Μια πρώτη ένεση ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να παρασχεθεί άμεσα, προκειμένου να σταθεροποιηθεί ο τραπεζικός κλάδος της χώρας, εκτιμά ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας και εκτελεστικό μέλος της ΕΚΤ, Κριστιάν Νουαγιέ. Αυτό, μάλιστα, θα πρέπει να γίνει πριν από τα αποτελέσματα των stress tests που ετοιμάζεται να διενεργήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εντός του Αυγούστου, προκειμένου να υπολογιστεί με ακρίβεια το ύψος των χρηματοδοτικών αναγκών των ελληνικών τραπεζών.

Όπως αναφέρει ο κεντρικός τραπεζίτης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde, εν προκειμένω η πρώτη δόση «του νέου σχεδίου για ανακεφαλαιοποίηση που εμπεριέχεται στη συμφωνία της 13ης Ιουλίου» θα πρέπει να γίνει «αμέσως μετά την υπογραφή του πακέτου βοήθειας» μεταξύ Ελλάδας και πιστωτών «που αναμένεται στις 11 Αυγούστου». Όπως λέει ο Νουαγιέ, «αυτό που επείγει, είναι η σταθεροποίηση της οικονομίας και η επανάκτηση της εμπιστοσύνης, ώστε να επιστρέψουν οι καταθέσεις».

Υπενθυμίζει δε ότι πριν από έξι μήνες θεωρείτο ότι το τραπεζικό σύστημα που είχε μόλις ανακεφαλαιοποιηθεί και αναδιαρθρωθεί, λειτουργούσε καλά». Ωστόσο, υπογραμμίζει το μέλος της ΕΚΤ «τα πράγματα δεν είναι πια έτσι». «Από τότε, προέκυψαν δύο θεμελιώδη προβλήματα: η οικονομία υποβαθμίστηκε και τα κόκκινα δάνεια επιδεινώθηκαν. Πολλοί καταθέτες απέσυραν τα χρήματά τους για να τα μεταφέρουν στο εξωτερι


Έτοιμη να προχωρήσει σε χαλάρωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων που έχουν τεθεί στην Ελλάδα εμφανίζει την τρόικα σε άρθρο του το Spiegel.

Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό το παραπάνω ενδεχόμενο εξετάζεται από τα οικονομικά επιτελεία των «θεσμών», με δεδομένη την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας.

Μάλιστα στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι «κύκλοι της τρόικα» υποστήριξαν στο Spiegel ότι «οι στόχοι για τον προϋπολογισμό, που τέθηκαν πρόσφατα, βρίσκονται μόνο στη σφαίρα της φαντασίας. Κανείς δεν περιμένει ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτό το περιθώριο δεν υπάρχει, πλέον, λόγω της οικονομικής κατάρρευσης».

Tέλος αναφέρει πως το «κούρεμα» στους στόχους πιθανώς να μην αφορά μόνο το τρέχον έτος αλλά και τα επόμενα χρόνια, καθώς κανείς δεν επιθυμεί να υπάρξει περαιτέρω επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας και μακρά παράταση της ύφεσης.