Για πλήρη διαλεύκανση, χωρίς σκιές και αστερίσκους σχετικά με την τραγωδία των Τεμπών, έκανε λόγο ο Βουλευτής ΝΔ και πρώην Υπουργός, Γιάννης Οικονόμου, μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1. Ο κ. Οικονόμου έβαλε ωστόσο στο στόχαστρο και τα «κομματικά υποσυστήματα» που, όπως κατήγγειλε «είναι μεγαλύτερο το άγχος τους να βάλουν στο κάδρο πολιτικούς τους αντιπάλους της ΝΔ από τη διαλεύκανση της υπόθεσης αυτή καθαυτή».

«Η τροπή που έχει πάρει η δημόσια συζήτηση σε ό,τι αφορά στην τραγωδία των Τεμπών είναι μία τροπή που δεν βοηθάει για να βγάλουμε τα συμπεράσματα που πρέπει και να καταλήξουμε σε αυτό που θέλουμε όλοι, δηλαδή στην πλήρη διαλεύκανση, χωρίς σκιές και αστερίσκους» σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Οικονόμου.

Οικονόμου: Η κυβέρνηση φρόντισε να διευκολύνει το έργο της  δικαιοσύνης

Ο κ. Οικονόμου αναφερόμενος στην τραγωδία των Τεμπών, συμπλήρωσε επίσης πως η κυβέρνηση όχι μόνο δεν συγκάλυψε, αλλά φρόντισε να διευκολύνει το έργο της δικαιοσύνης. Ανέφερε χαρακτηριστικά: Μου θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, διότι εδώ έχουμε ανθρώπους και παιδιά που έφυγαν και χάθηκαν, συγγενείς που έχασαν τους ανθρώπους, σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης την υπόθεση Novartis.

Είναι μεγαλύτερο το άγχος κάποιων να βάλουν στο κάδρο πολιτικούς τους αντιπάλους, από το να φτάσουμε στο τέλος της υπόθεσης, με τους χρόνους, τις καθυστερήσεις, τις δυσκολίες μιας υπόθεσης σαν και αυτή, στον φυσικό δικαστή να αποδώσει κατηγορίες.

Όσο προχωράμε, θα φαίνεται ότι όχι μόνο δεν υπήρξε η παραμικρή διάθεση συγκάλυψης από την πλευρά της Κυβέρνησης, αντίθετα σε κρίσιμους τομείς και σημεία -όπως π.χ. να έχει η ελληνική δικαιοσύνη μια σειρά από πράγματα που θα διευκολύνουν την έρευνά της- η κυβέρνηση φρόντισε αλλάζοντας το θεσμικό πλαίσιο, ψηφίζοντας διατάξεις να διευκολύνει το έργο της.»

 

Οικονόμου για διαχείριση της υπόθεσης

Σχετικά με το κομμάτι στο οποίο κατά τον κ. Οικονόμου ευθύνεται η κυβέρνηση είναι αυτό της διαχείρισης της υπόθεσης. Ανέφερε χαρακτηριστικά:

Προφανώς υπάρχει μια ευθύνη δική μας, ότι για να έχει εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη ότι κάτι στραβό, ύποπτο γίνεται, έχει να κάνει και με ευθύνες της Κυβέρνησης, στο κομμάτι διαχείρισης της υπόθεσης.

Καθόλη τη διάρκεια της υπόθεσης αυτής ακούστηκαν πολλά και υπερβολικά. Εγώ πάγια είμαι της άποψης ότι το χέρι απέναντι στην κοινωνία δεν το κουνάς. Έχει πολύ μεγάλη διαφορά το πώς απευθύνεσαι απέναντι στην κοινωνία, τους συγγενείς, σε ανθρώπους που αυθεντικά και γνήσια εκφράζουν τις αγωνίες τους, ακόμη και ένα τόνο υπερβολικό, τελείως διαφορετικό είναι πώς απευθύνεσαι στους πολιτικούς σου αντιπάλους γιατί εκεί δεν ξεκινούν όλοι από την ίδια αφετηρία.

Σε ό,τι αφορά στη διαχείριση της υπόθεσης αυτής, σε επίπεδο ύφους, ενδεχομένως υπήρξαν από συγκεκριμένες πλευρές μέθοδοι που θα έπρεπε να ήταν διαφορετικοί, τόνος ο οποίος θα έπρεπε να είναι διαφορετικός.

Εκείνο που σε καμία περίπτωση δεν δέχομαι είναι ότι οποιοσδήποτε στο πολιτικό σύστημα διεκδικεί να έχει μεγαλύτερη ευαισθησία από την παράταξή μας, από εμένα που βρέθηκα με τον Πρωθυπουργό την επομένη του δυστυχήματος στα Τέμπη, από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό που βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τους συγγενείς στο νοσοκομείο. Δεν πιστεύω και δεν δέχομαι ότι κανένας έχει μεγαλύτερο κίνητρο και ευαισθησία στο να θέλει να αποδοθεί πλήρη δικαιοσύνη στην υπόθεση αυτή».

Ανοικτό κοινωνικό τραύμα

Παράλληλα σημείωσε ο κ. Οικονόμου: «Μιλάμε για ένα ανοικτό συλλογικό κοινωνικό τραύμα, όλοι μας θέλουμε το ίδιο. Είναι μια κατηγορία άδικη, ατεκμηρίωτη, απέναντι στην παράταξή μου, την κυβέρνησή μου, το ήθος που εκπροσωπεί στην ελληνική κοινωνία.

Απέναντι στους γονείς οφείλαμε και οφείλουμε να σκύβουμε το κεφάλι, αυτή ήταν μία πάγια θέση μου και νομίζω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών της παράταξής μας την τήρηση. Από εκεί και πέρα ο τόνος και το ύφος πάντοτε μετρούν. Δεν μπορείς να κουνάς το δάχτυλο στην κοινωνία.

Αυτό που είναι σαφές είναι βεβαίως να δούμε ποιες είναι οι συμπεριφορές σε επίπεδο διαχείρισης για να εμπεδωθεί αυτό το κλίμα αμφιβολίας στην ελληνική κοινωνία, το οποίο δεν είναι άσχετο με τη γενικότερη καχυποψία σε κάποια ζητήματα σε σχέση με τους θεσμούς.

Αυτό, στο οποίο πρέπει να επιμείνουμε είναι να υπάρξει η κάθαρση που απαιτεί το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, κάθαρση που μπορεί να έρθει με την διαλεύκανση από τη δικαιοσύνη.