Το στεγαστικό ζήτηµα εξελίσσεται σε δυσβάσταχτο πρόβληµα, ιδιαίτερα για τους νέους 18 έως 35 ετών. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων προβλέπουν ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί το 2025, καθώς οι τιµές αναµένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται, ενώ το απόθεµα διαθέσιµων κατοικιών θα µειωθεί ακόµη περισσότερο. Στη σηµερινή πραγµατικότητα, η αγοραστική δυνατότητα των Ελλήνων για την απόκτηση ακινήτων παραµένει εξαιρετικά περιορισµένη. Το 71% των ενδιαφεροµένων, που δηλώνουν έτοιµοι να διαθέσουν χρήµατα για αγορά, προσανατολίζονται σε ποσά µεταξύ 50.000 και 200.000 ευρώ. Το 29,5% επικεντρώνονται σε τιµές από 100.000 έως 150.000 ευρώ, ενώ ένα µικρότερο ποσοστό, 11,5%, στοχεύουν σε ακίνητα αξίας 200.000 έως 300.000 ευρώ. Ακόµη πιο περιορισµένο είναι το ποσοστό όσων εξετάζουν ακίνητα υψηλότερης αξίας, µε µόλις 4,5% να αναζητούν σπίτια που ξεπερνούν τα 300.000 ευρώ. Την ίδια στιγµή, το 6% εστιάζουν σε χαµηλού κόστους λύσεις, αναζητώντας ευκαιρίες µε τιµές έως 50.000 ευρώ.

Σύµφωνα µε νέα έρευνα του Spitogatos, που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της εκδήλωσης «Ελλάδα 2025. Επιχειρείν, Ακίνητα, Επενδύσεις», του επιχειρηµατία και συµβούλου, Ηλία Παπαγεωργιάδη, οι φθηνότερες λύσεις για αγορά και ενοικίαση κατοικίας φαίνεται ότι βρίσκονται µακριά από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπου οι τιµές τους πλέον κινούνται σε υψηλά επίπεδα.

Τιμές ακινήτων: Η πιο φιλική πόλη για υποψήφιους αγοραστές και ενοικιαστές

Συγκεκριµένα, η Κοζάνη ξεχωρίζει ως η πιο φιλική προς το πορτοφόλι τόσο των υποψήφιων αγοραστών όσο και των ενοικιαστών. Η µέση ζητούµενη τιµή για αγορά ενός διαµερίσµατος 60 τ.µ. ανέρχεται στα 49.408 ευρώ, ενώ το ενοίκιο φτάνει στα 279 ευρώ/µήνα, αποδεικνύοντας την ιδανική επιλογή για όσους επιθυµούν να µειώσουν τα έξοδα στέγασης, χωρίς να θυσιάσουν την ποιότητα ζωής. Η Λιβαδειά αναδεικνύεται ως η δεύτερη πιο προσιτή πόλη, µε το κόστος αγοράς για 60 τ.µ. σπίτι να ανέρχεται κατά µέσον όρο στα 50.280 ευρώ, ενώ οι τιµές ενοικίασης κυµαίνονται στα 290 ευρώ/ µήνα. Ακολουθεί η Λαµία, που καταλαµβάνει την τρίτη θέση στη σχετική λίστα του Spitogatos, µε τους ενδιαφερόµενους αγοραστές να χρειάζονται 50.491 ευρώ και τους ενοικιαστές να πληρώνουν περίπου 322 ευρώ. Λίγο πιο πάνω στη λίστα, η Βέροια ανεβάζει τον πήχυ µε τιµή αγοράς στα 52.625 ευρώ και µέσο κόστος ενοικίου στα 338 ευρώ. Το Αγρίνιο παραµένει µια ελκυστική επιλογή µε κόστος αγοράς 56.245 ευρώ, ενώ το µέσο ενοίκιο διατηρείται σε χαµηλά επίπεδα, στα 327 ευρώ. Στην Καρδίτσα, η τιµή αγοράς φτάνει στα 54.742 ευρώ, όµως οι ενοικιαστές χρειάζονται περισσότερα, αφού το µέσο ενοίκιο ανέρχεται στα 400 ευρώ, γεγονός που µπορεί να αποδίδεται στην αυξηµένη ζήτηση ή στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής.

Ο Πύργος και οι Σέρρες συµπληρώνουν τη λίστα, µε τιµές αγοράς στα 57.188 και 57.713 ευρώ, αντίστοιχα. Οι ενοικιαστές στους δύο αυτούς προορισµούς πληρώνουν κατά µέσον όρο 349 ευρώ στον Πύργο και 336 ευρώ στις Σέρρες, αποδεικνύοντας ότι η ελληνική επαρχία συνεχίζει να προσφέρει οικονοµικές λύσεις που συνδυάζουν ποιότητα ζωής και αυθεντικότητα. Η ∆ράµα, µε µέσο κόστος αγοράς κατοικίας στα 58.768 ευρώ και ενοίκιο που ανέρχεται στα 357 ευρώ, ξεχωρίζει ως ένας προορισµός που συνδυάζει την ηρεµία της ζωής κοντά στη φύση µε την ευκολία πρόσβασης στις καθηµερινές ανάγκες.

Στην Πελοπόννησο, η Τρίπολη προσφέρει ακίνητα στα 59.996 ευρώ και ενοίκια κατά µέσον όρο στα 395 ευρώ. Στη Θράκη, η Ξάνθη, γνωστή για την παραδοσιακή της αύρα, διατηρεί τις τιµές αγοράς στα 62.179 ευρώ και τα ενοίκια στα 389 ευρώ, κάνοντάς την ιδιαίτερα προσιτή για τους λάτρεις της πολιτιστικής κληρονοµιάς. Η Κατερίνη συνδυάζει φυσική οµορφιά και οικονοµική προσιτότητα, µε µέσο κόστος αγοράς 63.091 ευρώ και ενοίκιο στα 350 ευρώ. Παράλληλα, η Κοµοτηνή, µε έντονη φοιτητική ζωή και ακίνητα αξίας 66.146 ευρώ, διατηρεί ενοίκια γύρω στα 363 ευρώ, παρέχοντας έναν ισορροπηµένο συνδυασµό οικονοµίας και ζωντάνιας. Στην Πελοπόννησο, το Αίγιο ξεχωρίζει ως παραθαλάσσια πόλη µε κόστος αγοράς 66.306 ευρώ και ενοίκια που φτάνουν τα 409 ευρώ, ενδεχοµένως λόγω της γεωγραφικής θέσης και της θέας στη θάλασσα. Τέλος, τα Τρίκαλα έχουν ανεβάσει τον πήχυ στις τιµές ακινήτων στα 68.279 ευρώ, ενώ το µέσο ενοίκιο ανέρχεται στα 438 ευρώ, αντανακλώντας τη ζήτηση γι’ αυτή την τόσο φιλική και αναπτυσσόµενη πόλη.

Εντυπωσιακή αύξηση όσων βλέπουν την πώληση ακινήτων ως επενδυτική κίνηση

Η αγορά ακινήτων στην Ελλάδα δείχνει να µεταβάλλεται όχι µόνο στις τιµές, αλλά και στα κίνητρα των πωλητών. Ολο και λιγότεροι πωλούν για να καλύψουν άµεσες οικονοµικές ανάγκες, µε µείωση του ποσοστού από το 47% τον Μάιο στο 31% τον Νοέµβριο. Παράλληλα, όσοι επιδιώκουν να πουλήσουν για να αγοράσουν άλλο ακίνητο µειώθηκαν ελαφρά, από 34,5% σε 30%. Ωστόσο, η κατηγορία όσων βλέπουν την πώληση ως επενδυτική κίνηση ή προσπαθούν να εκµεταλλευτούν τις τρέχουσες υψηλές τιµές αυξήθηκε εντυπωσιακά, από 17% τον Μάιο στο 36% τον Νοέµβριο.

Οι προβλέψεις για τις τιμές των ακινήτων

Η κοινωνία εκφράζει έντονο σκεπτικισµό για την άνοδο των τιµών. Το 66% των Ελλήνων θεωρούν τις αυξήσεις «ακατανόητες», «παράλογες» ή αποτέλεσµα «φούσκας», ενώ το 24,5% πιστεύουν ακράδαντα ότι πρόκειται για «φούσκα». Παρ’ όλ’ αυτά, η πλειονότητα των Ελλήνων φαίνεται να συµµερίζονται την πρόβλεψη ότι οι τιµές των ακινήτων θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία, παρά τον σκεπτικισµό γύρω από τη βιωσιµότητα της αγοράς. Συγκεκριµένα, το 51% εκτιµούν ότι οι τιµές θα αυξηθούν µέσα στο επόµενο δωδεκάµηνο, ενώ η πεποίθηση αυτή ήταν ακόµα πιο έντονη πριν από έξι µήνες, όταν την υποστήριζε το 56%. Παράλληλα, το ενδιαφέρον για την αγορά κατοικίας παραµένει ισχυρό, µε το 45% να προβλέπουν ότι θα διατηρηθεί υψηλό - µια µικρή άνοδος, από το 43,5% που καταγράφηκε το προηγούµενο εξάµηνο.

*Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή