Στα επόμενα χρόνια, ο ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων ναυτιλιακών κέντρων θα ενταθεί, καθώς συνεχίζεται η στροφή του διεθνούς εμπορίου προς την Άπω Ανατολή. Είναι πολύ πιθανό στα επόμενα είκοσι χρόνια να μη βρίσκεται καμία από τις κορυφαίες ναυτιλιακές πρωτεύουσες του κόσμου στην Ευρώπη. Το Λονδίνο, το Αμβούργο, το Όσλο και το Ρότερνταμ, το καθένα με τα δικά του ισχυρά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, αγωνίζονται να αναρριχηθούν στην κορυφή των ναυτιλιακών κέντρων της Ευρώπης. Η Ελλάδα (ο Πειραιάς) θα πρέπει να εργαστεί σκληρά για να διατηρήσει και να ενισχύσει τη θέση της ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου. Η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευθεί τις ανακατατάξεις στην Ευρώπη, ώστε να μπορέσει μέσω της υιοθέτησης κατάλληλων πολιτικών να προσελκύσει μεγάλο τμήμα ναυτιλιακών και παραναυτιλιακών δραστηριοτήτων, αφού κάτι τέτοιο μπορεί να εξασφαλίσει ση- μαντικά οφέλη για την οικονομία.

«Η δυναμική της ποντοπόρου ναυτιλίας της χώρας, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την ανάπτυξη ενός διεθνούς, προηγμένου ναυτιλιακού πλέγματος δραστηριοτήτων, είναι δεδομένη: αυτό που χρειάζεται είναι το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο και η αξιοποίηση της καίριας γεωπολιτικής θέσης της χώρας μας», σημειώνει ο πρόεδρος της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών, Θεόδωρος Βενιάμης. Και υπογραμμίζει, παράλληλα, την ανάγκη να μελετηθεί η ανάπτυξη της Αθήνας και του Πειραιά ως διεθνούς ναυτιλιακού κέντρου, σε μία περίοδο που επενδύονται δισεκατομμύρια δολάρια από άλλες περιοχές του πλανήτη προκειμένου να προσελκύσουν ναυτιλιακές δραστηριότερες και, κυρίως, τη μεγαλύτερη ναυτιλία του πλανήτη, την ελληνική.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα «Ποσειδώνια» φέτος είναι παρόντα μεγάλα διεθνή ναυτιλιακά κέντρα, όπως το Χονγκ Κονγκ, η Σιγκαπούρη, το Ντουμπάι και άλλα, τα οποία παρουσιάζουν για άλλη μια φορά την ευρεία γκάμα υπηρεσιών τους αλλά και τα φορολογικά και άλλα κίνητρα που παρέχουν στην παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία.

ΒΑΣΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Σύμφωνα με έρευνα της Εrnst &Υoung, τέσσερις είναι οι βασικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην ελκυστικότητα μιας πόλης ή περιοχής ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου:

α. Η παρουσία σημαντικής δραστηριότητας τοπικής πλοιοκτησίας ή και διαχείρισης πλοίων.

β. Ισχυρές χρηματοοικονομικές, νομικές και άλλες εξειδικευμένες επιχειρηματικές υπηρεσίες.

γ. Η ύπαρξη σημαντικών λιμενικών υποδομών και υποδομών εφοδιαστικής αλυσίδας.

δ. Μια παράδοση ναυτικής τεχνολογίας, που σχετίζεται με την καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη (R&D), την εκπαίδευση και τη διαθεσιμότητα ανθρώπινου δυναμικού. Επιπλέον, ζωτικής σημασίας για την ελκυστικότητα ενός ναυτιλιακού κέντρου είναι και το γενικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον, η σταθερότητα του ρυθμιστικού πλαισίου, το φορολογικό καθεστώς, οι πολιτικοί θεσμοί, η διαφάνεια του νομικού συστήματος και η έμπρακτη προθυμία των το-πικών Αρχών να στηρίξουν τον κλάδο.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας της Εrnst & Υoung, το ανθρώπινο κεφάλαιο, η ναυσιπλοΐα, η γεωγραφική θέση και, προφανώς, η πλοιοκτησία αποτελούντα βασικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας ως κέντρου διαχείρισης πλοίων, ενώ η έλλειψη ενός σταθερού ρυθμιστικού περιβάλλοντος το οποίο να διέπει το ναυτιλιακό πλέγμα, η έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι ελλιπείς υποδομές και τα φορολογικά ζητήματα είναι τα κύρια μειονεκτήματα.

ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ

Οι περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες που συμμετείχαν στην έρευνα της Εrnst &Υoung θα εξέταζαν το ενδεχόμενο της μετεγκατάστασης των λειτουργιών διαχείρισης των πλοίων τους εκτός Ελλάδας, με τη Σιγκαπούρη, το Λονδίνο και το Ντουμπάι να αναδεικνύονται ως οι πλέον ελκυστικοί εναλλακτικοί προορισμοί. Τρεις στους τέσσερις ερωτηθέντες θεωρούν ότι η Σιγκαπούρη θα αναδειχθεί το κορυφαίο ναυτιλιακό κέντρο παγκοσμίως στα επόμενα δέκα χρόνια. Η Κύπρος φαίνεται, επίσης, να αποτελεί μια ανταγωνιστική επιλογή, σε μικρή απόσταση από την Ελλάδα.