Παρά τις έντονες ανησυχίες για την αύξηση των τιμών στην αγορά ακινήτων σε παγκόσμιο επίπεδο, η ικανοποίηση από τις συνθήκες στέγασης παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα, το 68% των κατοίκων δηλώνει ικανοποιημένο με την τρέχουσα κατάσταση στέγασής του. Το ποσοστό αυτό, ωστόσο, είναι χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο οποίος ανέρχεται στο 76%. Η σχετική απόκλιση αποδίδεται κυρίως στο ότι, παρά τα υψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης, η πλειονότητα των κατοικιών είναι άνω των 35 ετών, αλλά και στη διαρκώς ανοδική πορεία των τιμών.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πανευρωπαϊκή έρευνα «European Housing Trend Report 2024», σε όλη την Ευρώπη αυτή η δυσαρέσκεια εντοπίζεται ιδιαίτερα σε ενοικιαστές και σε εκείνους που ζουν σε λιγότερο ασφαλείς συνθήκες διαβίωσης. Αντιθέτως, εκείνοι που απέκτησαν το ακίνητό τους με ίδια κεφάλαια ή μέσω υποθήκης ή δανεισμού αναφέρουν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης, τονίζοντας τη σύνδεση μεταξύ της ιδιοκατοί κησης και της αίσθησης οικιακής ευημερίας. Στην Ελλάδα, οι ενοικιαστές βρίσκονται σε δυσχερή θέση περισσότερο από τους ιδιοκτήτες ακινήτων, καθώς, από τη μια, αναγκάζονται να μένουν κατά κύριο λόγο σε κατώτερης ποιότητας σπίτια, λόγω της έλλειψης νεόδμητων κατοικιών, και, από την άλλη, πληρώνουν υψηλά ενοίκια.

Οι μισοί Ελληνες δαπανούν πάνω από το 30% του μηνιαίου εισοδήματός τους

Οπως ανέφερε πρόσφατα και η έρευνα της Focus Bari, σχεδόν οι μισοί Ελληνες δαπανούν πάνω από το 30% του μηνιαίου εισοδήματός τους για την κάλυψη του ενοικίου. Αυτή η τάση υπογραμμίζει τη σημασία της ιδιοκτησίας και της πρόσβασης σε ποιοτική στέγαση για την επίτευξη πλήρους ικανοποίησης σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης.

Αν και το 68% των Ελλήνων είναι ιδιοκτήτες τουλάχιστον ενός ακινήτου -γεγονός που θα μπορούσε να προϊδεάζει για υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης-, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η συντριπτική πλειονότητα των κατοικιών χρονολογείται από τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα στέγασης. Επιπλέον, η δραστηριότητα στον τομέα των ανακαινίσε ων παραμένει περιορισμένη, με αποτέλεσμα η γενική εικόνα να απέχει από τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Τα στατιστικά στοιχεία της Focus Bari δείχνουν ότι η πλειονότητα των ιδιοκτητών, συγκεκριμένα το 56%, δεν έχει προχωρήσει σε καμία ανακαίνιση κατοικίας την τελευταία πενταετία. Αυτό το γεγονός υποδηλώνει μια στάσιμη ή συντηρητική προσέγγιση στις ανακαινίσεις, παρά τη συνεχιζόμενη ανάγκη για βελτίωση των κατοικιών

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σύμφωνα με την έρευνα της REMAX, υπάρχουν δύο διαφορετικές ταχύτητες. Συγκεκριμένα, σε χώρες όπως η Ολλανδία και η Ρουμανία το 84% των πολιτών απάντησαν ότι είναι πολύ ικανοποιημένοι με την τρέχουσα κατάσταση στέγασής τους. Υψηλά επίπεδα ικανοποίησης υπάρχουν επίσης στη Βουλγαρία και την Πολωνία και ακολουθεί το Ηνωμένο Βασίλειο. Την ίδια ώρα, μεγάλη δυσαρέσκεια υπάρχει σε χώρες όπως η Ιρλανδία και η Ουγγαρία.

Το 55% θα σκέφτονταν το ενδεχόμενο της μετακόμισης

Αν και αρκετοί Ευρωπαίοι εκφράζουν την ευχαρίστησή τους σχετικά με την τρέχουσα κατοικία τους, ένας σημαντικός αριθμός παραμένει δεκτικός στην ιδέα της μετακόμισης. Περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες (55%) δήλωσαν ότι θα σκέφτονταν το ενδεχόμενο της μετακόμισης, εάν τους παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Αυτή η τάση είναι περισσότερο ισχυρή σε χώρες όπως η Τουρκία, η Πορτογαλία και η Σλοβενία, όπου η επιθυμία για αλλαγές μάλλον πηγάζει από την αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης, περισσότερου χώρου ή μεγαλύτερης οικονομικής άνεσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η τάση για μετεγκατάσταση είναι εντονότερη στους κατοίκους μεγάλων πόλεων, όπου το 63% από αυτούς σκέφτονται να μετακομίσουν. Αντίθετα, σε αγροτικές ή απομονωμένες περιοχές μόνο το 43% των κατοίκων σκέφτεται να μετακομίσει. Πάντως, ακόμα και σε χώρες με υψηλό ποσοστό ικανοποίησης, όπως η Ολλανδία και η Ρουμανία, η δυνατότητα μετεγκατάστασης αντανακλά τη δυναμική και εξελισσόμενη φύση των προτιμήσεων στέγασης σε όλη την Ευρώπη.