Σε αναστολή βρίσκεται η εκλογική δραστηριότητα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που διεκδικούν την ηγεσία του κόμματος, καθώς τα όσα συμβαίνουν στη Ρόδο τις τελευταίες ημέρες εξαιτίας της καταστροφικής φωτιάς μονοπωλούν το ενδιαφέρον όλων. 

Η φωτιά χθες έκαιγε για έκτη συνεχή μέρα στο νησί, έχοντας ήδη προκαλέσει ανείπωτη καταστροφή στο περιβάλλον αλλά και στις περιουσίες των πολιτών.

Η Κουμουνδούρου σε ανακοίνωσή της ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «αυτή είναι η ώρα της μεγάλης μάχης για την ασφάλεια των ανθρώπων και την πυρόσβεση». Εξαπέλυσε, ωστόσο, πυρά προς την κυβέρνηση, τονίζοντας ότι «οι μεγαλοστομίες περί ετοιμότητας του δήθεν επιτελικού κράτους έχουν ήδη καταρρεύσει».

Ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος, ζήτησε ενημέρωση από τον υπουργό Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Βασίλη Κικίλια. Ακόμη, ο κ. Φάμελλος ζήτησε να πληροφορηθεί σχετικά με τις επιχειρήσεις διάσωσης, εκκένωσης κοινοτήτων και τουριστικών μονάδων και πυρόσβεσης, καθώς και για τις επίγειες και εναέριες δυνάμεις που επιχειρούν στο πεδίο. Μάλιστα, εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την εξέλιξη αυτή και ζήτησε να μεταφερθεί η στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε όσους επιχειρούν στα μέτωπα της πυρκαγιάς και στη διάσωση πολιτών, κατοίκων και τουριστών, δηλώνοντας πως αυτό που προέχει είναι η ασφάλεια των πολιτών.

Σκληρή κριτική στην κυβέρνηση για την εξέλιξη της πυρκαγιάς άσκησε από την Πελοπόννησο, όπου περιόδευσε, ο υποψήφιος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς.

«Εδώ και μέρες η Ρόδος καίγεται. Το νησί ζει μια κόλαση. Χιλιάδες πολίτες (ντόπιοι και επισκέπτες), ζώα, περιβάλλον, μοναστήρια, σπίτια, δημόσια κτίρια, ξενοδοχεία, περιουσίες βρίσκονται στο έλεος. Όσες συγγνώμες κι αν προβάρει ο κ. Μητσοτάκης, όσο ταλαιπωρημένος -αν και δήθεν μάχιμος- και αν θέλει να δείχνει, οι ευθύνες του δεν κρύβονται», ανέφερε ο κ. Παππάς.

Ο ίδιος παρατήρησε πως «το (δήθεν) επιτελικό του κράτος είναι ένα κράτος που απουσιάζει. Το βλέπουμε, το ζούμε. Είτε το δείχνει η τηλεόραση είτε όχι». «Τι τον εμποδίζει, τελικά, να ενισχύσει την «άμυνα» της χώρας και την προστασία της κοινωνίας απέναντι στις φωτιές; Πόσες απευθείας αναθέσεις πρέπει να κάνει και πόσα δισ. πρέπει να αυξήσει το δημόσιο χρέος για να ρίξει, επιτέλους, μια ματιά και στην ενίσχυση των δυνάμεων και των μέσων πυρόσβεσης;», διερωτήθηκε ακόμη ο κ. Παππάς.

Η Έφη Αχτσιόγλου, αναφερόμενη στις καταστροφικές πυρκαγιές, τόνισε πως «γινόμαστε στο ίδιο έργο θεατές». Όπως είπε, «η κυβέρνηση της ΝΔ δεν είναι μία νέα κυβέρνηση και παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις, δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει μία καταστροφή, η οποία εν πολλοίς ήταν προδιαγεγραμμένη ως προς τον καύσωνα και τους κινδύνους». Στο πλαίσιο αυτό, πρόσθεσε πως «ο κ. Μητσοτάκης έλεγε ότι είναι πλήρως έτοιμος ο μηχανισμός για να αντιμετωπίσει αυτό το οποίο έρχεται, μιλούσε για κοσμογονικές αλλαγές στην αντιπυρική προστασία, είναι προφανές εκ του αποτελέσματος ότι αυτό δεν έχει συμβεί».

Πρόταση για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών κατέθεσε ο υποψήφιος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Ευκλείδης Τσακαλώτος εξηγώντας πως αυτή «περιλαμβάνει τρία σημεία». «Πρώτον να έρχεται ένα επιχειρησιακό σχέδιο κάθε Απρίλιο στη Βουλή, όσον αφορά την πρόληψη και την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών», όπως ανέφερε, ενώ «δεύτερον να υπάρχουν αποκεντρωμένες δομές -που η ΝΔ κατάργησε- που γνωρίζουν καλύτερα τα ζητήματα σε τοπικό επίπεδο και μπορούν να συνεισφέρουν αποτελεσματικά». «Και τρίτον, να ξεκινήσει ένας ουσιαστικός διάλογος για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, γιατί φαίνεται ότι είμαστε πλέον πολύ κοντά σε αυτό που οι επιστήμονες ονομάζουν μη αναστρέψιμο σημείο», κατέληξε ο κ. Τσακαλώτος.

Εν τω μεταξύ, πολλά στελέχη της Κουμουνδούρου επισημαίνουν ότι μετά την καταστροφική φωτιά στο Μάτι υπήρξε το πόρισμα Γκόλνταμερ το οποίο η κυβέρνηση το απαξίωσε. Όπως λένε τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το πόρισμα αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση συζήτησης για την αντιμετώπιση των καταστροφικών πυρκαγιών, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπήκε στον κόπο να το βάλει σε διαβούλευση επειδή προφανώς το είχε φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Να θυμίσουμε ότι το πόρισμα αυτό που δημιουργήθηκε από ανεξάρτητη επιτροπή για τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών αποτύπωνε λεπτομερώς την υφιστάμενη κατάσταση σε ό,τι αφορά την πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα. Σε αυτή την επιτροπή προΐστατο ο καθηγητής Οικολογίας των Πυρκαγιών του Πανεπιστημίου του Φράιμπουργκ Γιόχαν Γκόλνταμερ. Στην έκθεση των 150 σελίδων αναφερόταν χαρακτηριστικά ότι στην πρόληψη δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας μετείχαν 45 συναρμόδιοι φορείς, χωρίς όμως να μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Σημειώνεται, μάλιστα, πως ο καθηγητής είχε συναντηθεί τον Ιούλιο του '19 και με τον νυν πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.Ο ίδιος δήλωνε τότε πως το πόρισμα αυτό "αποτελεί το προσχέδιο για τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουμε”.

Όμως, όπως συμβαίνει πάντα, το πόρισμα αυτό έμεινε στο συρτάρι της κυβέρνησης, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μία βάση για έναν νέο, πιο σύγχρονο σχεδιασμό αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πόρισμα τονίζεται πως οι αδυναμίες στο κομμάτι της αποτελεσματικής πρόληψης μπορούν να αποδοθούν, μεταξύ άλλων, «στην έλλειψη ενιαίου και κοινού σχεδιασμού αντιπυρικής προστασίας, στην απουσία εγκεκριμένων και τεκμηριωμένων τοπικών αντιπυρικών σχεδίων, στη δυσκολία να υιοθετηθεί η χρήση σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων και επιστημονικών μεθόδων στον επιχειρησιακό σχεδιασμό, στην άναρχη και απρογραμμάτιστη δόμηση δασικών εκτάσεων και τη δημιουργία ζωνών μείξης δασών-οικισμών γύρω από μεγάλα αστικά και τουριστικά κέντρα.

Επίσης, στην περιστασιακή ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση των πολιτών και την αναποτελεσματική οργάνωση του εθελοντισμού, αλλά και στη μεγάλη δυσαρμονία των κονδυλίων που διατίθενται για την πρόληψη σε σχέση με τα πολλαπλάσια κονδύλια που δαπανώνται για την καταστολή των πυρκαγιών».

Για το θέμα της καταστολής, το πόρισμα της επιτροπής επισημαίνει ότι «τα αυξανόμενα κονδύλια της τελευταίας εικοσαετίας δεν οδήγησαν σε αντίστοιχη αύξηση στην αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του μηχανισμού», ενώ «τα επιμέρους προβλήματα αφορούν τόσο τις δυνάμεις και τα μέσα (επίγεια, εναέρια), όσο και τον τρόπο συνεργασίας των φορέων μεταξύ τους».

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή