Το µεγαλύτερο Πρόγραµµα ∆ηµοσίων Επενδύσεων (Π∆Ε) υλοποιεί φέτος η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μάλιστα, το Πρόγραµµα, που στοχοθετήθηκε αρχικά από τον Προϋπολογισµό του 2025 στα 14,1 δισ. ευρώ, πριν από λίγες ηµέρες ανακοινώθηκε ότι αυξάνεται κατά 500 εκατ. ευρώ, φέρνοντας το τελικό ύψος του στα 14,6 δισ. ευρώ.

Η αύξηση αυτή αφορά το σκέλος των εθνικών πόρων, το οποίο θα ανέλθει, µετά την ψήφιση του συµπληρωµατικού προϋπολογισµού, από 2,75 δισ. ευρώ σε 3,25 δισ. ευρώ. Τα υπόλοιπα 11,35 δισ. ευρώ αφορούν το συγχρηµατοδοτούµενο σκέλος (6,45 δισ. ευρώ) και το Ταµείο Ανάκαµψης (4,9 δισ. ευρώ). Πολλοί, ωστόσο, είναι εκείνοι που θεωρούν ότι το Πρόγραµµα ∆ηµοσίων Επενδύσεων του 2025 µπορεί να αυξηθεί περαιτέρω.

Η χρονιά είναι ακόµη µπροστά, ενώ τα καλά δηµοσιονοµικά αποτελέσµατα συνεχίζουν να έρχονται και παράλληλα οι επενδυτικές ανάγκες παραµένουν µεγάλες. Ετσι, δεν αποκλείουν µια δεύτερη αύξηση του Π∆Ε µέσα στο β' εξάµηνο του έτους. Σηµειώνεται ότι πέρυσι υπήρξε συµπληρωµατικός προϋπολογισµός, που αύξησε το Π∆Ε του 2024 κατά 900 εκατ. ευρώ.

Από 12,2 δισ. ευρώ, που ήταν αρχικά, τον Σεπτέµβριο του 2024 αποφασίστηκε να ανέλθει σε 13,1 δισ. ευρώ. Η µεταβολή αυτή συντελέστηκε τόσο στο εθνικό σκέλος της χρηµατοδότησης (+600 εκατ. ευρώ) όσο και στο συγχρηµατοδοτούµενο σκέλος (+300 εκατ. ευρώ). Η υλοποίηση του Π∆Ε µέσα στο 2025 δεν περιλαµβάνει καµία αύξηση ούτε στο συγχρηµατοδοτούµενο ούτε στο σκέλος του Ταµείου Ανάκαµψης.

Στα 14,6 δισ. ευρώ (+500 εκατ.) το Πρόγραµµα ∆ηµοσίων Επενδύσεων

Το Π∆Ε του 2025, πριν από την αύξηση των 500 εκατ. ευρώ, είναι σε ονοµαστικές τιµές το µεγαλύτερο ιστορικά Πρόγραµµα ∆ηµοσίων Επενδύσεων που υλοποιεί µια ελληνική κυβέρνηση. Το Πρόγραµµα αυτό πιθανώς να ξεπερνά και σε πραγµατικές τιµές εκείνο της περιόδου προ των Ολυµπιακών Αγώνων του 2004, όπου µέσα σε σύντοµο χρονικό διάστηµα έγιναν πολύ µεγάλες δαπάνες προετοιµασίας των Ολυµπιακών Αγώνων της Αθήνας.

Σίγουρα όµως ξεπερνά τα προγράµµατα της δεκαετίας του 2010 που δεν ξεπέρασαν τα 6 δισ. ευρώ ετησίως. Ενδεικτικά αναφέρουµε ότι το φετινό Π∆Ε ανέρχεται στο 270% εκείνου του 2019, ενώ του χρόνου το Π∆Ε θα εκτοξευθεί στο 310%. Εποµένως το Π∆Ε του 2026 θα αυξηθεί περαιτέρω και σύµφωνα µε τις αρχικές εκτιµήσεις θα πλησιάσει τα 17 δισ. ευρώ. Εξ αυτών τα 3,3 δισ. ευρώ θα προέλθουν από το εθνικό σκέλος, τα 6,45 δισ. ευρώ από το συγχρηµατοδοτούµενο σκέλος και τα υπόλοιπα 7,2 δισ. ευρώ από το Ταµείο Ανάκαµψης και Ανθεκτικότητας. Με τα παραπάνω, γίνεται προφανές ότι φέτος και του χρόνου θα «βρέξει» επενδύσεις και χρήµα στη χώρα.

Βασικός µοχλός αυτής της «ανθοφορίας» δηµόσιων επενδύσεων είναι αναµφίβολα το Ταµείο Ανάκαµψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) που πλησιάζει στο τέλος του. Πέρυσι, οι δαπάνες του ΤΑΑ ανήλθαν σε 3,1 δισ. ευρώ, φέτος αναµένεται ν’ ανέλθουν σε 4,9 δισ. ευρώ και του χρόνου σε 7,2 δισ. ευρώ. Πρόκειται για υπέρογκα ποσά σε Π∆Ε που δεν έχουν δει ποτέ ξανά υπουργοί Οικονοµικών στην ιστορία της µεταπολίτευσης. Και το στοίχηµα που τίθεται πλέον είναι η εκτέλεση αυτών των προγραµµάτων να γίνει όσο το δυνατόν πιο αποτελεσµατικά, χωρίς να χαθεί ευρώ κοινοτικής χρηµατοδότησης, και ταυτόχρονα όσο το δυνατόν πιο παραγωγικά για τη χώρα και τους πολίτες της.

Δεν θα χαθεί ούτε ένα ευρώ από το Ταµείο Ανάκαµψης 

Η ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Οικονοµίας και Οικονοµικών εµφανίστηκε πρόσφατα αισιόδοξη ότι δεν θα χαθεί ούτε ένα ευρώ από το Ταµείο Ανάκαµψης και ότι οι δαπάνες θα ανέλθουν στο 100%. Πλάτη σε αυτή τη στόχευση βάζουν διάφορα προγράµµατα και δράσεις ενίσχυσης, όπως είναι το «Σπίτι µου ΙΙ», τα διάφορα «Εξοικονοµώ» και τα άλλα προγράµµατα «Προλαµβάνω» κ.λπ.

Στο σκέλος των δανείων του Ταµείου Ανάκαµψης προς τις επιχειρήσεις υπάρχει και εκεί πίεση, καθώς αποµένουν ακόµη 8-9 δισ. ευρώ για συµβασιοποίηση. Μέχρι τώρα έχουν συµβασιοποιηθεί περί τα 7 δισ. ευρώ.

Η πρόκληση είναι µεγάλη, αλλά όπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός, Νίκος Παπαθανάσης (φωτ.), όλα θα κλείσουν κανονικά. Στο ΕΣΠΑ δεν υπάρχει η ίδια πίεση, καθώς τα ορόσηµα είναι για το τέλος του 2027 αναφορικά µε τις συµβασιοποιήσεις έργων και το τέλος του 2029 για την ολοκλήρωση των δαπανών.

Η χώρα είναι δεύτερη σε απορροφήσεις στην Ε.Ε. µετά την Τσεχία, έχοντας απορροφήσει πάνω από 11% των πόρων (εξαιρουµένης της αρχικής χρηµατοδότησης). Εν γένει ωστόσο, όπως φάνηκε και στην περίπτωση του ΕΣΠΑ 2014-2020, η Ελλάδα δεν θα έχει πρόβληµα απορρόφησης των πόρων. Πάντως κι εδώ υπάρχουν καθυστερήσεις, αφού για ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και την Ελλάδα, το ΕΣΠΑ ξεκίνησε για πολλούς λόγους (πανδηµία, Ταµείο Ανάκαµψης κ.λπ.) µε τουλάχιστον δύο χρόνια καθυστέρηση.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Κυριακάτικη Απογευματινή