Κωστής Χατζηδάκης στα "Παραπολιτικά": Θα έχουμε και το 2025 νέες μειώσεις φόρων
Συνέντευξη στα "Παραπολιτικά"
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών αναλύει τα μέτρα του προϋπολογισμού και προαναγγέλλει επιπλέον πολιτικές στήριξης των πολιτών και κατά την επόμενη χρονιά
Στα 350.000.000 ευρώ κατ’ ελάχιστο υπολογίζει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, την επιβάρυνση των τραπεζών –και αντίστοιχα την ενίσχυση των πολιτών και παράλληλα του κρατικού προϋπολογισμού για συγκεκριμένες δράσεις– από τα μέτρα για τον κλάδο που εξήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Βουλή.
Ο κ. Χατζηδάκης προαναγγέλλει ουσιαστικά νέες μειώσεις φόρων στο εγγύς μέλλον, με έμφαση στους άμεσους.
Kύριε υπουργέ, τι αλλάζει στις ζωές μας με τον Προϋπολογισμό του 2025;
Παρουσιάσαμε εννέα τομείς στους οποίους θα βελτιωθεί η ζωή των πολιτών το 2025: Θα ανέβουν και άλλο ο κατώτατος μισθός, ο μέσος μισθός και οι συντάξεις. Τουλάχιστον 30.000 άνεργοι συμπολίτες μας θα έχουν βρει δουλειά. Αυξάνονται περαιτέρω οι δαπάνες για την Υγεία. Θα προχωρήσουν οι ανακαινίσεις δεκάδων νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας, καθώς και μια σειρά από δημόσια έργα. Θα μειωθούν ακόμα 12 φόροι, μετά τη μείωση 60 φόρων τα προηγούμενα χρόνια. Θα μειωθούν οι προμήθειες των τραπεζών και θα αποκλιμακωθούν τα επιτόκια. Και από τον Σεπτέμβριο θα ιδρυθούν για πρώτη φορά επιτέλους τα μη κρατικά πανεπιστήμια, συντελώντας στο να γίνει η Ελλάδα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο. Όλα αυτά δεν προκύπτουν αυτόματα. Είναι το αποτέλεσμα του συνδυασμού της δημοσιονομικής σοβαρότητας με τη φιλοεπενδυτική προσέγγιση στην οικονομία και της πολιτικής σταθερότητας. Χάρη σε αυτά, η Ελλάδα αναπτύσσεται ταχύτερα από την Ε.Ε., έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών και η ανεργία έχει μειωθεί στα προ κρίσης επίπεδα, συντελώντας σε σταδιακή σύγκλιση. Προφανώς δεν έχουν εξαφανιστεί τα προβλήματα. Για να καλύψουμε όμως το χάσμα που δημιουργήθηκε τη δεκαετία της κρίσης, πρέπει να συνεχίσουμε την εφαρμογή του μείγματος πολιτικής που αποδεδειγμένα μας φέρνει πιο κοντά στην Ευρώπη. Και, αν δεν τύχει κάτι αναπάντεχο διεθνώς, στο τέλος του 2025 η Ελλάδα θα είναι ακόμα ψηλότερα.
Ποια είναι, τελικά, η συνολική επιβάρυνση για τις τράπεζες το 2025 από τα μέτρα που εξαγγείλατε και ποιο το μέσο όφελος για τους πολίτες;
Θέλω να θυμίσω ότι η κυβέρνηση δεν είχε αδρανήσει: Νομοθετήσαμε τον Απρίλιο τη μείωση κατά 50% των προμηθειών στις μικρές συναλλαγές. Προωθήσαμε το IRIS για τις μηδενικές προμήθειες μεταξύ πολιτών και το καταστήσαμε υποχρεωτικό για τους ελεύθερους επαγγελματίες (οι οποίοι μπορούν και αυτοί να ωφεληθούν από πολύ χαμηλότερες προμήθειες). Κάλεσα εγώ ο ίδιος τις τράπεζες, τον Ιούνιο, να μειώσουν περαιτέρω τις προμήθειες. Το έκαναν, αλλά όχι ικανοποιητικά. Συνέχισαν να βγάζουν από τη μύγα ξίγκι. Γι’ αυτό και, για να ανταποκριθούμε στις δικαιολογημένες αντιδράσεις των πολιτών, νομοθετούμε σε σχέση με τις προμήθειες των έξι πιο λαϊκών συναλλαγών, στις οποίες τα έσοδα των τραπεζών το 2023 ήταν 350-400 εκατ. ευρώ. Με τις πρωτοβουλίες μας η μείωση των τραπεζικών προμηθειών -και η αντίστοιχη ανακούφιση των πολιτών- ανέρχεται σε 150 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ την ίδια ώρα οι τράπεζες δεσμεύθηκαν να διαθέσουν 100 εκατ. για την ανακατασκευή σχολείων και 100 εκατ. για την ενίσχυση του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων για την προστασία της κατοικίας των ευάλωτων συμπολιτών μας. Προφανώς θέλουμε υγιείς τράπεζες, διότι μόνο έτσι μπορεί να προχωρήσει η οικονομία. Αλλά ταυτόχρονα πρέπει να υπάρχουν κανόνες, δικαιοσύνη και, κυρίως, σεβασμός στους Έλληνες πολίτες.
Το ΠΑΣΟΚ σάς κατηγορεί ότι δεν πήρατε μέτρα για τη διαφορά που παρατηρείται μεταξύ επιτοκίου καταθέσεων και επιτοκίου χορηγήσεων δανείων από τις τράπεζες. Τι απαντάτε;
Το ΠΑΣΟΚ πρώτα πρότεινε έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών, που θα έστελνε ένα αρνητικό μήνυμα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα για την αξιοπιστία της χώρας, πολύ περισσότερο που συνεχίζουμε να έχουμε επενδυτικό κενό και άρα ανάγκη για επενδύσεις! Μία εβδομάδα αργότερα, «ξέχασε» αυτή την τροπολογία και έσπευσε να προτείνει μέτρα για τις προμήθειες, ξέροντας πως η κυβέρνηση θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Μόνο που και εδώ, χωρίς γνώση για το θέμα, πρότεινε διοικητικό καθορισμό των επιτοκίων, πράγμα που, πρώτον, δεν συμβαίνει πουθενά στην Ευρώπη και, δεύτερον, το κατήργησε το ΠΑΣΟΚ, με επικεφαλής τον Ανδρέα Παπανδρέου, το 1987 και το 1994. Οσον αφορά στην κυβέρνηση, επιπλέον όσων ανέφερα για τις προμήθειες, θέλω να σημειώσω ότι: Πάγωσαν µόνο στην Ελλάδα σε όλη την Ε.Ε. από τις αρχές του 2023 τα επιτόκια στα στεγαστικά δάνεια. Καταστήσαµε αφορολόγητη την απόκτηση εντόκων γραµµατίων του ∆ηµοσίου, ώστε οι πολίτες να έχουν καταθετικές εναλλακτικές µε υψηλότερο επιτόκιο. Στηρίξαµε τον πέµπτο τραπεζικό πυλώνα και δώσαµε τη δυνατότητα και σε µη τραπεζικά ιδρύµατα να χορηγούν στεγαστικά και κάποιων µορφών επιχειρηµατικά δάνεια, για να ενισχυθεί ο ανταγωνισµός προς όφελος των καταναλωτών. Ενώ είχαµε και σηµαντική πρόοδο στη µείωση των «κόκκινων» δανείων, που επιτρέπει στις τράπεζες να έχουν πιο υγιείς σχέσεις µε τους δανειολήπτες και τους πελάτες τους εν γένει. Ενώ σηµειώνω ότι έχει ξεκινήσει η σταδιακή πτώση των επιτοκίων, καθώς έχει αρχίσει να υποχωρεί και ο πληθωρισµός διεθνώς. Απέναντι λοιπόν στις προσωρινές, πρόχειρες και βιαστικές λύσεις, που µπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την αξιοπιστία της χώρας, εµείς ακολουθούµε τον δρόµο της σοβαρότητας και του αποτελέσµατος.
Πόσο αυξάνονται οι απολαβές κάθε ενστόλου µε την αναγνώριση της επικινδυνότητας του επαγγέλµατος; Πώς βρέθηκαν οι πόροι την τελευταία στιγµή για την παροχή αυτή;
Η κυβέρνηση ικανοποιεί ένα πάγιο αίτηµα 150.000 στελεχών των Ενόπλων ∆υνάµεων και των Σωµάτων Ασφαλείας µε τη χορήγηση επιδόµατος επικινδυνότητας 100 ευρώ/µήνα. Υπήρχε ένα πολύ µικρό περιθώριο στον στόχο δαπανών -έτσι όπως είχε συµφωνηθεί µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- και µε την αύξηση αυτή το περιθώριο ουσιαστικά εξαντλήθηκε. Το επίδοµα θα ξεκινήσει να χορηγείται από 1ης Ιουλίου 2025 και θα έχει κόστος 92 εκατ. ευρώ το 2025 και 184 εκατ. ευρώ το 2026. Ήταν µια κίνηση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης που υπογραµµίζει, έστω και µε έναν συµβολικό τρόπο, την ευαισθησία της για τους φρουρούς των συνόρων µας και για όσους είναι ταγµένοι στην προστασία του πολίτη.
Είναι τελικά υπό συζήτηση µέσα στην επόµενη τριετία νέες µειώσεις σε άµεσους ή/και έµµεσους φόρους; Αν ναι, πού θα δοθεί προτεραιότητα;
Η φορολογική µας πολιτική στηρίζεται σε δύο πυλώνες: Πρώτον, µείωση των φορολογικών συντελεστών, που κινητροδοτεί την ανάπτυξη και σε συνδυασµό µε τη γενικότερη φιλοεπενδυτική πολιτική της κυβέρνησης οδηγεί σε υγιή αύξηση εσόδων. ∆εύτερον, προσπάθεια µείωσης της φοροδιαφυγής, η οποία επίσης επιφέρει επιπλέον έσοδα, πιο αισθητά από οποτεδήποτε άλλοτε στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία. Μόνο το 2024 τα έσοδα από την καταπολέµηση της φοροδιαφυγής µέσω των POS και του ΜyDATA ήταν 1,8 δισ. ευρώ. Τα χρήµατα αυτά επιστρέφουν στην κοινωνία, µε στήριξη ιδιαίτερα της Υγείας και της Παιδείας. Επιστρέφουν όµως και µε µειώσεις φόρων. Αισιοδοξούµε ότι λόγω της πολιτικής µας θα υπάρχει και το 2025 παραπάνω δηµοσιονοµικός χώρος για νέες µειώσεις φόρων. Ξεκάθαρη εικόνα θα έχουµε στις αρχές Σεπτεµβρίου και η κυβέρνηση, σταθµίζοντας όλες τις παραµέτρους, θα προβεί στην ανακοίνωση των σχετικών πρωτοβουλιών της. Προτεραιότητά µας, πάντως, είναι η µείωση των άµεσων φόρων. ∆ιότι η µείωση αυτή πάει κατευθείαν στην τσέπη του φορολογουµένου, χωρίς να ενθυλακώνεται από ενδιάµεσους.
Το διεθνές περιβάλλον -από τις εξελίξεις σε Γαλλία και Γερµανία µέχρι τους δασµούς του Τραµπ- µπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονοµία και την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισµού;
Η χώρα µας δεν είναι κλεισµένη σε κάποια προστατευτική γυάλα, ώστε να µην επηρεάζεται από τις διεθνείς εξελίξεις. Και όπως βλέπουµε στη Γαλλία και τη Γερµανία, η πολιτική σταθερότητα και η οικονοµική ανάπτυξη δεν είναι δεδοµένες. Γι’ αυτό και η διεθνής αβεβαιότητα είναι, θεωρώ, ένας παραπάνω λόγος εµείς, στην Ελλάδα, να προστατεύσουµε τα κεκτηµένα της πολιτικής σταθερότητας και της ισχυρότερης του ευρωπαϊκού µέσου όρου ανάπτυξης. Για να το πετύχουµε, η κυβέρνηση είναι αποφασισµένη να πορευτεί στον δρόµο της υπευθυνότητας, της ασφάλειας και του αποτελέσµατος. Με δεδοµένη την εικόνα των ελληνικών πολιτικών κοµµάτων, είναι, πιστεύω, εξαιρετικά χρήσιµο για τη χώρα ότι σε αυτούς τους ταραγµένους καιρούς το πηδάλιο της χώρας κρατούν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα ∆ηµοκρατία. Η χώρα χρειάζεται γνώση και σοβαρότητα. Όχι λαϊκισµό και µαγικές λύσεις.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 21/12/2024