Παράταση δείχνει να παίρνει η διόρθωση στην αγορά της Νέας Υόρκης, καθώς μια νέα εκτίναξη της απόδοσης του αμερικανικού 10ετούς ομολόγου σε υψηλό τετραετίας (2,95%) έρχεται να βαρύνει ακόμα περισσότερο το νευρικό κλίμα.

Αιτία υπήρξε η δημοσιοποίηση των πρακτικών της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve), τα οποία αναφέρουν πως η ισχυρότερη του αναμενομένου οικονομική ανάπτυξη, ειδικά σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, θέτει τις βάσεις για περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων κατά το τρέχον έτος. Το γεγονός αυτό ουσιαστικά επιβεβαιώνει την πρόβλεψη ορισμένων για «επιθετικότερη» σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.

Τα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ενίσχυση του πληθωρισμού -σε ετήσια σύγκριση- κοντά στον στόχο του 2% εντός του 2018, με τη νευρικότητα στις αγορές υπό το φόβο αύξησης επιτοκίων να είναι έκδηλη, ενώ η Fed παραμένει απτόητη. Οι περισσότεροι αξιωματούχοι δηλώνουν πως θα πρέπει να υπάρξουν αρκετές αυξήσεις μέσα στο 2018, με τον επικεφαλής της Fed Μινεάπολις, Neel Kashkari, να ξεκαθαρίζει πως οι «υπερβολικές» αντιδράσεις της Wall Street δε μπορούν να περιορίζουν τις αποφάσεις της Τράπεζας.

«Δεν μπορούμε να κάνουμε πολιτική βασισμένη στα πάνω-κάτω της αγοράς», δήλωσε ο πρόεδρος, ενώ ερωτηθείς αν η Wall Street θα αντιδρούσε ακραία στον υψηλότερο πληθωρισμό απάντησε πως «η Wall Street αντιδρά υπερβολικά στα πάντα».

Μέσα σε αυτό το κλίμα τα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης προχώρησαν σε περαιτέρω διόρθωση καταγράφοντας σημαντικές απώλειες. Μεγάλος χαμένος της εβδομάδας ανακηρύσσεται η Walmart, η μετοχή της οποίας σημείωσε τη μεγαλύτερη «βουτιά» στην ιστορία της, μετά από τα απογοητευτικά και κατώτερα των προσδοκιών αποτελέσματα τριμήνου. Ακολούθησαν οι Verizon και Caterpillar με εξίσου μεγάλη πτώση, ενώ στον αντίποδα JP Morgan, American Express και McDonald’s παρείχαν στήριξη στον βιομηχανικό δείκτη Dow Jones.

Την ίδια ώρα ο μεταποιητικός δείκτης PMI εξακολουθεί να ενισχύεται, ενώ κέρδη συνεχίζουν να καταγράφει το πετρέλαιο πάνω από τα 60 δολάρια το βαρέλι, καθώς και ο χρυσός στα 1.330 δολάρια/ουγγιά.

Πάντως αρκετοί οικονομολόγοι εκφράζουν την άποψη πως η διαδικασία της διόρθωσης στα διεθνή χρηματιστήρια δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Ο CEO της Longview Economics που παρέχει χρηματοοικονομικές συμβουλές, Chris Watling, ισχυρίζεται ότι πλησιάζει το τρίτο κύμα διόρθωσης στην αγορά. Εν τω μεταξύ η Ευρώπη αντικατέστησε τις ΗΠΑ ως αγαπημένη αναδυόμενη αγορά της Barclays, με βάση του τι θεωρεί η τράπεζα ως φθηνότερες αποτιμήσεις της περιοχής και ισχυρά κέρδη.

Από τη μεριά της και η Credit Suisse προειδοποιεί για ενδεχόμενη αναταραχή στις αγορές, καθώς η Fed αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκια. Θεωρητικά, τα υψηλότερα επιτόκια κάνουν τις μετοχές λιγότερο ελκυστικές, καθώς τα ομόλογα προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις και οι μετοχές χάνουν την ελκυστικότητά τους.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ελβετικής τράπεζας, οι μετοχές έχουν ιστορικά αυξηθεί εν μέσω αυξανόμενων επιτοκίων όταν η απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ παρέμενε κάτω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο. Αυτή τη στιγμή, αυτό το σημείο καμπής είναι η απόδοση του 3,5% ή περίπου 60 μονάδες βάσης πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα.

Μόλις λοιπόν η απόδοση των 10ετών Treasuries ξεπεράσει το 3,5%, αυτό θα ανοίξει την «πόρτα» της ισχυρής διόρθωσης στις μετοχές. Η ιστορία δείχνει πως οι μετοχές σημειώνουν θετικές αποδόσεις από το 2014 όταν η απόδοση των Treasuries διαμορφωνόταν στο 3% ή χαμηλότερα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της τράπεζας, μόλις τα αμερικάνικα yields "γράψουν" 3,5%, οι μετοχές θα πάρουν την κατηφόρα.

"Οι μετοχές ανταποκρίνονται θετικά στις αυξήσεις των επιτοκίων, μέχρι οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ φτάσουν σε κάποιο συγκεκριμένο όριο", τονίζει ο επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής της Credit Suisse, Jonathan Golub.