Θέλουν λεφτά, όχι εργασιακή ασφάλεια: Καλύτερες αποδοχές και εξέλιξη αντί της σταθερότητας "ψηφίζει" το 69,6% των απασχολουµένων
Τα αποτελέσματα ερευνών
Οι Έλληνες απασχολούµενοι εµφανίζουν σήµερα µεγαλύτερη αυτοπεποίθηση σε σχέση µε το παρελθόν

Μόλις τέσσερις στους δέκα εργαζόµενους του ιδιωτικού τοµέα δηλώνουν ότι έλαβαν την αύξηση στον κατώτατο µισθό για το περασµένο έτος, ενώ λιγότεροι από έναν στους τρεις (29%) καλύπτονται από κάποιας µορφής συλλογική σύµβαση, όπως διαπιστώνει έρευνα της ALCO για λογαριασµό του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.
Την ίδια στιγµή, ωστόσο, σε άλλη έρευνα της Mark καταγράφεται µεγαλύτερη αυτοπεποίθηση των εργαζοµένων σε σχέση µε το παρελθόν, που τους οδηγεί σε αναζήτηση µιας νέας θέσης εργασίας µε καλύτερες αµοιβές.
Σύµφωνα µε την έρευνα της ALCO, το 83% των εργαζοµένων θεωρεί ότι οι συλλογικές συµβάσεις αποτελούν σηµαντικό παράγοντα προστασίας και επίτευξης ισότιµων συνθηκών εργασίας.
Σε ό,τι αφορά το µηνιαίο εισόδηµα, µόνο το 40% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ο µισθός του επαρκεί για την κάλυψη των µηνιαίων εξόδων, ενώ το 88% δηλώνει ότι έχει µειώσει τις δαπάνες του σε βασικά είδη διατροφής προκειµένου να αντεπεξέλθει.
Παράλληλα, οι επτά στους δέκα εργαζόµενους (71% των ερωτηθέντων) δηλώνουν πως είτε χρησιµοποιούν µέρος των αποταµιεύσεών τους (34%) είτε δεν διαθέτουν καθόλου αποταµιεύσεις (37%) προκειµένου να αντιµετωπίσουν τα έξοδα του µήνα.
Σχεδόν οι έξι στους δέκα εργαζόµενους (58%) που ενοικιάζουν κατοικία δαπανούν πάνω από το 40% του µηνιαίου εισοδήµατός τους σε δαπάνες ενοικίου και θέρµανσης. Την ίδια ώρα, σχεδόν ένας στους δύο εργαζόµενους µε ιδιόκτητη κατοικία ξοδεύει πάνω από το 20% του µηνιαίου εισοδήµατός του για αποπληρωµή στεγαστικών δανείων και θέρµανση.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τον χρόνο εργασίας, το 40% δηλώνει ότι εργάζεται πέραν του προβλεπόµενου χρόνου και µάλιστα το 43% υπερβαίνει τις τέσσερις ώρες σε εβδοµαδιαία βάση. Την ίδια ώρα, πε ρίπου ένας στους τρεις εργαζόµενους (36%) δηλώνει ότι δεν αµείβεται για τις πρόσθετες ώρες εργασίας του.
Η εργασιακή ασφάλεια, που κάποτε αποτελούσε την κυρίαρχη επιδίωξη, δίνει πλέον τη θέση της στην αναζήτηση καλύτερων αποδοχών και ευκαιριών επαγγελµατικής ανέλιξης, όπως διαπιστώνει έρευνα της Mark για την εταιρεία Παπαστράτος.
Ο οικονοµικά ενεργός πληθυσµός (σε ποσοστό 60,5%) διεκδικεί καλύτερη ποιότητα ζωής µέσω της εργασίας του και είναι έτοιµος να θυσιάσει την ασφάλεια µιας σταθερής θέσης εργασίας, εφόσον µπορεί να βρει συνθήκες καλύτερα αµειβόµενης δουλειάς και ισορροπίας σε σχέση µε την προσωπική ζωή (69,6%).
Παράλληλα, η έννοια της «καλής επιχείρησης» αποκτά πολυπαραγοντική διάσταση, καθώς οι εργαζόµενοι αξιολογούν τους εργοδότες τους βάσει πολλών κριτηρίων, από το εργασιακό περιβάλλον και τη δίκαιη αντιµετώπιση µέχρι την ευελιξία και τις προοπτικές ανάπτυξης.
Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η ευελιξία αποτελεί πλέον απαραίτητο στοιχείο της σύγχρονης εργασίας. Το 53,5% των εργαζοµένων επιθυµεί ένα µεικτό µοντέλο που συνδυάζει τηλεργασία και φυσική παρουσία, ενώ η αποκλειστικά διά ζώσης εργασία προτιµάται από το 35%.
Οι προτιµήσεις των εργαζοµένων αναδιαµορφώνονται.
Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να έχουν τη µεγαλύτερη απήχηση, προσελκύοντας το 54,2% των ερωτηθέντων, µε την Gen Z να εκδηλώνει προτίµηση προς αυτές σε ποσοστό 61,3%.
Παράλληλα, η προτίµηση για εργασία στο ∆ηµόσιο µειώνεται σε σχέση µε τα προηγούµενα χρόνια, καθώς µόλις το 30,1% των ερωτηθέντων το θεωρεί ελκυστική επιλογή. Αντίθετα, η αυτοαπασχόληση αποκτά µεγαλύτερη απήχηση, καθώς το 31,7% δηλώνει ότι θα προτιµούσε αυτή τη µορφή εργασίας.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Την ίδια στιγµή, ωστόσο, σε άλλη έρευνα της Mark καταγράφεται µεγαλύτερη αυτοπεποίθηση των εργαζοµένων σε σχέση µε το παρελθόν, που τους οδηγεί σε αναζήτηση µιας νέας θέσης εργασίας µε καλύτερες αµοιβές.
Θέλουν λεφτά, όχι εργασιακή ασφάλεια: Καλύτερες αποδοχές και εξέλιξη αντί της σταθερότητας "ψηφίζει" το 69,6% των απασχολουµένων
Σύµφωνα µε την έρευνα της ALCO, το 83% των εργαζοµένων θεωρεί ότι οι συλλογικές συµβάσεις αποτελούν σηµαντικό παράγοντα προστασίας και επίτευξης ισότιµων συνθηκών εργασίας.Σε ό,τι αφορά το µηνιαίο εισόδηµα, µόνο το 40% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ο µισθός του επαρκεί για την κάλυψη των µηνιαίων εξόδων, ενώ το 88% δηλώνει ότι έχει µειώσει τις δαπάνες του σε βασικά είδη διατροφής προκειµένου να αντεπεξέλθει.
Παράλληλα, οι επτά στους δέκα εργαζόµενους (71% των ερωτηθέντων) δηλώνουν πως είτε χρησιµοποιούν µέρος των αποταµιεύσεών τους (34%) είτε δεν διαθέτουν καθόλου αποταµιεύσεις (37%) προκειµένου να αντιµετωπίσουν τα έξοδα του µήνα.
Σχεδόν οι έξι στους δέκα εργαζόµενους (58%) που ενοικιάζουν κατοικία δαπανούν πάνω από το 40% του µηνιαίου εισοδήµατός τους σε δαπάνες ενοικίου και θέρµανσης. Την ίδια ώρα, σχεδόν ένας στους δύο εργαζόµενους µε ιδιόκτητη κατοικία ξοδεύει πάνω από το 20% του µηνιαίου εισοδήµατός του για αποπληρωµή στεγαστικών δανείων και θέρµανση.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τον χρόνο εργασίας, το 40% δηλώνει ότι εργάζεται πέραν του προβλεπόµενου χρόνου και µάλιστα το 43% υπερβαίνει τις τέσσερις ώρες σε εβδοµαδιαία βάση. Την ίδια ώρα, πε ρίπου ένας στους τρεις εργαζόµενους (36%) δηλώνει ότι δεν αµείβεται για τις πρόσθετες ώρες εργασίας του.
Μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση σε σχέση µε το παρελθόν
Πάντως, οι Έλληνες απασχολούµενοι εµφανίζουν σήµερα µεγαλύτερη αυτοπεποίθηση σε σχέση µε το παρελθόν.Η εργασιακή ασφάλεια, που κάποτε αποτελούσε την κυρίαρχη επιδίωξη, δίνει πλέον τη θέση της στην αναζήτηση καλύτερων αποδοχών και ευκαιριών επαγγελµατικής ανέλιξης, όπως διαπιστώνει έρευνα της Mark για την εταιρεία Παπαστράτος.
Ο οικονοµικά ενεργός πληθυσµός (σε ποσοστό 60,5%) διεκδικεί καλύτερη ποιότητα ζωής µέσω της εργασίας του και είναι έτοιµος να θυσιάσει την ασφάλεια µιας σταθερής θέσης εργασίας, εφόσον µπορεί να βρει συνθήκες καλύτερα αµειβόµενης δουλειάς και ισορροπίας σε σχέση µε την προσωπική ζωή (69,6%).
Παράλληλα, η έννοια της «καλής επιχείρησης» αποκτά πολυπαραγοντική διάσταση, καθώς οι εργαζόµενοι αξιολογούν τους εργοδότες τους βάσει πολλών κριτηρίων, από το εργασιακό περιβάλλον και τη δίκαιη αντιµετώπιση µέχρι την ευελιξία και τις προοπτικές ανάπτυξης.
Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η ευελιξία αποτελεί πλέον απαραίτητο στοιχείο της σύγχρονης εργασίας. Το 53,5% των εργαζοµένων επιθυµεί ένα µεικτό µοντέλο που συνδυάζει τηλεργασία και φυσική παρουσία, ενώ η αποκλειστικά διά ζώσης εργασία προτιµάται από το 35%.
Επιλογές καριέρας
Οι προτιµήσεις των εργαζοµένων αναδιαµορφώνονται. Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να έχουν τη µεγαλύτερη απήχηση, προσελκύοντας το 54,2% των ερωτηθέντων, µε την Gen Z να εκδηλώνει προτίµηση προς αυτές σε ποσοστό 61,3%.
Παράλληλα, η προτίµηση για εργασία στο ∆ηµόσιο µειώνεται σε σχέση µε τα προηγούµενα χρόνια, καθώς µόλις το 30,1% των ερωτηθέντων το θεωρεί ελκυστική επιλογή. Αντίθετα, η αυτοαπασχόληση αποκτά µεγαλύτερη απήχηση, καθώς το 31,7% δηλώνει ότι θα προτιµούσε αυτή τη µορφή εργασίας.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή