Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας τελειώνει τον Αύγουστο του 2018, αλλά υπάρχουν αμφιβολίες για το αν θα καταφέρει να σταθεί στα πόδια της, όπως επισημαίνει το CNBC σε εκτενές δημοσίευμά του για την επόμενη μέρα της χώρας.

Μάλιστα, γίνεται αναφορά από οικονομολόγους που μιλάνε στο CNBC στο ενδεχόμενο να συνεχιστεί η αυστηρή επιτήρηση και μετά τη λήξη του προγράμματος, ενώ για κάποιους είναι ορατός ο κίνδυνος χρεοκοπίας και Grexit.
 

Μετά από την εφαρμογή εκατοντάδων νέων νόμων σε ανταλλαγή με τις δόσεις του προγράμματος, η Αθήνα θα «αποχωριστεί» τους διεθνείς πιστωτές της. Η Ελλάδα συμβιβάστηκε με τις απαιτήσεις των πιστωτών, απέφυγε πολιτικές κρίσεις, αναπτύσσεται ξανά και οδεύει προς μια καθαρή έξοδο.

Η Ευρώπη, όπως παρατηρεί το CNBC, θα θέλει να «ξεφορτωθεί» αυτό το βάρος όσο το δυνατόν γρηγορότερα, και γι' αυτό είναι μάλλον απίθανο να χορηγηθεί στην Ελλάδα νέα οικονομική βοήθεια, μετά από το καλοκαίρι του επόμενου έτους.

«Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι ότι θέλει να αφήσει πίσω της την Ελλάδα όσο γίνεται πιο γρήγορα», σημειώνει ανώτατος αξιωματούχος, μιλώντας στο CNBC. Αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. θα κάνει ό,τι μπορεί για να διασφαλίσει ότι η Αθήνα θα φέρει σε πέρας το πρόγραμμα και δεν θα αποτελεί πλέον «πονοκέφαλο», σχολιάζει.

Αυτά είναι τα καλά νέα τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά μπορεί να μη διαρκέσουν πολύ. Μεταξύ των πιστωτών της Ελλάδας υπάρχουν ανησυχίες ότι η Ελλάδα θα έχει μεν ρευστότητα αλλά δεν θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.


Ντάνιελ Γκρος: Κανένα από τα διαρθρωτικά ζητήματα δεν έχει επιλυθεί

Μιλώντας στο CNBC, o επικεφαλής του Centre for European Policy Studies Ντάνιελ Γκρος αναφέρει πως η Ελλάδα έχει ισορροπημένο ισοζύγιο και πρωτογενές πλεόνασμα οπότε δεν απαιτείται μεγάλη δράση για να διατηρηθεί το status quo. Ωστόσο, όπως τονίζει «δεν έχει επιλυθεί κανένα από τα διαρθρωτικά ζητήματα. Η χώρα συνεχίζει να περνάει όλους τους νόμους και τις ρυθμίσεις που ζητά η Τρόικα, αλλά στην πραγματικότητα λίγα έχουν αλλάξει».

Από την πλευρά της, η Μάρτια Γουίτζφελαρς, οικονομολόγος της RaboResearch's Global Economics and Markets, σημειώνει πως η Ελλάδα «αρχίζει να αναπτύσσεται αργά, αλλά η κληρονομιά της κρίσης είναι πολύ μεγάλη».

Ένας παράγοντας που θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της θα ήταν η αναδιάρθρωση του χρέους, συνεχίζει το δημοσίευμα. Ωστόσο, ούτε καν αυτό δεν αποτελεί ξεκάθαρο σημάδι ότι η Ελλάδα δεν θα είναι πλέον πρόβλημα για την Ευρώπη, κυρίως επειδή δεν έχει αποφασιστεί το πώς θα εφαρμοστεί.

Οι Ευρωπαίοι πιστωτές δεν θέλουν να ξεκινήσουν τις συνομιλίες για το χρέος πριν από την ολοκλήρωση των αξιολογήσεων για το πρόγραμμα, μεταφέροντας τις συζητήσεις ενδεχομένως μέσα στον επόμενο χρόνο.

«Όσο δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς το πρόβλημα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, ο κίνδυνος χρεοκοπίας και Grexit παραμένει», τονίζει η Γουίτζφελαρς.

Εντωμεταξύ, ο Κλάους Βίστεσεν, οικονομολόγος της Pantheon Macroeconomics, εκφράζει την εκτίμηση ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα συνεχίσουν να επιτηρούν την Ελλάδα. Η Ελλάδα «δεν μπορεί να σταθεί στα δικά της πόδια, δεδομένου του ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέχουν πάνω από το 80% του χρέους της. Θα συνεχίσουν να επιβάλλουν αυστηρή επιτήρηση», σημειώνει.