Τη σκότωσαν γιατί έπιασε στα πράσα ιερέα να κάνει σεξ με μοναχή
Δικαιοσύνη μετά από 30 χρόνια έρχεται να αποδώσει δικαστήριο της Ινδίας, για τη δολοφονία μιας μοναχής, που πλήρωσε με τη ζωή της τη σύλληψη επ' αυτοφώρω ενός ιερέα και μιας καλόγριας να κάνουν σεξ.
Στις 27 Μαρτίου 1992, το άψυχο σώμα της αδελφής Αμπάγια βρέθηκε σε ένα πηγάδι κοντά στο ινδικό μοναστήρι, της Κοταγιάμ, στην πολιτεία Κεράλα. Η νεκροψία αποκάλυψε ότι είχε σημάδια από νύχια και στις δύο πλευρές του λαιμού της και δύο πληγές στο κεφάλι της. Το σώμα της είχε πολλές εκδορές και είχε υποστεί κάταγμα στο κρανίο της. Παρά τις πληγές της και τη σκηνή του εγκλήματος στην κουζίνα, κανείς δεν παραπέμφθηκε στο δικαστήριο για τη δολοφονία της αδελφής Αμπάγια για 27 χρόνια. Αντ' αυτού, αυτό που ακολούθησε ήταν χρόνια αδιέξοδων ερευνών και εκθέσεων, γεμάτα από ισχυρισμούς για διαφθορά. Μεταξύ 1993 και 2005, το ανώτερο σώμα ερευνών της Ινδίας CBI υπέβαλε τέσσερις εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένων τριών αναφορών κλεισίματος, προτρέποντας τον αρχιδικαστή να αποσύρει την υπόθεση, αποδίδοντας το θάνατο άλλοτε σε πνιγμό, άλλοτε σε αυτοκτονία κι άλλοτε σε δολοφονία χωρίς να μπορέσουν να κατονομάσουν υπόπτους, κλείνοντάς την το 2005 ως «ανεξιχνίαστη».
Το 2009, το CBI κατηγόρησε επίσημα τον πατέρα Κοτόορ και την αδελφή Σέφι για δολοφονία, χάρη στις προσπάθειες του νεαρού ακτιβιστή, Τζόμον Πουθενπουρακάλ, που ίδρυσε ένα Συμβούλιο Δράσης για να αποδώσει δικαιοσύνη στη δολοφονημένη καλόγρια. Όμως χρειάστηκαν άλλα εννέα χρόνια πριν ο δικαστής τους καθίσει στο εδώλιο να αντιμετωπίσουν τις κατηγορίες. Η δίκη ξεκίνησε στις 5 Αυγούστου 2019 και ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2020. Στο δικαστήριο, οι εισαγγελείς κατηγόρησαν αστυνομικούς από το Kottayam West Crime Branch ότι παρέβλεψαν στοιχεία και κατέστρεψαν έγγραφα ζωτικής σημασίας για την έρευνα, επέβαλαν τιμωρίες και άλλαξαν θεσμικά το πλαίσιο για να μην ξανασυμβεί. Ο πατέρας Κοτόορ αρνήθηκε την κατηγορία, ενώ η αδελφή Σέφι υπέβαλε γραπτή δήλωση στην οποία ισχυριζόταν ότι η αδελφή Αμπάγια υπέφερε από «ψυχολογική κατάθλιψη» και «δεν ήταν αρκετά καλή στις σπουδές της».
Στο μεταξύ είχε υποβληθεί σε υμενοπλαστική για να στηρίξει τον ισχυρισμό της ότι ήταν παρθένα. Τελικά, τον περασμένο Δεκέμβριο, αποδείχθηκαν ένοχοι. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αδελφή Αμπάγια, γεννημένη ως Μπίνα Τόμας, είχε πέσει πάνω τους την ώρα που εκείνοι συνευρίσκονταν ερωτικά στην κουζίνα και τη σκότωσαν για να κρύψουν τις αμαρτίες τους, καταδικάζοντάς τους σε ισόβια κάθειρξη.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΟΝ ΤΙΜΕ
Στις 27 Μαρτίου 1992, το άψυχο σώμα της αδελφής Αμπάγια βρέθηκε σε ένα πηγάδι κοντά στο ινδικό μοναστήρι, της Κοταγιάμ, στην πολιτεία Κεράλα. Η νεκροψία αποκάλυψε ότι είχε σημάδια από νύχια και στις δύο πλευρές του λαιμού της και δύο πληγές στο κεφάλι της. Το σώμα της είχε πολλές εκδορές και είχε υποστεί κάταγμα στο κρανίο της. Παρά τις πληγές της και τη σκηνή του εγκλήματος στην κουζίνα, κανείς δεν παραπέμφθηκε στο δικαστήριο για τη δολοφονία της αδελφής Αμπάγια για 27 χρόνια. Αντ' αυτού, αυτό που ακολούθησε ήταν χρόνια αδιέξοδων ερευνών και εκθέσεων, γεμάτα από ισχυρισμούς για διαφθορά. Μεταξύ 1993 και 2005, το ανώτερο σώμα ερευνών της Ινδίας CBI υπέβαλε τέσσερις εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένων τριών αναφορών κλεισίματος, προτρέποντας τον αρχιδικαστή να αποσύρει την υπόθεση, αποδίδοντας το θάνατο άλλοτε σε πνιγμό, άλλοτε σε αυτοκτονία κι άλλοτε σε δολοφονία χωρίς να μπορέσουν να κατονομάσουν υπόπτους, κλείνοντάς την το 2005 ως «ανεξιχνίαστη».
Το 2009, το CBI κατηγόρησε επίσημα τον πατέρα Κοτόορ και την αδελφή Σέφι για δολοφονία, χάρη στις προσπάθειες του νεαρού ακτιβιστή, Τζόμον Πουθενπουρακάλ, που ίδρυσε ένα Συμβούλιο Δράσης για να αποδώσει δικαιοσύνη στη δολοφονημένη καλόγρια. Όμως χρειάστηκαν άλλα εννέα χρόνια πριν ο δικαστής τους καθίσει στο εδώλιο να αντιμετωπίσουν τις κατηγορίες. Η δίκη ξεκίνησε στις 5 Αυγούστου 2019 και ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2020. Στο δικαστήριο, οι εισαγγελείς κατηγόρησαν αστυνομικούς από το Kottayam West Crime Branch ότι παρέβλεψαν στοιχεία και κατέστρεψαν έγγραφα ζωτικής σημασίας για την έρευνα, επέβαλαν τιμωρίες και άλλαξαν θεσμικά το πλαίσιο για να μην ξανασυμβεί. Ο πατέρας Κοτόορ αρνήθηκε την κατηγορία, ενώ η αδελφή Σέφι υπέβαλε γραπτή δήλωση στην οποία ισχυριζόταν ότι η αδελφή Αμπάγια υπέφερε από «ψυχολογική κατάθλιψη» και «δεν ήταν αρκετά καλή στις σπουδές της».
Στο μεταξύ είχε υποβληθεί σε υμενοπλαστική για να στηρίξει τον ισχυρισμό της ότι ήταν παρθένα. Τελικά, τον περασμένο Δεκέμβριο, αποδείχθηκαν ένοχοι. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αδελφή Αμπάγια, γεννημένη ως Μπίνα Τόμας, είχε πέσει πάνω τους την ώρα που εκείνοι συνευρίσκονταν ερωτικά στην κουζίνα και τη σκότωσαν για να κρύψουν τις αμαρτίες τους, καταδικάζοντάς τους σε ισόβια κάθειρξη.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΟΝ ΤΙΜΕ