Ο οδικός μας χάρτης είναι ότι κλείνει η αξιολόγηση, μπαίνουμε στο QE και χωρίς θριάμβους αλλάζουμε σελίδα και νομίζουμε ότι πολύ γρήγορα θα αρθούν και τα capital controls μέχρι το τέλος του έτους». Με αυτά τα λόγια έκλεισε την ομιλία του στη Βουλή ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, τον περασμένο Μάιο, όταν έφερε προς ψήφιση τα σκληρά μέτρα για συντάξεις και αφορολόγητο, αλλά δυστυχώς, αν και το τέλος της χρονιάς έφτασε, τα capital controls παραμένουν και, όπως φαίνεται, θα παραμείνουν για πολύ καιρό ακόμη και το QE αποτελεί μέχρι και σήμερα όνειρο θερινής νυκτός. Την ίδια ώρα, έρχεται «πογκρόμ» κατά οφειλετών το 2018, όπως αποκάλυψε το «MP» την περασμένη εβδομάδα, και μάλιστα με εντολή δανειστών, οι οποίοι θεωρούν ότι «ο Ελληνας πρέπει να φοβάται την Εφορία».

Το οξύμωρο της υπόθεσης όμως δεν είναι άλλο από το ότι, την ώρα που η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η χώρα μας τον ερχόμενο Αύγουστο βγαίνει από τα Μνημόνια, η ανάπτυξη το 2018 θα είναι ισχυρή, οι επενδύσεις θα αυξηθούν σημαντικά και το πλεόνασμα θα ξεπεράσει το 3,5%, η Τράπεζα της Ελλάδος πριν από λίγες εβδομάδες έδωσε στη δημοσιότητα έκθεση που προβλέπει τη διατήρηση των κεφαλαιακών ελέγχων για τα επόμενα δύο χρόνια.

ΟΙ ΛΟΓΟΙ

Πώς είναι λοιπόν δυνατόν σε μια οικονομία που ανθεί ιδιώτες και επιχειρήσεις να παραμένουν κάτω από τον σκληρό ζυγό του περιορισμού της κίνησης κεφαλαίων; Η απάντηση δίνεται από τραπεζικά στελέχη, που απλώς επισημαίνουν τις προϋποθέσεις πλήρους άρσης των capital controls. Οι οποίες, για κακή μας τύχη, δεν συντρέχουν αυτή τη στιγμή, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις από τα επίσημα κυβερνητικά χείλη. Ποιες είναι αυτές;

Η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE. Παρά τις πολλαπλές διαβεβαιώσεις υπουργών και κυρίως του Ευκλ. Τσακαλώτου, τα ελληνικά ομόλογα δεν έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και, όπως όλα δείχνουν, κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί σύντομα. Αρα οι τράπεζες δεν μπορούν να αντλήσουν φθηνό χρήμα και οι καταθέσεις είναι απαραίτητες όσο ποτέ.

Η επιστροφή των καταθέσεων. Η δυσκολία και οι αργοί ρυθμοί με τους οποίους επιστρέφουν οι καταθέσεις που είχαν «κάνει φτερά» τα χρόνια της κρίσης στα γκισέ των τραπεζών αποτελούν σοβαρό ανασταλτικό παράγοντα. Οι καταθέτες δεν είναι διατεθειμένοι να φέρουν πίσω τα χρήματα που έκρυψαν στο στρώμα ή φυγάδευσαν στο εξωτερικό, γιατί πολύ απλά ακόμη και το «φρέσκο» χρήμα υπόκειται σε περιορισμούς, την ίδια ώρα που το μπαράζ κατασχέσεων λογαριασμών ακόμη και για οφειλές 500 ευρώ βρίσκεται σε εξέλιξη.
î Η σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος απουσιάζει για ακόμη μία φορά, καθώς οι επικείμενοι έλεγχοι αντοχής (stress tests), που θα διεξαχθούν τον Φεβρουάριο, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στο ευρύ κοινό να επανακαταθέσει τα χρήματά του στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και ίσως η άρση των περιορισμών να προκαλούσε νέο κύμα φυγής κεφαλαίων λόγω ανασφάλειας. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι μιλούν για τα κεφαλαιακά προβλήματα που ενδέχεται να προκύψουν από τη διενέργεια των ελέγχων. î
Η ελάφρυνση του χρέους. Οσο δεν ξεκαθαρίζει το τοπίο γύρω από τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και της ελάφρυνσης του χρέους, τόσο θα παραμένουν ο προβληματισμός και η επιφυλακτικότητα για την ασφάλεια των καταθέσεων.
Τα «κόκκινα» δάνεια. Μέχρι σήμερα, παρά τις προσπάθειες, δεν έχει προκύψει συγκεκριμένο πλάνο αντιμετώπισής τους, με αποτέλεσμα ο προβληματισμός για την κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών να παραμένει έντονος.

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Οπως προκύπτει από έρευνα που πραγματοποίησε για λογαριασμό της Τραπέζης της Ελλάδος η εταιρεία συμβούλων Alvarez & Marsal Ελλάς (A&M), η οποία συνεργάστηκε με την Kantar TNS, αναφορικά με τις επιπτώσεις των περιορισμών που έχουν τεθεί στην ανάληψη μετρητών και την κίνηση κεφαλαίων, η πλειονότητα των ερωτηθέντων δεν εκτιμά ότι οι περιορισμοί θα καταργηθούν προτού παρέλθουν δύο χρόνια.

Οι επιχειρήσεις επισήμαναν τις αρνητικές επιδράσεις των περιορισμών, οι οποίες είναι εμφανείς σε διάφορες πτυχές της δραστηριότητάς τους, π.χ. επενδύσεις, έγκαιρη είσπραξη από τους πελάτες, όροι πληρωμής των προμηθευτών και ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών. Οι επιδράσεις των περιορισμών ήταν εντονότερες για τις εισαγωγικές εταιρείες. Σύμφωνα με τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους θεσμικούς φορείς, η προοδευτική χαλάρωση και εντέλει η άρση των περιορισμών θα στείλουν ένα ηχηρό μήνυμα ότι η ελληνική οικονομία επιστρέφει στην κανονικότητα. Ιδωμεν