Θεμιστοκλέους (UBS): Σε ευνοϊκότερη θέση από την υπόλοιπη Ευρώπη η Ελλάδα
Ο Θέμης Θεμιστοκλέους, Head Investment Officer για τις αγορές της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (ΕΜΕΑ) στη UBS Global Wealth Management, μιλώντας στο powergame.gr, παρατηρεί πως η Ελλάδα σήμερα εισπράττει τους καρπούς από τις επώδυνες προσαρμογές, που υπέστη μετά την κρίση δημοσίου χρέους, ενώ μπορεί και επωφελείται από μια συγκυρία, που είναι θετική για τις υπηρεσίες, αλλά αρνητική για τη μεταποίηση. Ο κ. Θεμιστοκλέους τονίζει, όμως, πως είναι απαραίτητο να ληφθούν πρόσθετα μέτρα για την αποτελεσματικότητα του συστήματος απονομής Δικαιοσύνης και της πρόσβασης των ΜΜΕ σε πιστώσεις. Πάνω απ’ όλα, όμως, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να εξασφαλίσει πως τα κεφάλαια από την ΕΕ θα έχουν διαρκή και όχι εφήμερα οφέλη για την οικονομία.
Ο κ. Θεμιστοκλέους τονίζει πως είναι επιφυλακτικός για την προοπτική της ευρωπαϊκής οικονομίας, λόγω του περίπλοκου ιστού των προκλήσεων, αλλά θεωρεί πως κλάδοι, όπως οι φαρμακοβιομηχανίες, είναι πιο ανθεκτικοί σε ένα αντίξοο περιβάλλον. Η UBS τρέφει, επίσης, υψηλές προσδοκίες για τις εταιρείες ακινήτων, εισηγημένες ή μη, καθώς θα επωφεληθούν από τις αναμενόμενες μειώσεις των επιτοκίων.
Αναφορικά με τον πληθωριστικό κίνδυνο από μια νέα εμπορική σύγκρουση με την επερχόμενη κυβέρνηση του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο κ. Θεμιστοκλέους επισημαίνει πως οι δασμοί μπορεί να οδηγήσουν σε μια σημαντική άνοδο των τιμών, αλλά η επίδραση τους θα είναι μεμονωμένη.
Η Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε θετική ιστορία της Ευρώπης μετά από δεκαετή κρίση. Ποια είναι τα δυνατά και τα αδύναμα σημεία της οικονομίας της σήμερα; Σε ποιους τομείς θεωρείται πως είναι αναγκαίο να ολοκληρωθούν μεταρρυθμίσεις για να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος;
Η ελληνική οικονομία διήνυσε μια περίοδο με δύσκολες προσαρμογές μετά την κρίση δημοσίου χρέους και υπό μια έννοια μπορεί σήμερα να γεύεται κάποιους από τους καρπούς αυτής της σκληρής δουλειάς. Παραδείγματος χάριν, οι ελληνικές εταιρείες εδώ και καιρό ξεχώριζαν από την υπόλοιπη Ευρωζώνη για τις λιγοστές επενδύσεις τους αλλά σήμερα παρατηρούνται αλλαγές, δεδομένης της ενισχυμένης σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και της γενναιόδωρης στήριξης από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε).
Παρομοίως, μετά από επώδυνες περικοπές δαπανών, η δημοσιονομική κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά. Οπότε, αν και σήμερα έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να μειώσουν δαπάνες άλλες κυβερνήσεις της Ευρώπης, η Ελλάδα μπορεί να χαράξει μια πιο ισορροπημένη πορεία. Η ελληνική οικονομία επωφελείται, επίσης, από τις υπηρεσίες, ιδιαίτερα σ’ ότι αφορά τον τουρισμό, καθώς είναι ένας κλάδος που αποδίδει σε αυτόν τον οικονομικό κύκλο. Οι οικονομίες που είναι δομημένες γύρω από πιο παραδοσιακούς κλάδους, όπως αυτή της Γερμανίας, δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα των υψηλότερων τιμών ενέργειας, του σκληρού ανταγωνισμού από το εξωτερικό και της χαμηλής ζήτησης για τα προϊόντα του μεταποιητικού κλάδου.
Εντούτοις αυτό δεν σημαίνει πως μπορούμε να εφησυχάζουμε για την οικονομική προοπτική της Ελλάδας. Αν και έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, πρέπει να γίνουν πολλά ακόμα. Παραδείγματος χάριν, η εξασφάλιση ενός πιο αποτελεσματικού συστήματος στην απονομή Δικαιοσύνης μπορεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που είναι φιλικότερο στις επενδύσεις. Επιπροσθέτως είναι πολλές οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν έχουν επαρκή πρόσβαση στη χορήγηση δανείων, γεγονός που σημαίνει πως οι τράπεζες δεν έχουν ακόμη βρει μια σταθερή ισορροπία στην ανάληψη πιστωτικού κινδύνου. Και το πιο σημαντικό είναι πως η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει μέτρα ώστε τα ευρωπαϊκά κεφάλαια να αξιοποιούνται με τρόπο που να επιφέρουν μόνιμα οφέλη για την οικονομία. Μόνον έτσι δεν θα φθαρεί η επίδρασή τους μέσα στα επόμενα χρόνια.
Η Ευρώπη χαράσσει πορεία σε ένα ασταθές περιβάλλον, μακροοικονομικά και γεωπολιτικά. Η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γαλλία και τη Γερμανία μαζί με τους πολέμους στην Ουκρανία και την Μέση Ανατολή οδηγούν, επίσης σε οικονομικές προκλήσεις. Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για τις οικονομίες και τις βιομηχανίες της Ευρωζώνης;
Αν και υπάρχει κάποιο περιθώριο βελτίωσης στην οικονομία της Ευρώπης τον επόμενο χρόνο, είναι μια εύθραυστη στιγμή για την αναπτυξιακή προοπτική της. Σε μεγάλο βαθμό, η ανάκαμψη τώρα μόλις αρχίζει να αποκτά δυναμική από την πτώση των επιτοκίων, την ενίσχυση των πραγματικών εισοδημάτων και την επάνοδο της παγκόσμιας ζήτησης. Το ενδεχόμενο, όμως, μιας εμπορικής σύγκρουσης, ακόμη και περιορισμένης κλίμακας, μπορεί να αναστείλει κάποιες από αυτές τις εξελίξεις. Παρομοίως μια αλλαγή στη χάραξη πολιτικής μπορεί να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες. Στην περίπτωση της Γερμανίας, ενδεχομένως, να προωθηθούν κάποιες ευπρόσδεκτες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μετά τις εκλογές. Από την άλλη πλευρά, μια παρατεταμένη αδράνεια λόγω πολιτικής στασιμότητας, πιθανότατα, να επιδεινώσει ακόμα πιο πολύ τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ευρωπαϊκή οικονομία. Οπότε, αν και αναμένω πως θα υπάρξει επιτάχυνση της ανάκαμψης στην Ευρώπη το 2025, αναλογίζομαι και τις αβεβαιότητες που βρίσκονται μπροστά μας.
Αναφορικά με τις βιομηχανίες, παρατηρούμε πως οι εταιρείες του κλάδου υπηρεσιών είναι πολύ πιο ανθεκτικές από τους παραγωγούς. Δεν εκτιμώ πως αυτό το χάσμα θα μειωθεί στο άμεσο μέλλον. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο βιομηχανικός κλάδος είναι βαθιά ριζωμένα. Κατά την άποψη μου, υπάρχουν λόγοι για να είναι κανείς επιφυλακτικός παρά αισιόδοξος. Από τις μη ανταγωνιστικές τιμές στην ενέργεια μέχρι την Κίνα που εξελίσσεται από μια αναπτυσσόμενη αγορά σε ανταγωνιστή και τώρα πια το ενδεχόμενο μιας παγκόσμιας εμπορικής σύγκρουσης. Υπάρχουν, όμως, και θετικά σημεία, όπως ο φαρμακευτικός κλάδος, όπου είναι ισχυρή η θέση της Ευρώπης, παγκοσμίως, και διατρέχει μικρότερο κίνδυνο να πληγεί από δασμούς.
Ποια είναι τα περιουσιακά στοιχεία στην Ευρώπη που είναι τα πιο υποσχόμενα και ποια εκείνα που δέχονται τις μεγαλύτερες προκλήσεις;
Είμαστε επιφυλακτικοί για τις ευρωπαϊκές μετοχές μέσα στον επόμενο χρόνο. Μολονότι οι αποτιμήσεις είναι χαμηλές σε σχέση με τα ιστορικά στοιχεία, είναι δίκαιες εάν αναλογιστεί κανείς την άνοδο των αποδόσεων στα ομόλογα και την υποτονική προοπτική κερδοφορίας των εταιρειών. Εξακολουθούμε, βέβαια, να διαβλέπουμε αύξηση κερδών μετά τη συρρίκνωση μέσα στο 2024. Δεδομένης, όμως, της χαμηλής ανάκαμψης των καταναλωτών στην Ευρώπη και την Κίνα σε συνδυασμό με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η μεταποίηση στην Ευρώπη, προβλέπουμε συνολικές αποδόσεις σε μεσαία μονοψήφια επίπεδα για το επόμενο έτος.
Παρομοίως για τα ομόλογα, η προοπτική ανατίμησης κεφαλαίων είναι περιορισμένη, δεδομένου ότι οι αγορές έχουν ήδη προεξοφλήσει έναν λογικό αριθμό μειώσεων στα επιτόκια από την ΕΚΤ.
Υψηλές προσδοκίες τρέφονται για τον κλάδο των ακινήτων, τόσο σ’ ότι αφορά τις εισηγμένες, όσο και τις μη εισηγμένες εταιρείες. Είναι ένας από τις πιο ευαίσθητους κλάδους στα επίπεδα των επιτοκίων και με την αναμενόμενη μείωση τους θεωρούμε πως θα υπάρξει αύξηση του όγκου συναλλαγών. Πέραν τούτου, η προσφορά νέων ακινήτων είχε φρενάρει τα προηγούμενα χρόνια λόγω των υψηλών επιτοκίων, της ανόδου των δαπανών στον κατασκευαστικό κλάδο και των προκλήσεων στο ρυθμιστικό πλαίσιο. Εκτός της διαρθρωτικής αύξησης στη ζήτηση π.χ για κέντρα επεξεργασίας δεδομένων, τα ακίνητα υπόσχονται μια προοπτική στους επενδυτές που αναζητούν να διαφοροποιήσουν το χαρτοφυλάκιο τους και να έχουν μια υγιή ροή εσόδων από αυτό.
Ο πληθωρισμός έχει δαμαστεί στις ΗΠΑ. Υπάρχει κίνδυνος να υπάρξουν νέες πληθωριστικές πιέσεις από την επιβολή πρόσθετων δασμών μόλις ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει τα ηνία του Λευκού Οίκου; Κινδυνεύουν άλλες οικονομίες από τυχόν αλυσιδωτές αντιδράσεις;
Δεν είναι απλό να προβλέψει κανείς την επίδραση ενδεχόμενων δασμών στον πληθωρισμό διότι είναι πολλοί οι παράγοντες που μπορεί να παίξουν ρόλο. Αναμφίβολα, η αύξηση του κόστους στην εισαγωγή προϊόντων θα πρέπει να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών για τους καταναλωτές. Εντούτοις, η αύξηση αυτή μπορεί να απορροφηθεί από τα περιθώρια κέρδους σε διάφορα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, ιδιαίτερα εάν οι δασμοί είναι περιορισμένοι σε συγκεκριμένους τομείς.
Εν κατακλείδι θεωρούμε πως γενικευμένοι δασμοί θα έχουν μια συνολική αλλά φευγαλέα επίδραση στον πληθωρισμό. Ειδικότερα εκτιμούμε πως η αύξηση των δασμών κατά 10% σε όλες τις εισαγωγές των ΗΠΑ μπορεί να αυξήσουν τις τιμές για τον καταναλωτή κατά 1,3%. Αν και είναι σημαντικό ποσοστό, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι δασμοί αντιπροσωπεύουν μια μεμονωμένη παρά μια σταθερή αύξηση των τιμών. Ο διαχωρισμός αυτός είναι σημαντικός εάν πρέπει να αναρωτηθεί κανείς την καταλληλότητα της νομισματικής πολιτικής. Και βέβαια η επίδραση θα είναι πιο περιορισμένη εάν οι δασμοί εφαρμοστούν επιλεκτικά. Αν και ανάλογα επιχειρήματα ισχύουν σε άλλες χώρες που, ενδεχομένως, επιλέξουν να αντιδράσουν με αντίποινα, οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα είναι ακόμη πιο αμελητέες σε αυτές. Οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν ένα μικρότερο ποσοστό στο εμπόριο με τον υπόλοιπο κόσμο σε σχέση με αυτό που έχει ο κόσμος με τις ΗΠΑ. Για κάθε χώρα οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν μικρότερο μερίδιο στο εμπόριο, απ’ ότι αντιπροσωπεύει ο υπόλοιπος κόσμος για τις ΗΠΑ.
Θα επηρεάσει η κατάσταση στη Συρία την αγορά πετρελαίου; Ποια είναι τα σενάρια που σας ανησυχούν πιο πολύ;
Σε αυτή τη φάση δεν αναμένουμε να έχει η Συρία σημαντική ή διαρκή επίδραση στις τιμές του πετρελαίου. Για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να υπάρχει μια σημαντική κλιμάκωση της τεταμένης κατάστασης στη Μέση Ανατολή όπου θα περιλαμβάνει πετρελαιοπαραγωγούς χώρες και τη διαταραχή των προμηθειών, κάτι που δεν θεωρούμε πως είναι πιθανό.
Ο κ. Θεμιστοκλέους τονίζει πως είναι επιφυλακτικός για την προοπτική της ευρωπαϊκής οικονομίας, λόγω του περίπλοκου ιστού των προκλήσεων, αλλά θεωρεί πως κλάδοι, όπως οι φαρμακοβιομηχανίες, είναι πιο ανθεκτικοί σε ένα αντίξοο περιβάλλον. Η UBS τρέφει, επίσης, υψηλές προσδοκίες για τις εταιρείες ακινήτων, εισηγημένες ή μη, καθώς θα επωφεληθούν από τις αναμενόμενες μειώσεις των επιτοκίων.
Αναφορικά με τον πληθωριστικό κίνδυνο από μια νέα εμπορική σύγκρουση με την επερχόμενη κυβέρνηση του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο κ. Θεμιστοκλέους επισημαίνει πως οι δασμοί μπορεί να οδηγήσουν σε μια σημαντική άνοδο των τιμών, αλλά η επίδραση τους θα είναι μεμονωμένη.
Η Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε θετική ιστορία της Ευρώπης μετά από δεκαετή κρίση. Ποια είναι τα δυνατά και τα αδύναμα σημεία της οικονομίας της σήμερα; Σε ποιους τομείς θεωρείται πως είναι αναγκαίο να ολοκληρωθούν μεταρρυθμίσεις για να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος;
Η ελληνική οικονομία διήνυσε μια περίοδο με δύσκολες προσαρμογές μετά την κρίση δημοσίου χρέους και υπό μια έννοια μπορεί σήμερα να γεύεται κάποιους από τους καρπούς αυτής της σκληρής δουλειάς. Παραδείγματος χάριν, οι ελληνικές εταιρείες εδώ και καιρό ξεχώριζαν από την υπόλοιπη Ευρωζώνη για τις λιγοστές επενδύσεις τους αλλά σήμερα παρατηρούνται αλλαγές, δεδομένης της ενισχυμένης σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος και της γενναιόδωρης στήριξης από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε).
Παρομοίως, μετά από επώδυνες περικοπές δαπανών, η δημοσιονομική κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά. Οπότε, αν και σήμερα έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να μειώσουν δαπάνες άλλες κυβερνήσεις της Ευρώπης, η Ελλάδα μπορεί να χαράξει μια πιο ισορροπημένη πορεία. Η ελληνική οικονομία επωφελείται, επίσης, από τις υπηρεσίες, ιδιαίτερα σ’ ότι αφορά τον τουρισμό, καθώς είναι ένας κλάδος που αποδίδει σε αυτόν τον οικονομικό κύκλο. Οι οικονομίες που είναι δομημένες γύρω από πιο παραδοσιακούς κλάδους, όπως αυτή της Γερμανίας, δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα των υψηλότερων τιμών ενέργειας, του σκληρού ανταγωνισμού από το εξωτερικό και της χαμηλής ζήτησης για τα προϊόντα του μεταποιητικού κλάδου.
Εντούτοις αυτό δεν σημαίνει πως μπορούμε να εφησυχάζουμε για την οικονομική προοπτική της Ελλάδας. Αν και έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, πρέπει να γίνουν πολλά ακόμα. Παραδείγματος χάριν, η εξασφάλιση ενός πιο αποτελεσματικού συστήματος στην απονομή Δικαιοσύνης μπορεί να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που είναι φιλικότερο στις επενδύσεις. Επιπροσθέτως είναι πολλές οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν έχουν επαρκή πρόσβαση στη χορήγηση δανείων, γεγονός που σημαίνει πως οι τράπεζες δεν έχουν ακόμη βρει μια σταθερή ισορροπία στην ανάληψη πιστωτικού κινδύνου. Και το πιο σημαντικό είναι πως η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει μέτρα ώστε τα ευρωπαϊκά κεφάλαια να αξιοποιούνται με τρόπο που να επιφέρουν μόνιμα οφέλη για την οικονομία. Μόνον έτσι δεν θα φθαρεί η επίδρασή τους μέσα στα επόμενα χρόνια.
Η Ευρώπη χαράσσει πορεία σε ένα ασταθές περιβάλλον, μακροοικονομικά και γεωπολιτικά. Η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γαλλία και τη Γερμανία μαζί με τους πολέμους στην Ουκρανία και την Μέση Ανατολή οδηγούν, επίσης σε οικονομικές προκλήσεις. Ποιες είναι οι προβλέψεις σας για τις οικονομίες και τις βιομηχανίες της Ευρωζώνης;
Αν και υπάρχει κάποιο περιθώριο βελτίωσης στην οικονομία της Ευρώπης τον επόμενο χρόνο, είναι μια εύθραυστη στιγμή για την αναπτυξιακή προοπτική της. Σε μεγάλο βαθμό, η ανάκαμψη τώρα μόλις αρχίζει να αποκτά δυναμική από την πτώση των επιτοκίων, την ενίσχυση των πραγματικών εισοδημάτων και την επάνοδο της παγκόσμιας ζήτησης. Το ενδεχόμενο, όμως, μιας εμπορικής σύγκρουσης, ακόμη και περιορισμένης κλίμακας, μπορεί να αναστείλει κάποιες από αυτές τις εξελίξεις. Παρομοίως μια αλλαγή στη χάραξη πολιτικής μπορεί να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες. Στην περίπτωση της Γερμανίας, ενδεχομένως, να προωθηθούν κάποιες ευπρόσδεκτες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μετά τις εκλογές. Από την άλλη πλευρά, μια παρατεταμένη αδράνεια λόγω πολιτικής στασιμότητας, πιθανότατα, να επιδεινώσει ακόμα πιο πολύ τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ευρωπαϊκή οικονομία. Οπότε, αν και αναμένω πως θα υπάρξει επιτάχυνση της ανάκαμψης στην Ευρώπη το 2025, αναλογίζομαι και τις αβεβαιότητες που βρίσκονται μπροστά μας.
Αναφορικά με τις βιομηχανίες, παρατηρούμε πως οι εταιρείες του κλάδου υπηρεσιών είναι πολύ πιο ανθεκτικές από τους παραγωγούς. Δεν εκτιμώ πως αυτό το χάσμα θα μειωθεί στο άμεσο μέλλον. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο βιομηχανικός κλάδος είναι βαθιά ριζωμένα. Κατά την άποψη μου, υπάρχουν λόγοι για να είναι κανείς επιφυλακτικός παρά αισιόδοξος. Από τις μη ανταγωνιστικές τιμές στην ενέργεια μέχρι την Κίνα που εξελίσσεται από μια αναπτυσσόμενη αγορά σε ανταγωνιστή και τώρα πια το ενδεχόμενο μιας παγκόσμιας εμπορικής σύγκρουσης. Υπάρχουν, όμως, και θετικά σημεία, όπως ο φαρμακευτικός κλάδος, όπου είναι ισχυρή η θέση της Ευρώπης, παγκοσμίως, και διατρέχει μικρότερο κίνδυνο να πληγεί από δασμούς.
Ποια είναι τα περιουσιακά στοιχεία στην Ευρώπη που είναι τα πιο υποσχόμενα και ποια εκείνα που δέχονται τις μεγαλύτερες προκλήσεις;
Είμαστε επιφυλακτικοί για τις ευρωπαϊκές μετοχές μέσα στον επόμενο χρόνο. Μολονότι οι αποτιμήσεις είναι χαμηλές σε σχέση με τα ιστορικά στοιχεία, είναι δίκαιες εάν αναλογιστεί κανείς την άνοδο των αποδόσεων στα ομόλογα και την υποτονική προοπτική κερδοφορίας των εταιρειών. Εξακολουθούμε, βέβαια, να διαβλέπουμε αύξηση κερδών μετά τη συρρίκνωση μέσα στο 2024. Δεδομένης, όμως, της χαμηλής ανάκαμψης των καταναλωτών στην Ευρώπη και την Κίνα σε συνδυασμό με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η μεταποίηση στην Ευρώπη, προβλέπουμε συνολικές αποδόσεις σε μεσαία μονοψήφια επίπεδα για το επόμενο έτος.
Παρομοίως για τα ομόλογα, η προοπτική ανατίμησης κεφαλαίων είναι περιορισμένη, δεδομένου ότι οι αγορές έχουν ήδη προεξοφλήσει έναν λογικό αριθμό μειώσεων στα επιτόκια από την ΕΚΤ.
Υψηλές προσδοκίες τρέφονται για τον κλάδο των ακινήτων, τόσο σ’ ότι αφορά τις εισηγμένες, όσο και τις μη εισηγμένες εταιρείες. Είναι ένας από τις πιο ευαίσθητους κλάδους στα επίπεδα των επιτοκίων και με την αναμενόμενη μείωση τους θεωρούμε πως θα υπάρξει αύξηση του όγκου συναλλαγών. Πέραν τούτου, η προσφορά νέων ακινήτων είχε φρενάρει τα προηγούμενα χρόνια λόγω των υψηλών επιτοκίων, της ανόδου των δαπανών στον κατασκευαστικό κλάδο και των προκλήσεων στο ρυθμιστικό πλαίσιο. Εκτός της διαρθρωτικής αύξησης στη ζήτηση π.χ για κέντρα επεξεργασίας δεδομένων, τα ακίνητα υπόσχονται μια προοπτική στους επενδυτές που αναζητούν να διαφοροποιήσουν το χαρτοφυλάκιο τους και να έχουν μια υγιή ροή εσόδων από αυτό.
Ο πληθωρισμός έχει δαμαστεί στις ΗΠΑ. Υπάρχει κίνδυνος να υπάρξουν νέες πληθωριστικές πιέσεις από την επιβολή πρόσθετων δασμών μόλις ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει τα ηνία του Λευκού Οίκου; Κινδυνεύουν άλλες οικονομίες από τυχόν αλυσιδωτές αντιδράσεις;
Δεν είναι απλό να προβλέψει κανείς την επίδραση ενδεχόμενων δασμών στον πληθωρισμό διότι είναι πολλοί οι παράγοντες που μπορεί να παίξουν ρόλο. Αναμφίβολα, η αύξηση του κόστους στην εισαγωγή προϊόντων θα πρέπει να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών για τους καταναλωτές. Εντούτοις, η αύξηση αυτή μπορεί να απορροφηθεί από τα περιθώρια κέρδους σε διάφορα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, ιδιαίτερα εάν οι δασμοί είναι περιορισμένοι σε συγκεκριμένους τομείς.
Εν κατακλείδι θεωρούμε πως γενικευμένοι δασμοί θα έχουν μια συνολική αλλά φευγαλέα επίδραση στον πληθωρισμό. Ειδικότερα εκτιμούμε πως η αύξηση των δασμών κατά 10% σε όλες τις εισαγωγές των ΗΠΑ μπορεί να αυξήσουν τις τιμές για τον καταναλωτή κατά 1,3%. Αν και είναι σημαντικό ποσοστό, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι δασμοί αντιπροσωπεύουν μια μεμονωμένη παρά μια σταθερή αύξηση των τιμών. Ο διαχωρισμός αυτός είναι σημαντικός εάν πρέπει να αναρωτηθεί κανείς την καταλληλότητα της νομισματικής πολιτικής. Και βέβαια η επίδραση θα είναι πιο περιορισμένη εάν οι δασμοί εφαρμοστούν επιλεκτικά. Αν και ανάλογα επιχειρήματα ισχύουν σε άλλες χώρες που, ενδεχομένως, επιλέξουν να αντιδράσουν με αντίποινα, οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα είναι ακόμη πιο αμελητέες σε αυτές. Οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν ένα μικρότερο ποσοστό στο εμπόριο με τον υπόλοιπο κόσμο σε σχέση με αυτό που έχει ο κόσμος με τις ΗΠΑ. Για κάθε χώρα οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν μικρότερο μερίδιο στο εμπόριο, απ’ ότι αντιπροσωπεύει ο υπόλοιπος κόσμος για τις ΗΠΑ.
Θα επηρεάσει η κατάσταση στη Συρία την αγορά πετρελαίου; Ποια είναι τα σενάρια που σας ανησυχούν πιο πολύ;
Σε αυτή τη φάση δεν αναμένουμε να έχει η Συρία σημαντική ή διαρκή επίδραση στις τιμές του πετρελαίου. Για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να υπάρχει μια σημαντική κλιμάκωση της τεταμένης κατάστασης στη Μέση Ανατολή όπου θα περιλαμβάνει πετρελαιοπαραγωγούς χώρες και τη διαταραχή των προμηθειών, κάτι που δεν θεωρούμε πως είναι πιθανό.