Τραπεζίτες: Τι σημαίνει η νίκη Τραμπ για την Ελλάδα
Στον απόηχο των διεθνών εξελίξεων με τους χρηματιστηριακούς δείκτες να χορεύουν στον ρυθμό της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές και το ελληνικό Χρηματιστήριο να εισπράττει εκ των πραγμάτων τον αντίκτυπο, οι τραπεζίτες δεν θα μπορούσαν να μην εστιάσουν στο τι σημαίνει για την Ελλάδα η επανεκλογή του τέως Αμερικανού προέδρου.
Σχολιάζοντας τα τεκταινόμενα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τραπεζικοί και άλλοι οικονομικοί παράγοντες υπογράμμιζαν στο powergame.gr το προφανές: ότι οι πολιτικές Τραμπ είναι πιο φιλικές στις αγορές. Κάτι το οποίο αποδείχτηκε περίτρανα αμέσως μετά το εκλογικό αποτέλεσμα, με τα sell off των ομολόγων, το ράλι των μετοχών και το κλίμα ευφορίας στα κατά τόπους χρηματιστήρια.
Για την ελληνική αγορά, η συσχέτιση από το γεγονός αυτό είναι φυσικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου ο άξονας δράσης θα είναι κοινός. Ένα από τα πιο βασικά μηνύματα- που στέλνουν τραπεζικοί παράγοντες είναι ότι ενδεχομένως – και αυτό είναι θετικός αντίκτυπος για την ΕΕ και για τη χώρα μας – η νίκη Τραμπ να αποτελέσει ένα wake up call για την Ευρώπη, ώστε να εστιάσει πιο πολύ και με περισσότερη σύνεση και συνέπεια στην πολύ πρόσφατη Έκθεση Ντράγκι. Μια Έκθεση που για πολλούς Έλληνες τραπεζίτες θα πρέπει να έχει τη χρήση «Ευαγγελίου».
Η Ευρώπη, όπως διευκρινίζουν οικονομικοί παρατηρητές, θα πρέπει να ενισχύσει οικονομικά την άμυνά της και να προχωρήσει στους στόχους της με πιο ταχύ ρυθμό, ειδικά όταν επί της ουσίας απουσιάζει ενιαία πολιτική άμυνας και ασφάλειας. «Η Ευρώπη, μετά την πτώση του τοίχους του Βερολίνου δεν έχει ακόμη ξυπνήσει» επισημαίνει ανώτατος παράγοντας με ευρύτερη οικονομική εμπειρία. «Δεν υπάρχει ενιαία αμυντική πολιτική, ενιαία εξωτερική πολιτική, ενιαία πολιτική ασφαλείας και στο worst case scenario η Ευρώπη είναι στον αέρα (ειδικά αν ο Τραμπ υλοποιήσει το σχέδιο αποχώρησης από το ΝΑΤΟ)» διευκρινίζει.
Εξ ου και πολλές πηγές εμμένουν στην ανάγκη αύξησης των επενδύσεων στην Άμυνα, σε μια περίοδο μάλιστα, που γεωπολιτικά η χώρα μας και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες απειλούνται αρκετά. Στο φάσμα αυτό, η έκθεση Ντράγκι ήταν παραπάνω από προφητική, ή μάλλον ήταν η φωνή της λογικής σε κάτι που θα ερχόταν. Η επανεκλογή Τραμπ φωτίζει περισσότερο αυτές τις πτυχές και πέραν του ουσιώδους ζητήματος του πιθανού πλήγματος στη Δημοκρατία, εγείρει σοβαρό προβληματισμό από τις επιπτώσεις του προστατευτισμού και εμπορικού κατακερματισμού που θα προωθήσουν οι ΗΠΑ (ειδικά με την επιβολή δασμού 10% προς τα ευρωπαϊκά προϊόντα).
Σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, οι Έλληνες τραπεζίτες εκτιμούν ότι η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ δεν θα πρέπει να αποκλίνει από τη γραμμή της, όπως και οι κεντρικές τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων εκτός ευρωζώνης χωρών. Όσο αυτό συνεχίζεται με στόχο την τόνωση της αγοράς και των επενδύσεων, που η Ελλάδα χρειάζεται εξίσου (ενεργός ο διάλογος για το επενδυτικό άλμα), τόσο τα επιτόκια θα ακολουθούν μια πτωτική πορεία, ίσως και σε πιο επιταχυμένη βάση.
Το δίλημμα της ΕΚΤ για την επόμενη συνεδρίαση (12 Δεκεμβρίου) ίσως γίνει ευκολότερο τώρα, με την Κριστίν Λαγκάρντ να ρίχνει ενδεχομένως μεγαλύτερο βάρος στο ζύγι της ανάπτυξης, παρά του πληθωρισμού, ο οποίος όσο και αν την ανησυχεί, έχει ήδη υποχωρήσει. Όσο και αν το «γεράκι» της ΕΚΤ, ο αντιπρόεδρος Λουίς ντε Γκίντος, δεν θα ήθελε να δει ταχεία μείωση επιτοκίων, η επικράτηση Τραμπ σίγουρα ανεβάζει το θέμα, καθώς και τους τόνους, εντός των κύκλων της ΕΚΤ.
Την ίδια άποψη έχουν οι περισσότεροι ξένοι οίκοι, με τη Goldman Sachs να αναθεωρεί την πρόβλεψή της για το τελικό ποσοστό διαμόρφωσης του επιτοκίου του ευρώ, στο 1,75% (έναντι 2% προηγούμενης πρόβλεψης), έχοντας ως δεδομένη και μια νέα μείωση του 0,25% τον Ιούλιο του 2025.
Ένα από τα θέματα που ενδιαφέρουν τους τραπεζικούς κύκλους της χώρας είναι κατά πόσον θα συνεχίσει η Fed την αυτόνομη πορεία της, χαράσσοντας μια ηπιότερη νομισματική πολιτική και δεν θα δεχθεί πολιτικές πιέσεις. Παρά τις προεκλογικές κορώνες Τραμπ, οι αγορές δεν πιστεύουν ότι θα υπάρξει ανατροπή, όμως, με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουν τις σημερινές αποφάσεις της Federal Reserve (καθώς και τις περαιτέρω κινήσεις της τον Δεκέμβριο και το πρώτο εξάμηνο του 2025). Μια πρώτη ερμηνεία πάντως θέλει τη Fed να προσαρμόζεται σε χαμηλότερο ρυθμό αποκλιμάκωσης.
Από εκεί και πέρα το μεγάλο ερώτημα, όπως αναφέρουν διάφοροι παράγοντες, είναι το τι θα γίνει με τα δύο επίμαχα μέτωπα των ΗΠΑ, το έλλειμμα που είναι στο 5%-6% και το χρέος που υπερβαίνει το 120%. Ένα μέτωπο για το οποίο ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά ούτε η Κάμαλα Χάρις φαίνεται να περιέγραψαν πειστικά για το πώς θα διαχειριστούν και εξακολουθεί να παραμένει ο «Άγνωστος Χ». Η πολιτική Τραμπ από τη μία θέλει να χαϊδέψει τα ώτα των αμερικανικών επιχειρήσεων και εμπόρων, μειώνοντας πιθανότατα και τους φόρους και από την άλλη προαναγγέλλονται κινήσεις προστατευτισμού, που οδηγούν σε κατακερματισμό του εμπορίου διεθνώς, όταν την ίδια στιγμή η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με τη στασιμότητα και την ύφεση.
Εν αναμονή των προγραμματικών δηλώσεων του νέου Αμερικανού προέδρου, οι Έλληνες τραπεζίτες περιμένουν τα πρώτα δείγματα γραφής.
Σχολιάζοντας τα τεκταινόμενα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τραπεζικοί και άλλοι οικονομικοί παράγοντες υπογράμμιζαν στο powergame.gr το προφανές: ότι οι πολιτικές Τραμπ είναι πιο φιλικές στις αγορές. Κάτι το οποίο αποδείχτηκε περίτρανα αμέσως μετά το εκλογικό αποτέλεσμα, με τα sell off των ομολόγων, το ράλι των μετοχών και το κλίμα ευφορίας στα κατά τόπους χρηματιστήρια.
Για την ελληνική αγορά, η συσχέτιση από το γεγονός αυτό είναι φυσικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου ο άξονας δράσης θα είναι κοινός. Ένα από τα πιο βασικά μηνύματα- που στέλνουν τραπεζικοί παράγοντες είναι ότι ενδεχομένως – και αυτό είναι θετικός αντίκτυπος για την ΕΕ και για τη χώρα μας – η νίκη Τραμπ να αποτελέσει ένα wake up call για την Ευρώπη, ώστε να εστιάσει πιο πολύ και με περισσότερη σύνεση και συνέπεια στην πολύ πρόσφατη Έκθεση Ντράγκι. Μια Έκθεση που για πολλούς Έλληνες τραπεζίτες θα πρέπει να έχει τη χρήση «Ευαγγελίου».
Η Ευρώπη, όπως διευκρινίζουν οικονομικοί παρατηρητές, θα πρέπει να ενισχύσει οικονομικά την άμυνά της και να προχωρήσει στους στόχους της με πιο ταχύ ρυθμό, ειδικά όταν επί της ουσίας απουσιάζει ενιαία πολιτική άμυνας και ασφάλειας. «Η Ευρώπη, μετά την πτώση του τοίχους του Βερολίνου δεν έχει ακόμη ξυπνήσει» επισημαίνει ανώτατος παράγοντας με ευρύτερη οικονομική εμπειρία. «Δεν υπάρχει ενιαία αμυντική πολιτική, ενιαία εξωτερική πολιτική, ενιαία πολιτική ασφαλείας και στο worst case scenario η Ευρώπη είναι στον αέρα (ειδικά αν ο Τραμπ υλοποιήσει το σχέδιο αποχώρησης από το ΝΑΤΟ)» διευκρινίζει.
Εξ ου και πολλές πηγές εμμένουν στην ανάγκη αύξησης των επενδύσεων στην Άμυνα, σε μια περίοδο μάλιστα, που γεωπολιτικά η χώρα μας και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες απειλούνται αρκετά. Στο φάσμα αυτό, η έκθεση Ντράγκι ήταν παραπάνω από προφητική, ή μάλλον ήταν η φωνή της λογικής σε κάτι που θα ερχόταν. Η επανεκλογή Τραμπ φωτίζει περισσότερο αυτές τις πτυχές και πέραν του ουσιώδους ζητήματος του πιθανού πλήγματος στη Δημοκρατία, εγείρει σοβαρό προβληματισμό από τις επιπτώσεις του προστατευτισμού και εμπορικού κατακερματισμού που θα προωθήσουν οι ΗΠΑ (ειδικά με την επιβολή δασμού 10% προς τα ευρωπαϊκά προϊόντα).
Σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, οι Έλληνες τραπεζίτες εκτιμούν ότι η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ δεν θα πρέπει να αποκλίνει από τη γραμμή της, όπως και οι κεντρικές τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων εκτός ευρωζώνης χωρών. Όσο αυτό συνεχίζεται με στόχο την τόνωση της αγοράς και των επενδύσεων, που η Ελλάδα χρειάζεται εξίσου (ενεργός ο διάλογος για το επενδυτικό άλμα), τόσο τα επιτόκια θα ακολουθούν μια πτωτική πορεία, ίσως και σε πιο επιταχυμένη βάση.
Το δίλημμα της ΕΚΤ για την επόμενη συνεδρίαση (12 Δεκεμβρίου) ίσως γίνει ευκολότερο τώρα, με την Κριστίν Λαγκάρντ να ρίχνει ενδεχομένως μεγαλύτερο βάρος στο ζύγι της ανάπτυξης, παρά του πληθωρισμού, ο οποίος όσο και αν την ανησυχεί, έχει ήδη υποχωρήσει. Όσο και αν το «γεράκι» της ΕΚΤ, ο αντιπρόεδρος Λουίς ντε Γκίντος, δεν θα ήθελε να δει ταχεία μείωση επιτοκίων, η επικράτηση Τραμπ σίγουρα ανεβάζει το θέμα, καθώς και τους τόνους, εντός των κύκλων της ΕΚΤ.
Την ίδια άποψη έχουν οι περισσότεροι ξένοι οίκοι, με τη Goldman Sachs να αναθεωρεί την πρόβλεψή της για το τελικό ποσοστό διαμόρφωσης του επιτοκίου του ευρώ, στο 1,75% (έναντι 2% προηγούμενης πρόβλεψης), έχοντας ως δεδομένη και μια νέα μείωση του 0,25% τον Ιούλιο του 2025.
Ένα από τα θέματα που ενδιαφέρουν τους τραπεζικούς κύκλους της χώρας είναι κατά πόσον θα συνεχίσει η Fed την αυτόνομη πορεία της, χαράσσοντας μια ηπιότερη νομισματική πολιτική και δεν θα δεχθεί πολιτικές πιέσεις. Παρά τις προεκλογικές κορώνες Τραμπ, οι αγορές δεν πιστεύουν ότι θα υπάρξει ανατροπή, όμως, με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουν τις σημερινές αποφάσεις της Federal Reserve (καθώς και τις περαιτέρω κινήσεις της τον Δεκέμβριο και το πρώτο εξάμηνο του 2025). Μια πρώτη ερμηνεία πάντως θέλει τη Fed να προσαρμόζεται σε χαμηλότερο ρυθμό αποκλιμάκωσης.
Από εκεί και πέρα το μεγάλο ερώτημα, όπως αναφέρουν διάφοροι παράγοντες, είναι το τι θα γίνει με τα δύο επίμαχα μέτωπα των ΗΠΑ, το έλλειμμα που είναι στο 5%-6% και το χρέος που υπερβαίνει το 120%. Ένα μέτωπο για το οποίο ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά ούτε η Κάμαλα Χάρις φαίνεται να περιέγραψαν πειστικά για το πώς θα διαχειριστούν και εξακολουθεί να παραμένει ο «Άγνωστος Χ». Η πολιτική Τραμπ από τη μία θέλει να χαϊδέψει τα ώτα των αμερικανικών επιχειρήσεων και εμπόρων, μειώνοντας πιθανότατα και τους φόρους και από την άλλη προαναγγέλλονται κινήσεις προστατευτισμού, που οδηγούν σε κατακερματισμό του εμπορίου διεθνώς, όταν την ίδια στιγμή η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με τη στασιμότητα και την ύφεση.
Εν αναμονή των προγραμματικών δηλώσεων του νέου Αμερικανού προέδρου, οι Έλληνες τραπεζίτες περιμένουν τα πρώτα δείγματα γραφής.