Την αναντιστοιχία δεξιοτήτων µε την αγορά εργασίας καταδεικνύει έρευνα του Ελληνοαµερικανικού Εµπορικού Επιµελητηρίου.

Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της έρευνας, το 98% των ερωτηθέντων εργοδοτών θεωρεί ότι η εκπαίδευση δεν προετοιµάζει σωστά τα στελέχη για την αγορά εργασίας, οι εργαζόµενοι υστερούν σε στρατηγική σκέψη και επικοινωνία, υπάρχει έλλειψη στελεχών που να συνεργάζονται οµαδικά, ενώ την ερχόµενη πενταετία οι επιχειρήσεις εκτιµούν ότι θα χρειαστούν στελέχη µε τεχνικές γνώσεις -µεταξύ άλλων- στην τεχνητή νοηµοσύνη, στην κυβερνοα σφάλεια και την ανάλυση δεδοµένων.


Βασικά συμπεράσματα της έρευνας για την αγορά εργασίας

Από την έρευνα του Ελληνοαµερικανικού Εµπορικού Επιµελητηρίου τα βασικά συµπεράσµατα που προέκυψαν είναι τα εξής:

  1. Οι δεξιότητες οι οποίες φαίνεται ότι υστερούν στην αγορά εργασίας είναι η στρατηγική σκέψη και η επικοινωνία.
  2. Το 95% θεωρεί ότι η εκπαίδευση είναι ένα µέσο για τη βελτίωση των δεξιοτή των των νέων στελεχών, ωστόσο το 98% εκτιµά πως η εκπαίδευση δεν ετοιµάζει σωστά τα στελέχη για την αγορά εργασίας.
  3. Οι ερωτώµενοι θεωρούν ότι πρέπει να υπάρχει επανασχεδιασµός του εκπαιδευτικού υλικού από τα πανεπιστήµια.
  4. Άνθρωποι της αγοράς είναι σηµαντικό να επικοινωνούν µε τα πανεπιστήµια και να προετοιµάζουν τους νέους εργαζόµενους ώστε να είναι πιο έτοιµοι για την αγορά εργασίας.
  5. Τα ανώτατα στελέχη έχουν έλλειψη γνώσεων στο κοµµάτι της καινοτοµίας - ανάπτυξης - νέας τεχνολογίας.
  6. Σχετικά µε τα soft skills οι επιχειρήσεις δηλώνουν ότι υπάρχει έλλειψη στην αγορά εργασίας στελεχών µε ευελιξία και προσαρµοστικότητα, αλλά και στελεχών που µπορούν εύκολα να συνεργαστούν σε οµάδες.
  7. Η ισορροπία επαγγελµατικής και προσωπικής ζωής και οι καλύτερες απολαβές είναι τα βασικότερα στοιχεία που εξετάζουν οι νέοι εργαζόµενοι για να εισέλθουν σε µια επιχείρηση.
  8. Τα επόµενα πέντε χρόνια οι επιχειρήσεις υπολογίζουν ότι θα χρειαστούν στελέχη µε τεχνικές γνώσεις κυρίως σε AI, cyber security και data analytics, ενώ ως soft skills δίνουν έµφαση στη δεξιότητα της καλής επικοινωνίας.

Ενδιαφέροντα στοιχεία παρουσίασε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Κωνσταντίνος Καραγκούνης, σύµφωνα µε τα οποία οι κενές θέσεις εργασίας το δεύτερο τρίµηνο του 2024 στο σύνολο της οικονοµίας ανήλ θαν σε 53.814 και ήταν αυξηµένες κατά 54,4% από το αντίστοιχο τρίµηνο του 2023.

Επίσης, η Ελλάδα κατατάσσεται στη δεύτερη υψηλότερη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε όρους πλεονάσµατος δεξιοτήτων και στην τέταρτη υψηλότερη µεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ ηγείται αυτών ως προς την αναντιστοιχία της θέσης εργασίας µε το αντικείµενο σπουδών, σύµφωνα µε τον ΟΟΣΑ.

Η υφυπουργός Παιδείας, Ιωάννα Λυτρίβη, ανέφερε ότι το εκπαιδευτικό σύστηµα πρέπει να συνοµιλεί και να συνεργάζεται µε την αγορά εργασίας. Και τόνισε ότι «υπάρχουν δύο είδη αναντι στοιχίας δεξιοτήτων, η οριζόντια, που αφορά το είδος των σπουδών που δεν ταιριάζει µε την αγορά εργασίας, και η κάθετη αναντιστοιχία, που αναφέρεται στο επίπεδο των σπουδών, όπως είναι οι υπερεκπαιδευµένοι για χαµηλότερης ποιότητας εργασίες».

Υπογράµµισε ότι το υπουργείο Παιδείας «διεξάγει πρακτικές ενίσχυσης της ποιότητας της κατάρτισης, µε την αναµόρφωση του συνόλου των οδηγών σπουδών σε όλες τις ειδικότητες από τις Σχολές Ανώτερης Επαγγελµατικής Κα τάρτισης, πρώην ΙΕΚ, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει σύστηµα διαρκούς αξιολόγησης στους οδηγούς κατάρτισης. Επίσης, ξε κινάει πρόγραµµα εκπαίδευσης των εκ παιδευτών στα πρώην ΙΕΚ».

Σηµείωσε ακόµη ότι θα πρέπει να υπάρχει ένας ενιαίος χώρος διά βίου µάθησης. «Το πανεπιστήµιο θα πρέπει µε την έρευνα και την επιστηµονική σκέψη που διαθέτει να τροφοδοτεί την επαγγελµατική κατάρ τιση µε νέες µεθόδους και πρακτικές, συζητήσεις για τα κέντρα αριστείας, ενώ ταυτόχρονα να διαχέεται η µεθοδολογία και η γνώση στην τοπική κοινωνία», σηµείωσε η κυρία Λυτρίβη, τονίζοντας ότι «το υπουργείο έχει δώσει έµφαση µεταξύ άλλων και στη διαπερατότητα. Συνεπώς µπορούν πλέον οι απόφοιτοι να εισέλθουν σε σχολές µε κατατακτήριες εξετάσεις, ανεξάρτητα µε το πρώτο αντικείµενο σπουδών που είχα ν επιλέξει».


Προαπαιτούμενο η ψηφιακή εξειδίκευση για το 60% των θέσεων έως το 2030

Εξειδικευμένες ψηφιακές δεξιότητες θα απαιτούν έως το 2030 περισσότερες από έξι στις δέκα θέσεις εργασίας. Αυτό, σύμφωνα με ανάλυση του Ελληνικού Συνδέσμου Εταιρειών Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης, σημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθούν και να αναπτυχθούν περαιτέρω τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, καθώς, σύμφωνα με τις σχετικές μελέτες, η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση στη χώρα μας είναι ελλιπής σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ.

Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα, η αναβάθμιση δεξιοτήτων μέσω της επαγγελματικής κατάρτισης έχει θετικές συνέπειες τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία. Οικονομικά, οι εργαζόμενοι με υψηλότερο επίπεδο δεξιοτήτων είναι πιο παραγωγικοί και συμβάλλουν στη δημιουργία καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών, κάτι που ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της χώρας σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, κάθε αύξηση των δεξιοτήτων κατά 1% μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας έως και 0,8%.

Επιπλέον, η αναβάθμιση δεξιοτήτων μπορεί να μειώσει τις κοινωνικές ανισότητες, καθώς δίνει τη δυνατότητα στους ανέργους και στους εργαζόμενους χαμηλής ειδίκευσης να αποκτήσουν τις απαιτούμενες γνώσεις για να βρουν εργασία ή να εξελιχθούν επαγγελματικά. Στην Ευρώπη έχει παρατηρηθεί ότι οι χώρες με υψηλή συμμετοχή σε προγράμμα τα κατάρτισης έχουν χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων και των ατόμων άνω των 50 ετών.

Στην Ελλάδα οι πρωτοβουλίες για προγράμματα μαθητείας και πρακτικής άσκησης έχουν αυξηθεί με σκοπό να προσεγγίσουν το γερμανικό μοντέλο, ωστόσο υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης. Πολλές επιχειρήσεις εκφράζουν την ανάγκη για εξειδικευμένα προγράμματα που θα παρέχουν γνώσεις σε τομείς όπως η πληροφορική, η μηχανική και η ανανεώσιμη ενέργεια. Τέτοιου είδους συνεργασίες έχουν αποδειχθεί επιτυχημένες και σε άλλες χώρες, όπως η Ολλανδία, όπου η μαθητεία σε συνδυασμό με την επαγγελματική εκπαίδευση έχει αυξήσει τα ποσοστά απασχόλησης των αποφοίτων και την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων.