Η μεγέθυνση της οικονομίας, η αύξηση των τουριστικών εσόδων, οι αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις και ο περιορισμός της φοροδιαφυγής συνεπεία των νέων ηλεκτρονικών μέτρων που τέθηκαν τα τελευταία χρόνια, εκτίναξαν τα εισοδήματα των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων που δηλώθηκαν το περυσινό έτος (για τη χρήση του 2023). Συγκεκριμένα τα φυσικά πρόσωπα δήλωσαν περισσότερα εισοδήματα ύψους 14,4 δισ. ευρώ, ενώ τα φορολογητέα κέρδη των επιχειρήσεων αυξήθηκαν περίπου 5 δισ. ευρώ.


Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων το 2024 (εισοδήματα 2023) δηλώθηκαν συνολικά 106 δισ. ευρώ έναντι 91,6 δισ. ευρώ το 2023 (εισοδήματα 2022). Δηλαδή το δηλωθέν εισόδημα των φυσικών προσώπων αυξήθηκε κατά 15,7%.

Ειδικότερα:


Ακίνητη περιουσία: 8,53 δισ. ευρώ. επιπλέον 673 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2022. H αύξηση αποδίδεται κατά κύριο λόγο στα σημαντικά έσοδα που καταγράφονται από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Κατά τα άλλα το ποσό των εισοδημάτων από ακίνητα θα έπρεπε να είναι πολύ υψηλότερο και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ιθυνόντων η φορολογητέα ύλη που υπολείπεται ξεπερνά τα 4 δισ. ευρώ.
Ελεύθεροι επαγγελματίες: 10,4 δισ. ευρώ. Επιπλέον 5,28 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2022. Ο διπλασιασμός οφείλεται στην αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των εισοδημάτων τους. Συγκεκριμένα στη θέσπιση του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των εισοδημάτων τους. Ανάλογα με τα χρόνια λειτουργίας του επαγγελματία εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στα εισοδήματα του 2023 ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα. Φέτος υπολογίζεται ότι το ποσό αυτό θα αυξηθεί περαιτέρω.
Μισθωτοί- Συνταξιούχοι: 76,47 δισ. ευρώ. Επιπλέον 6,3 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2022. ΟΙ συνήθεις ύποπτοι που δεν μπορούν να αποκρύψουν ούτε ένα ευρώ από την εφορία, δηλώνουν τα τελευταία χρόνια υψηλότερα εισοδήματα. Η αύξηση του κατώτατου μισθού, η μείωση της ανεργίας έχει οδηγήσει στην αύξηση των εισοδημάτων. Μόνο από τις αυξήσεις εισπράχθηκαν ασφαλιστικές εισφορές επιπλέον των προγραμματισθέντων ύψους 850 εκατ. ευρώ
Μερίσματα: 8,71 δισ. ευρώ. Αυξήθηκαν 1,97 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2022. Τα τελευταία χρόνια αυξάνονται τα ποσά των μερισμάτων. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα του χαμηλού συντελεστή που θεσπίστηκε το 2019 και ο οποίος ανέρχεται στο 5%. Η Ελλάδα έχει από τους χαμηλότερους συντελεστές παγκοσμίως στο φόρο επί των μερισμάτων.
Αγρότες: 1,93 δισ. ευρώ αυξημένα κατά 159,3 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το 2022
Οι επιχειρήσεις αύξησαν τα κέρδη τους κατά 5 δισ. ευρώ συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Τα φορολογητέα κέρδη έφθασαν τα 30 δισ. ευρώ, έναντι 25 δισ. ευρώ το 2022. Ουσιαστικά αυξήθηκαν τα φορολογητέα κέρδη κατά 20%. Το ποσό του φόρου που βεβαιώθηκε ανήλθε στα 7,2 δισ. ευρώ έναντι 6,6 δισ. ευρώ το 2022.

Από την ανάλυση των στατιστικών δεδομένων της ΑΑΔΕ προκύπτουν τα εξής:


Σχεδόν 1 στα 2 νοικοκυριά ή για την ακρίβεια το 47% δήλωσε ετήσια εισοδήματα που δεν υπερβαίνουν τα 10.000 ευρώ ενώ με μηδενικό εισόδημα εμφανίζονται 831.053 φορολογούμενοι, αριθμός ο οποίος είναι αυξημένος κατά 50.144 σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Στον αντίποδα, βρίσκονται 3.371 φορολογούμενοι που δηλώνουν ετήσια εισοδήματα άνω των 500.000 ευρώ και μάλιστα 1.499 εμφανίζονται με εισοδήματα άνω των 900.000 ευρώ.
1.288.038 φορολογούμενοι (από 1.540.255 το 2022) έπεσαν στην παγίδα των τεκμηρίων και αναγκάστηκαν να φορολογηθούν για εισοδήματα υψηλότερα κατά 4,168 δισ. ευρώ από αυτά που δήλωσαν με αποτέλεσμα να πληρώσουν έξτρα ποσά φόρων. Από αυτούς οι 294.532 είναι εισοδηματίες, οι 7.715 επαγγελματίες, οι 478.345 μισθωτοί, οι 376.162 συνταξιούχοι και οι 66.284 αγρότες. Το μεγαλύτερο επιπλέον φόρο λόγω τεκμηρίων κατέβαλαν οι μισθωτοί με 1,159 δισ. ευρώ και ακολουθούν οι εισοδηματίες με 1,446 δισ. ευρώ, οι συνταξιούχοι με 1,066 δισ. ευρώ, οι επαγγελματίες με 253,848 εκατ. ευρώ και οι αγρότες με 241,312 εκατ. ευρώ
Το 56% των ελεύθερων επαγγελματιών, επιτηδευματιών και ατομικών επιχειρήσεων φορολογήθηκε με τα τεκμήρια και κατέβαλε επιπλέον φόρο σε σχέση αυτόν που αναλογεί στο δηλωθέν εισόδημα ύψους 470 εκατ. ευρώ. Το 44% που φορολογήθηκε βάσει των δηλωθέντων εισοδημάτων εμφάνισε αυξημένα κέρδη σε σχέση με την προηγούμενο έτος που κατά μέσον όρο κυμάνθηκαν στα 4.500 ευρώ ανά δήλωση και συνολικά στα 1,13 δισ. ευρώ.
Αμφισβήτηση τεκμηρίου μέσω της διαδικασίας του ελέγχου ζήτησαν 4.592 ελεύθεροι επαγγελματίες και ατομικές επιχειρήσεις.