 έως 50.000 ευρώ είδαν τις επιβαρύνσεις να περιορίζονται µόλις κατά 17 ευρώ ετησίως.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»
Στόχος είναι µε την ενεργοποίηση των νέων ψηφιακών εργαλείων, τις σαρωτικές διασταυρώσεις και την επέκταση και ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε όλο το φάσµα της αγοράς να εισρεύσουν στα κρατικά ταµεία επιπλέον 2,5 δισ. ευρώ το 2027 από την καταπολέµηση της φοροδιαφυγής.
Αρµόδια στελέχη εκφράζουν την αισιοδοξία τους ότι ο στόχος θα επιτευχθεί και σε συνεννόηση µε την Κοµισιόν τα πρόσθετα έσοδα θα κατευθυνθούν για τη µείωση της φορολογίας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και τη δικαιότερη κατανοµή των φορολογικών βαρών. Άλλωστε, µε τους νέους δηµοσιονοµικούς κανόνες οποιοδήποτε υπερπλεόνασµα που προέρχεται από συγκυριακούς λόγους δεν θα µπορεί να ξοδεύεται για παροχές, ωστόσο τα πρόσθετα έσοδα από ενεργητικές φορολογικές πολιτικές, όπως για παράδειγµα από τις κυβερνητικές παρεµβάσεις για τον περιορισµό της φοροδιαφυγής, µπορούν έπειτα από διαπραγµάτευση µε τη Κοµισιόν να αξιοποιηθούν για µειώσεις φόρων.
Οι κινήσεις που σχεδιάζει η κυβέρνηση για την ελάφρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων
Αν και όλα θα εξαρτηθούν από την πραγµατική απόδοση των µέτρων την τριετία 2025-2027, ψηλά στην κυβερνητική ατζέντα βρίσκονται οι ακόλουθες κινήσεις:1. «Κούρεµα» κατά 30% των τεκµηρίων διαβίωσης από το 2026 και πλήρη κατάργησή τους σε βάθος χρόνου, µε την πλήρη εφαρµογή των ψηφιακών εργαλείων για τον προσδιορισµό των εισοδηµάτων και της περιουσιακής κατάστασης και την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε όλο το φάσµα της αγοράς. Στόχος των παρεµβάσεων είναι η εξάλειψη των αδικιών και των στρεβλώσεων που έχουν αποτέλεσµα εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες µε χαµηλά εισοδήµατα να καλούνται να πληρώσουν υψηλότερους φόρους σε σχέση µε το εισόδηµά τους, καθώς η Εφορία υπολογίζει τον φόρο µε βάση τις τεκµαρτές δαπάνες διαβίωσης που ισχύουν για τα αυτοκίνητα, τις κατοικίες, τις αγορές αγαθών, τα δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία, τα σκάφη αναψυχής. Σύµφωνα µε τα στοιχεία της ΑΑ∆Ε, οι περισσότεροι φορολογούµενοι που πιάνονται στην παγίδα των τεκµηρίων διαβίωσης είναι µισθωτοί και συνταξιούχοι, κυρίως µε χαµηλά εισοδήµατα, οι οποίοι καταβάλλουν έξτρα φόρους επειδή διαµένουν σε ιδιόκτητη ή µισθωµένη κατοικία και έχουν ένα αυτοκίνητο.
2. Κατάργηση του τέλους επιτηδεύµατος για τις επιχειρήσεις. Επισηµαίνεται ότι το µνηµονιακό χαράτσι αποτελεί παρελθόν από το 2025 για όλους τους ελεύθερους επαγγελµατίες, αυτοαπασχολούµενους, ατοµικές επιχειρήσεις, καθώς και για τους εργαζόµενους που αµείβονται µε «µπλοκάκι», ενώ παραµένει για τις επιχειρήσεις, τα υποκαταστήµατα των νοµικών προσώπων κ.ο.κ.
3. Νέα µείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Από την 1η Ιανουαρίου 2025 οι ασφαλιστικές εισφορές θα µειωθούν κατά µία ακόµα µονάδα. Ο επιµερισµός θα είναι µισή µονάδα για εργοδότες και εργαζόµενους, ενώ οι µειώσεις εισφορών για τις επιχειρήσεις αναµένεται να οδηγήσουν σε επιπρόσθετες αυξήσεις των µισθών. Συνολικά, επιχειρήσεις και εργαζόµενοι κερδίζουν κοντά στα 400 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι έως το 2027 οι ασφαλιστικές εισφορές θα έχουν µειωθεί αθροιστικά κατά 6 µονάδες, γεγονός το οποίο µεταφράζεται σε περαιτέρω µείωση κατά µισή ποσοστιαία µονάδα.
4. Παρεµβάσεις στην κλίµακα φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων µε µειώσεις συντελεστών, κυρίως για τα µεσαία εισοδήµατα. Με βάση το ισχύον καθεστώς, τα φυσικά πρόσωπα µε εισοδήµατα από µισθούς, συντάξεις, επιχειρηµατική δραστηριότητα φορολογούνται µε συντελεστές που ξεκινούν από 9% (για τα πρώτα 10.000 ευρώ εισοδήµατος) και φτάνουν έως και 44% (για εισοδήµατα άνω των 40.000 ευρώ). Το 2020, οι αλλαγές στη φορολογική κλίµακα ευνόησαν κυρίως ελεύθερους επαγγελµατίες και αυτοαπασχολούµενους, καθώς µε τη θέσπιση εισαγωγικού συντελεστή 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ του εισοδήµατός τους προέκυψε ετήσιο φορολογικό όφελος 1.300 ευρώ. Αντίθετα, οι έχοντες εισοδήµατα από 20.000 έως 50.000 ευρώ είδαν τις επιβαρύνσεις να περιορίζονται µόλις κατά 17 ευρώ ετησίως.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»