Αποστολή στον Πόρο

Λητώ Μησιακούλη

Μέχρι και τα δεκαέξι μέτρα φτάνει το έργο που μεταφέρθηκε και κρεμάστηκε το Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου, στους τοίχους της γκαλερί Citronne στον Πόρο, έπειτα από πέντε χρόνια που το δούλευε ο Κώστας Παπανικολάου. Βασικό του θέμα, είναι η καθημερινή σκηνή από την Αθήνα και συγκεκριμένα το πάρκο Καισαριανής, εξ ου και ο τίτλος της έκθεσης είναι «ΦΟΥΓΚΑ VΙ – Αστικό Τοπίο: Εντός και Εκτός».

Δεν ήταν προσχεδιασμένο από τον καλλιτέχνη, το μόνο που είχε στο μυαλό του όταν το έφτιαχνε ήταν να δημιουργήσει μία αντίθεση με τους κορμούς, τους πολίτες και τα κτίρια βάζοντάς τα δέντρα πάντα σε πρώτο πλάνο. Η αρχική ιδέα ήταν να είναι στημένο όρθιο στο πάτωμα ώστε να μπορεί ο θεατής να μπαίνει και να χάνεται μέσα του.

Το συγκεκριμένο έργο – παρά το γεγονός ότι η δουλειά του Παπανικολάου εκπροσωπείται σχεδόν σε αποκλειστικότητα από τη Γκαλερί Citronne - ήταν να παρουσιαστεί στη διοργάνωση της έκθεσης ArtAthina, μέσω της γκαλερί Γαβράς. Ωστόσο, λόγω γραφειοκρατικών θεμάτων, το έργο απορρίφθηκε και τελικά δεν εμφανίστηκε στη μεγάλη έκθεση σύμφωνα με τα όσα αποκάλυψε, ο εικαστικός. Το ότι θα ήταν ένα και μόνο έργο δεν τον έκανε να αισθανθεί κανέναν ενδοιασμό , ούτε και την ιδιοκτήτρια της γκαλερί Citronne, κ. Τατιάνα Σπινάρη-Πολάλλη. «Δεν το φοβήθηκα που θα ήταν ένα έργο. Γενικώς όμως ποτέ δεν ξεκινώ κάποια έκθεση με πρώτο κριτήριο το εμπορικό ενδιαφέρον»., δήλωσε η ίδια στην «Ε».

ΠΟΙΟΙ ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΕΡΓΑ ΤΟΥ

Μερικοί από τους πιο βασικούς συλλέκτες του Παπανικολάου είναι ο Βλάσης Φρυσίρας, Δικηγόρος και ιδιοκτήτης του ομώνυμου μουσείου στην Πλάκα και ο Σωτήρης Φέλιος, Δικηγόρος. «Ο Φρυσίρας έχει αγοράσει πάρα πολλά έργα μου. Ο Φέλιος έχει μια πολύ μεγάλη συλλογή από όλους εμάς, τους συνομηλίκους εικαστικούς δηλαδή. Εχει έργα του Ματζαβίνου του Δασκαλάκη, του Ρόρρη, του Σακαγιάν του Μανουσάκη, της Ηλιοπούλου, κ.α. Όμως, αυτό που πολλοί δεν γνωρίζουν είναι πως ο πρώτος που είχε αγοράσει δικό μου έργο ήταν ο Πιερίδης», αποκαλύπτει.

Κάτι που ο ίδιος έχει παρατηρήσει στον χώρο των συλλεκτών είναι το πόσο διαφορετικοί είναι μεταξύ τους. «Υπάρχουν συλλέκτες που αγοράζουν πίνακες όπως αγοράζουν κουταλάκια! Και υπάρχουν συλλέκτες που πέφτουν στην παγίδα της δύναμης. Επειδή έχουν χρήματα και σήμερα λόγω κρίσης μπορούν να κάνουν τρομερά παζάρια. Αυτό όμως δεν έχει νόημα, ιδίως για τον ζωγράφο. Διότι ούτε λεφτά παίρνει για να ζήσει, και επιπλέον χάνεις και τα έργα! Είναι λάθος οι συλλέκτες να κυνηγούν ευκαιρίες και να κάνουν παζάρια στις τιμές», επιμένει ο Κώστας Παπανικολάου, αποκαλύπτοντας πως κάποτε είχε πει ευθέως σε μεγάλο συλλέκτη πως δεν ωφελεί το να παίρνει τα έργα σε χαμηλές τιμές και στη συνέχεια να το παρουσιάζει σαν πολύτιμο. Δεν κερδίζει απολύτως τίποτα. Η αγορά στην Ελλάδα είναι ρηχή για τη μεταπώληση και αρκετές συλλογές σύγχρονης τέχνης ξεκίνησαν ως θέμα δυνατότητας και γούστου. Όταν αργότερα άρχισαν να γίνονται εξουσία ο ένας συλλέκτης πουλούσε τα έργα του στον άλλον.

Την ίδια άποψη με τον καλλιτέχνη έχει και η ιδιοκτήτρια της γκαλερί Citronne, κ. Σπινάρη-Πολλάλη. «Δεν υπάρχουν ευκαιρίες σήμερα. Τα καλά έργα κρατούν τις τιμές τους. Ακόμα και οι καταξιωμένοι καλλιτέχνες αντιμετωπίζουν ανισότητες. Υπάρχουν δηλαδή έργα στα οποία έχουν δώσει τον καλύτερο τους εαυτό και έργα αδιάφορα. Για αυτό ένας καλός συλλέκτης πρέπει να έχει γνώσεις. Στη διεθνή αγορά διαβάζουν και βλέπουν διαρκώς τέχνη, είναι πολύ πιο εκπαιδευμένοι. Η αγορά και συλλογή της τέχνης, είναι μια πολύπλοκη ιστορία και θέλει φροντιστήριο! Όταν στη Citronne φτάνει ένα αδιάφορο έργο ενός καλλιτέχνη, προτιμώ να μην το δείξω καθόλου», επισημαίνει στην «Ε», ξεκαθαρίζοντας πως τα έργα τέχνης που αξίζουν πραγματικά λάμπουν σαν αληθινά διαμάντια! «Στις δημοπρασίες δεν θεωρώ ότι βγαίνουν τα καλά έργα, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Γι’ αυτό και ευκαιρία δεν σημαίνει απαραίτητα καλό ποιοτικά έργο!», τονίζει.

Η ΑΓΟΡΑ ΧΤΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

Συνεπής στην παραγωγή, ο Κώστας Παπανικολάου σχεδιάζει όπου βρεθεί, ακόμα και όταν περπατάει. «Φαντάσου να είσαι στη Βασιλίσσης Σοφίας και μπροστά σου, στα δύο μέτρα, να έχεις έναν άνθρωπο. Και πιο πέρα να βλέπεις άλλους περαστικού, σαν να είναι σε διάφορες κλίμακες. Ε, είναι σαν να γίνονται διάφορα οπτικά λογοπαίγνια!», εκμυστηρεύεται στην «Ε», για όλα αυτά που παρατηρεί και τον εμπνέουν, αρνούμενος να δουλέψει με τη βοήθεια της φωτογραφικής μηχανής. «Για εμένα εξουδετερώνει την σπιρτάδα του λόγου για τον οποίο κοιτάζεις κάτι. Βάζει στο κάδρο τα πάντα χωρίς διάκριση ενώ ο καλλιτέχνης σχεδιάζει με ενστικτώδη ταξινόμηση. Αν αυτό βγει στο έργο τότε είναι επιτυχία. Αντιθέτως, μια φωτογραφία μπορεί να μη θυμίσει τίποτα από την αρχική σου ενώ τίποτα από την αρχική σου ιδέα και έμπνευση», εξηγεί. Σκεπτόμενος την αγορά χτες και σήμερα διηγείται: «εγώ πρώτο-βγήκα στην αγορά στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με την Γκαλερί Ωρα στου Μπαχαριάν. Τότε είχε κάνει ατομική έκθεση πρώτος ο Εδουάρδος Σακαγιάν και είχε γίνει χαμός! Δεν μπορούσες κανείς να πιστέψει ένας πρωτοεμφανιζόμενος έκανε έκθεση ίοταν πρωταγωνιστούσαν υπογραφές όπως του Μυταρά, του Τέτση του Μόραλη και του Ακριθάκη που ήταν οι σταρ εκείνης της εποχής. Παρόλο που οι τιμές τους ανέβαιναν δεν υπήρχαν τόσα πολλά έργα να πουληθούν!». Και συνεχίζει:

«Όποιος ήθελε να βρε ένα έργο ενός καταξιωμένου ζωγράφου για πρώτη φορά έτρεχε στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη,. Τοτε ήταν η τοπ. Μετά ήταν η Ωρα, οι Νεες Μορφες και η Αίθουσα Τέχνης Αθηνών. Αυτές ήταν οι γκαλερί των πολλών κυβικών. Όταν ξεκίνησε ο Σακαγιαν έγινε ένα μπαμ. Οσοι πήγαμε έκτοτε ωφεληθήκαμε και εμπορικά και εικαστικά». Ο κ. Παπανικολάου θυμάται μάλιστα ένα περιστατικό με μια κυρία που τον είχε πλησιάσει και του είχε πει: « μα καλά, εσείς οι νέοι ζωγράφοι γιατί τα πουλάτε τόσο ακριβά τα έργα; Κατάρας δεν τα πουλάμε μόνοι μας γιατί αν δεν τα αγοράζετε εσείς, τότε πως θα κυλάει η αγορά;», και εξήγηση πως τότε οι τιμές των έργων του ήταν πιο υψηλές σε σχέση με την υπόλοιπη ελληνική αγορά. «Τα έργα μου είχαν τιμές από 250.000 έως 5 εκατ. Δραχμές. Ηταν υψηλά τα επίπεδα για κάποιον πρωτοεμφανιζόμενο αν σκεφτούμε πως τα έργα του Μόραλη πωλούνταν προς 8 εκατ. Δραχμές.

Οσο για το αν ενοχλείται εάν υπάρχουν κάποιοι που αγοράζουν τα έργα του καθαρά για επενδυτικούς σκοπούς ο ίδιος απαντά: «Δεν με ενοχλεί καθόλου καθόλου. Ισα – ίσα που με κολακεύει, όταν εμπιστεύονται την τέχνη μου για το προσωπικό τους κέρδος».

Η κ. Σπινάρη από την πλευρά της, παραδέχεται ότι δίνει συμβουλές επενδυτικής διάστασης σε πελάτες της γκαλερί. «Το κάνω με την ίδια προσήχθη και λογική που θα αποφάσιζα εγώ να πάρω ένα έργο. Για αυτό και η άποψή μου είναι πως ο πλούτος μιας γκαλερί είναι το ντεπό και οι καλλιτέχνες της. Τίποτα άλλο».

Η ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ & ΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ

Το έργο του Παπανικολάου σε καμιά περίπτωση δεν είναι τέτοιο που μπορεί να αποκτήσει ο οποιοσδήποτε οπουδήποτε. Τα υλικά του είναι αυγοτέμπερα σε κόντρα πλακέ θαλάσσης 16 μέτρων και η αξία του ανέρχεται στα 192.000 ευρώ (τιμή καταλόγου). Μπορεί να πουληθεί και σπαστά, ωστόσο, όπως επεσήμανε ο εικαστικός κανονικά πρέπει να πουληθεί ως έχει, ολόκληρο», εξήγησε στην «Ε». «Είναι μία πολύ ειδική δουλειά. Δεν είναι ένα έργο που μπορεί να πάρει εύκολα κάποιος και να το τοποθετήσει στο σπίτι του. Πιθανοί αγοραστές θα μπορούσαν να είναι ένα μουσείο, ένα ίδρυμα μια επιχείρηση για την εταιρική της συλλογή ή κάποιος συλλέκτης που έχει μεγάλο χώρο. Είναι ειδικής κατηγορίας», λέει από τη μεριά της η Τατιάνα Σπινάρη-Πολάλλη, ιδιοκτήτρια της Γκαλερί Citronne με την οποία από το 2011 ο Παπανικολάου συνεργάζεται στενά κάνοντας όλες τις ατομικές του εκθέσεις.

Επιπλέον, η κ. Σπινάρη δεν θεωρεί ότι είναι μια τιμή παράλογη από τη στιγμ’η που το ‘έργο δουλεύεται πολλά χρόνια και είναι μοναδικό. «Η γνώμη μου είναι γενικά πως τα έργα δεν πρέπει να μη μένουν στο ατελιέ του καλλιτέχνη. Πρέπει να βγαίνουν στην αγορά».