JP Morgan: Αισιόδοξοι οι Έλληνες τραπεζίτες για τα «κόκκινα» δάνεια
Οι ελληνικές τράπεζες επανέλαβαν ότι η πολιτική σταθερότητα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, θα είναι ζωτικής σημασίας
Θετικά είναι τα μηνύματα που έλαβαν οι αναλυτές της JP Morgan κατά το ταξίδι τους στην Αθήνα και τις συναντήσεις τους με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, αν και επιβεβαίωσαν για ακόμη μία φορά ότι η διαχείριση του μεγάλου όγκου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων είναι σημαντική πρόκληση για τον κλάδο.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η JP Morgan, οι ελληνικές τράπεζες αναμένουν ότι η θετική δυναμική θα συνεχιστεί και το 2018 καθώς βελτιώνεται η μακροοικονομική ανάκαμψη, η πολιτική αστάθεια παραμένει χαμηλή και οι τράπεζες παραμένουν αφοσιωμένες στους στόχους εξομάλυνσης.
Οι τράπεζες προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ της τάξεως του 2% το 2018, η οποία θα υποστηριχθεί από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων, στο πλαίσιο της βελτίωσης του καταναλωτικού και επιχειρηματικού κλίματος καθώς και της φθίνουσας ανεργίας (21,5% στο γ' 3μηνο του 17).
Το αποτέλεσμα των επικείμενων stress test θα συγκεντρώσουν την προσοχή της αγοράς στο εγγύς μέλλον, αλλά οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών φαίνονται πεπεισμένες ότι με τη βελτιωμένη χρήση κεφαλαίων καθώς και το καλύτερο μακροοικονομικό περιβάλλον, δεν θα υπάρξει κάποιο πρόβλημα.
Μάλιστα, υπενθύμισαν ότι από την τελευταία ολοκληρωμένη αξιολόγηση το 2015 ο μέσος όρος του δείκτη CET1 ήταν περίπου 12%, ενώ το τρίτο τρίμηνο του 2017 ο CET1 είναι 17,6%.
Σύμφωνα με την JP Morgan, η ολοκλήρωση των δοκιμών αντοχής χωρίς νέες κεφαλαιακές ανάγκες, ακολουθούμενες από μια επιτυχημένη έξοδο από το πρόγραμμα διάσωσης τον Αύγουστο, θα μπορούσε να ανοίξουν το δρόμο για αύξηση της εμπιστοσύνης, την οποία θεωρούν οι τράπεζες ως καίριας σημασίας για την καλύτερη εισροή καταθέσεων και την ευκολότερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση.
Οι ελληνικές τράπεζες επανέλαβαν ότι η πολιτική σταθερότητα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, θα είναι ζωτικής σημασίας δεδομένου του ότι θα αρχίσουν οι συζητήσεις σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους μετά τη διάσωση.
Αυτές προϋποθέτουν σκληρή δουλειά.
Η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων θα αποτελέσει έναν ακόμη σημαντικό πυλώνα το 2018, καθώς οι τράπεζες πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη μείωση του όγκου των NPE κατά ~ 15 δισ. ευρώ, στα 81,5 δισ. ευρώ το 2018 (έναντι αναμενόμενης μείωσης της τάξης των 7,6 δισ. κατά τη διάρκεια του 2017).
Οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών αναγνωρίζουν ότι τα σχέδια είναι δύσκολα, αλλά εμφανίζονται σίγουρες ότι θα επιτύχουν τους στόχους χωρίς να εξαντλήσουν τα κεφάλαια τους.
Ενώ οι εισροές μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αναμένεται να παραμείνουν σημαντικές, η μεγαλύτερη εστίαση στις αναδιαρθρώσεις και τις ρυθμίσεις, θα διατηρήσει τον ρυθμό σχηματισμού μηδενικό ή σε αρνητική περιοχή για ορισμένες τράπεζες.
Ως εκ τούτου, η καθαρή μείωση των προβληματικών δανείων θα προέρχεται κυρίως από υψηλότερες εκκαθαρίσεις (με τη χρησιμοποίηση της νέας πλατφόρμας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών), τις πωλήσεις (ως αποτέλεσμα της καλύτερης αγοράς και της ανάπτυξης μιας δευτερογενούς αγοράς NPL) και των διαγραφών.
Ορισμένες τράπεζες είχαν ήδη προχωρήσει σε μεγάλες πωλήσεις χαρτοφυλακίων αξίας περίπου 1,5 δισ. ευρώ το δ' 3μηνο του 2017, ενώ νέες συναλλαγές αναμένονται στις αρχές του 2018.
Για τα εξασφαλισμένα δάνεια, οι τιμές των ακινήτων θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την αξία των εξασφαλίσεων.
Όσον αφορά τους κανονισμούς, ενώ οι διοικήσεις δεν έχουν ακόμη κάνει ρητές δηλώσεις σχετικά με την υιοθέτηση του νέου λογιστικού προτύπου (IFRS 9), αναμένεται να το χρησιμοποιήσουν ως ευκαιρία αυξάνοντας τα επίπεδα κάλυψης, δεδομένου ότι η επίδραση στο κεφάλαιο θα ενσωματωθεί σταδιακά εντός μιας πενταετούς περιόδου.
Παράλληλα, οι τραπεζίτες αναμένουν να συνεχιστεί η συρρίκνωση των ισολογισμών τους το 2018 με σημαντικές διαγραφές και πωλήσεις, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη απομόχλευση στα δάνεια λιανικής.
Τα έσοδα από τόκους (NII) αναμένεται να μειωθούν οριακά ως αποτέλεσμα, αλλά τα αυξημένα έσοδα από προμήθειες που προέρχονται από κεφαλαιαγορές και δραστηριότητες θα στηρίξουν την κατώτατη γραμμή.
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, οι τράπεζες αναμένουν να συνεχιστούν οι εισροές καταθέσεων, αλλά δεν περιμένουν σημαντική επιτάχυνση στο εγγύς μέλλον.
Το χρήματα σε κυκλοφορία παραμένουν στα 36 δισ. ευρώ από τις 17 Νοεμβρίου (χαμηλότερα από το ανώτατο όριο των 50 δισ. το πρώτο εξάμηνο), αλλά χρειάζονται περισσότερες πρωτοβουλίες για να επιστρέψουν στις τράπεζες οι καταθέσεις.
Παρ 'όλα αυτά, οι τράπεζες τονίζουν το βελτιωμένο χρηματοοικονομικό περιβάλλον και πιστεύουν ότι είναι σε καλή θέση να εξαλείψουν πλήρως τη χρηματοδότηση από τον μηχανισμό ELA το 2018.
Οι περισσότερες τράπεζες αναμένεται να δοκιμάσουν τις αγορές με έκδοση καλυμμένου ομολόγου εντός του έτους.