Ανοίγει ο χάρτης των fintech στην Ελλάδα

Στον αστερισμό των fintech μπαίνει η ελληνική αγορά, με έναν δυναμισμό που παραπέμπει σε πλήρη αλλαγή σκηνικού στα τραπεζικά δρώμενα. Οι εξελίξεις είναι ταχύτατες και νέοι παίκτες έρχονται να κατακτήσουν μερίδιο στην πίτα της ψηφιακής αποταμίευσης και επένδυσης, σε μια συγκυρία όπου η διείσδυση στα εναλλακτικά δίκτυα και η εξοικείωση με το digital banking έχουν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς.
Σχεδόν ταυτόχρονα, τρεις πρωτοβουλίες – Revolut, Snappi, Plum – φέρνουν την «άνοιξη» στο χώρο των ψηφιακών συναλλαγών, μέσα από εφαρμογές (applications) τραπεζικών εργασιών που απευθύνονται σε όσους ενδιαφέρονται να κάνουν banking από το κινητό ή το pc τους και δεν έχουν κανένα λόγο να απευθυνθούν σε τραπεζικό κατάστημα. Διότι αυτή ακριβώς είναι η λογική των fintech, αμεσότητα, ευελιξία, online εμπειρία από το Α ως το Ω.
Κατ’ αρχήν, ξεκινάει τη λειτουργία της η πρώτη ελληνική neobank, που ακούει στο όνομα Snappi, η «απάντηση» της Τράπεζας Πειραιώς στον χώρο των ψηφιακών τραπεζών, σε συνεργασία με τη Natech, την ελληνική fintech που ειδικεύεται σε τραπεζικό λογισμικό. Στόχος της Snappi -που επιδιώκει να ολοκληρώσει το εμπορικό της λανσάρισμα εντός του δευτέρου τριμήνου του έτους- είναι να κερδίσει μια πελατεία άνω του 1 εκατομμυρίου ατόμων έως το 2027, έτος σταθμός για το break even της επένδυσης.
Σύμφωνα με το business plan της Τράπεζας Πειραιώς, όπως το επικαιροποίησε ο CEO της Τράπεζας, Χρήστος Μεγάλου, στο πλαίσιο του πρόσφατου conference call με τους αναλυτές, το 2028 το πελατολόγιο της Snappi φιλοδοξεί να αριθμεί 1,9 εκατομμύρια χρήστες, με την πλειοψηφία πάντα στην ελληνική αγορά . Διότι η Snappi έχει βλέψεις επέκτασης στο εξωτερικό, στην καρδιά της Κεντρικής Ευρώπης, όπου τα μερίδια και ο ανταγωνισμός στο digital banking έχει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης.
Χωρίς καταστήματα λοιπόν, με ένα branchless concept, η Snappi θα συνδυάζει ένα κλασικό application για τραπεζικές συναλλαγές, αλλά θα μπει και στον χώρο των επενδύσεων, προσφέροντας υψηλές αποδόσεις. Την ίδια στιγμή, θα έχει υπηρεσία BNPL (Buy Now Pay Later) για πληρωμή με άτοκες δόσεις, χωρίς την χρήση πιστωτικής κάρτας.
Με εκτιμώμενη απόσβεση σε μια τριετία και σημείο μηδέν το 2027, η πρώτη ελληνική neobank αναμένεται να περάσει σε καθεστώς επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας από το 2028 και μετά.
Σε ένα άλλο επίπεδο, η Eurobank δίνει το δικό της fintech αποτύπωμα, μέσα από τη συνεργασία της με την Plum, ένα βρετανικό application με «άρωμα Ελλάδος», αφού ιδρυτής και CEO είναι ο Βίκτωρ Τροκούδης. Οι δύο εταιρίες δεν έχουν μόνο εμπορική συνεργασία, αλλά «δένονται» και με μειοψηφική μετοχική συμμετοχή.
Πριν την εκπνοή του 2024, η Eurobank ενίσχυσε την συμμετοχή της στην Plum επενδύοντας συνολικά 10 εκατομμύρια ευρώ και αποκτώντας έτσι το 6,5% του κεφαλαίου της βρετανικής fintech.
Να σημειωθεί ότι η Plum ξεκίνησε το 2017 και έκτοτε έχει παρουσία σε 10 χώρες με 2 εκατομμύρια πελάτες φανατικούς οπαδούς. Η πλατφόρμα, που μέσω crowfunding έχει πετύχει τη χρηματοδότηση που χρειάζεται, παρέχει υπηρεσίες αποταμίευσης και επένδυσης. Σύμφωνα με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, μέσα από την ανάπτυξη της Plum στην ελληνική αγορά αλλά και τις ευρύτερα γειτονικές χώρες – υπάρχουν πλάνα για επέκταση σε νέες ξένες αγορές -εκτιμάται ότι ως το τέλος του 2007, ο αριθμός των χρηστών της πλατφόρμας θα έχει ανέβει στους 700 χιλιάδες και αυτό μόνο για την Ελλάδα.
Ακολουθώντας την τάση της παγκόσμιας αγοράς για έναν ψηφιακό κόσμο, η Eurobank καινοτομεί και γίνεται ακόμα πιο ευέλικτη μέσω της στρατηγικής συνεργασίας με την Plum, διευρύνοντας για το σύνολο των πελατών της που αξιοποιούν ψηφιακά εργαλεία, τις επιλογές σύγχρονων λύσεων για αποταμίευση και επενδύσεις. Με την καινοτόμο εφαρμογή της Plum, οι χρήστες αποκτούν πρόσβαση σε ένα ψηφιακό «οικοσύστημα» έξυπνων αλγόριθμων διαχείρισης χρημάτων που τους βοηθά να αποταμιεύουν, να επενδύουν και να διαχειρίζονται τα έξοδά τους αξιοποιώντας αυτοματισμούς και Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ).
Την ίδια στιγμή, ο μεγάλος ανταγωνιστής στις ψηφιακές τράπεζες που ακούει στο όνομα Revolut, έρχεται …για τα καλά στην ελληνική αγορά, μέσω στρατηγικής απόφασης για εδραιωμένη παρουσία στην Αθήνα και στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό.
Η παρουσία της Revolut είναι διασυνοριακή, μετράει πάνω από 50 εκατομμύρια πελάτες παγκοσμίως και η έδρα της είναι στο Λονδίνο. Ιδρύθηκε στη Δημοκρατία της Λιθουανίας εξ ου και οι καταθέσεις καλύπτονται από το λιθουανικό σύστημα εγγύησης καταθέσεων.
Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες πιλοτικές χώρες στις οποίες η Revolut εισήγαγε πέρυσι το Revolut Invest App, μια ισχυρή αυτόνομη εφαρμογή για εξειδικευμένους επενδυτές. Ο αριθμός των πελατών της Revolut στην Ελλάδα που άνοιξαν επενδυτικούς λογαριασμούς το 2024 αυξήθηκε κατά 212%, με τους Έλληνες να επενδύουν κατά μέσο όρο 4.010 ευρώ (αύξηση 68% από το 2023).
Οι πελάτες του app στην Ελλάδα ανήλθαν σε 1 εκατομμύριο άτομα και ως το τέλος του έτους εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 1,5 εκατομμύριο. Στόχος είναι το πελατολόγιο να ενισχυθεί στα 2 εκατομμύρια ως το 2026.
Με την καμπάνια «Banking and Beyond», που τρέχει σε περίπου 20 χώρες, η Revolut περνάει το μήνυμα πως η τραπεζική μπορεί να ξεπεράσει τα παραδοσιακά όρια, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη εμπειρία όπου «όλα είναι δυνατά». Με την Ελλάδα να συμμετέχει δυναμικά στην παγκόσμια στρατηγική της Revolut, η χώρα μας αναδεικνύεται ως ένας από τους κομβικούς σταθμούς για τη διάδοση της νέας αυτής τραπεζικής αντίληψης.
Σχεδόν ταυτόχρονα, τρεις πρωτοβουλίες – Revolut, Snappi, Plum – φέρνουν την «άνοιξη» στο χώρο των ψηφιακών συναλλαγών, μέσα από εφαρμογές (applications) τραπεζικών εργασιών που απευθύνονται σε όσους ενδιαφέρονται να κάνουν banking από το κινητό ή το pc τους και δεν έχουν κανένα λόγο να απευθυνθούν σε τραπεζικό κατάστημα. Διότι αυτή ακριβώς είναι η λογική των fintech, αμεσότητα, ευελιξία, online εμπειρία από το Α ως το Ω.
Κατ’ αρχήν, ξεκινάει τη λειτουργία της η πρώτη ελληνική neobank, που ακούει στο όνομα Snappi, η «απάντηση» της Τράπεζας Πειραιώς στον χώρο των ψηφιακών τραπεζών, σε συνεργασία με τη Natech, την ελληνική fintech που ειδικεύεται σε τραπεζικό λογισμικό. Στόχος της Snappi -που επιδιώκει να ολοκληρώσει το εμπορικό της λανσάρισμα εντός του δευτέρου τριμήνου του έτους- είναι να κερδίσει μια πελατεία άνω του 1 εκατομμυρίου ατόμων έως το 2027, έτος σταθμός για το break even της επένδυσης.
Σύμφωνα με το business plan της Τράπεζας Πειραιώς, όπως το επικαιροποίησε ο CEO της Τράπεζας, Χρήστος Μεγάλου, στο πλαίσιο του πρόσφατου conference call με τους αναλυτές, το 2028 το πελατολόγιο της Snappi φιλοδοξεί να αριθμεί 1,9 εκατομμύρια χρήστες, με την πλειοψηφία πάντα στην ελληνική αγορά . Διότι η Snappi έχει βλέψεις επέκτασης στο εξωτερικό, στην καρδιά της Κεντρικής Ευρώπης, όπου τα μερίδια και ο ανταγωνισμός στο digital banking έχει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης.
Χωρίς καταστήματα λοιπόν, με ένα branchless concept, η Snappi θα συνδυάζει ένα κλασικό application για τραπεζικές συναλλαγές, αλλά θα μπει και στον χώρο των επενδύσεων, προσφέροντας υψηλές αποδόσεις. Την ίδια στιγμή, θα έχει υπηρεσία BNPL (Buy Now Pay Later) για πληρωμή με άτοκες δόσεις, χωρίς την χρήση πιστωτικής κάρτας.
Με εκτιμώμενη απόσβεση σε μια τριετία και σημείο μηδέν το 2027, η πρώτη ελληνική neobank αναμένεται να περάσει σε καθεστώς επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας από το 2028 και μετά.
Σε ένα άλλο επίπεδο, η Eurobank δίνει το δικό της fintech αποτύπωμα, μέσα από τη συνεργασία της με την Plum, ένα βρετανικό application με «άρωμα Ελλάδος», αφού ιδρυτής και CEO είναι ο Βίκτωρ Τροκούδης. Οι δύο εταιρίες δεν έχουν μόνο εμπορική συνεργασία, αλλά «δένονται» και με μειοψηφική μετοχική συμμετοχή.
Πριν την εκπνοή του 2024, η Eurobank ενίσχυσε την συμμετοχή της στην Plum επενδύοντας συνολικά 10 εκατομμύρια ευρώ και αποκτώντας έτσι το 6,5% του κεφαλαίου της βρετανικής fintech.
Να σημειωθεί ότι η Plum ξεκίνησε το 2017 και έκτοτε έχει παρουσία σε 10 χώρες με 2 εκατομμύρια πελάτες φανατικούς οπαδούς. Η πλατφόρμα, που μέσω crowfunding έχει πετύχει τη χρηματοδότηση που χρειάζεται, παρέχει υπηρεσίες αποταμίευσης και επένδυσης. Σύμφωνα με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, μέσα από την ανάπτυξη της Plum στην ελληνική αγορά αλλά και τις ευρύτερα γειτονικές χώρες – υπάρχουν πλάνα για επέκταση σε νέες ξένες αγορές -εκτιμάται ότι ως το τέλος του 2007, ο αριθμός των χρηστών της πλατφόρμας θα έχει ανέβει στους 700 χιλιάδες και αυτό μόνο για την Ελλάδα.
Ακολουθώντας την τάση της παγκόσμιας αγοράς για έναν ψηφιακό κόσμο, η Eurobank καινοτομεί και γίνεται ακόμα πιο ευέλικτη μέσω της στρατηγικής συνεργασίας με την Plum, διευρύνοντας για το σύνολο των πελατών της που αξιοποιούν ψηφιακά εργαλεία, τις επιλογές σύγχρονων λύσεων για αποταμίευση και επενδύσεις. Με την καινοτόμο εφαρμογή της Plum, οι χρήστες αποκτούν πρόσβαση σε ένα ψηφιακό «οικοσύστημα» έξυπνων αλγόριθμων διαχείρισης χρημάτων που τους βοηθά να αποταμιεύουν, να επενδύουν και να διαχειρίζονται τα έξοδά τους αξιοποιώντας αυτοματισμούς και Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ).
Την ίδια στιγμή, ο μεγάλος ανταγωνιστής στις ψηφιακές τράπεζες που ακούει στο όνομα Revolut, έρχεται …για τα καλά στην ελληνική αγορά, μέσω στρατηγικής απόφασης για εδραιωμένη παρουσία στην Αθήνα και στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό.
Η παρουσία της Revolut είναι διασυνοριακή, μετράει πάνω από 50 εκατομμύρια πελάτες παγκοσμίως και η έδρα της είναι στο Λονδίνο. Ιδρύθηκε στη Δημοκρατία της Λιθουανίας εξ ου και οι καταθέσεις καλύπτονται από το λιθουανικό σύστημα εγγύησης καταθέσεων.
Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες πιλοτικές χώρες στις οποίες η Revolut εισήγαγε πέρυσι το Revolut Invest App, μια ισχυρή αυτόνομη εφαρμογή για εξειδικευμένους επενδυτές. Ο αριθμός των πελατών της Revolut στην Ελλάδα που άνοιξαν επενδυτικούς λογαριασμούς το 2024 αυξήθηκε κατά 212%, με τους Έλληνες να επενδύουν κατά μέσο όρο 4.010 ευρώ (αύξηση 68% από το 2023).
Οι πελάτες του app στην Ελλάδα ανήλθαν σε 1 εκατομμύριο άτομα και ως το τέλος του έτους εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 1,5 εκατομμύριο. Στόχος είναι το πελατολόγιο να ενισχυθεί στα 2 εκατομμύρια ως το 2026.
Με την καμπάνια «Banking and Beyond», που τρέχει σε περίπου 20 χώρες, η Revolut περνάει το μήνυμα πως η τραπεζική μπορεί να ξεπεράσει τα παραδοσιακά όρια, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη εμπειρία όπου «όλα είναι δυνατά». Με την Ελλάδα να συμμετέχει δυναμικά στην παγκόσμια στρατηγική της Revolut, η χώρα μας αναδεικνύεται ως ένας από τους κομβικούς σταθμούς για τη διάδοση της νέας αυτής τραπεζικής αντίληψης.