Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας θεσπίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Πόλεμος κατά της διαφθοράς - Υπό έλεγχο ακόμα και το Μαξίμου
Ένα πολιτικό, νομικό και θεσμικό «οπλοστάσιο» έχει ετοιμάσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη μάχη που ετοιμάζεται να δώσει κατά της διαφθοράς. Πεποίθηση του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας είναι ότι η καταπολέμηση της διαφθοράς χρειάζεται ισχυρούς και καλά δομημένους θεσμούς, που θα πατάνε σε γερές βάσεις, θα λειτουργούν τόσο στο επίπεδο της πρόληψης όσο και της καταστολής και θα φέρνουν πρακτικά και μετρήσιμα αποτελέσματα. Το βασικό εργαλείο στη μάχη αυτή είναι μια τολμηρή μεταρρύθμιση, που θα περιλαμβάνεται στο πρώτο κιόλας νομοσχέδιο που θα φέρει στη Βουλή η Νέα Δημοκρατία, εφόσον εκλεγεί κυβέρνηση στις 7 Ιουλίου. Τολμηρή, γιατί για πρώτη φορά θα μεταφέρει όλες τις αρμοδιότητες των ελεγκτικών σωμάτων της Δημόσιας Διοίκησης σε μια ανεξάρτητη Αρχή και θα τις απομακρύνει, έτσι, από τον πολιτικό έλεγχο και τον «εναγκαλισμό» τους πολλές φορές με την κυβέρνηση.
Και όχι μόνο αυτό: Θα της δώσει τέτοια ισχύ, ώστε για πρώτη φορά να μπορεί να κάνει ελέγχους (ακόμα και «εφόδους») όχι μόνο σε οποιοδήποτε φορέα του Δημοσίου, αλλά και σε οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία για την οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι εμπλέκεται σε υπόθεση διαφθοράς. Τα δε πορίσματα των εκθέσεων ελέγχου των επιθεωρητών ή ελεγκτών δεν θα καταλήγουν σε κάποιο συρτάρι, αλλά θα οδηγούν στον καταλογισμό προστίμων και θα μεταβιβάζονται στον εισαγγελέα Διαφθοράς για να διερευνηθούν και οι ποινικές ευθύνες. Η αρχή αυτή, που θα ονομάζεται Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, θα ιδρυθεί με το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Ν.Δ., που θα αφορά το λεγόμενο «επιτελικό κράτος».
Ισχυρότατη
«Θεσπίζεται άμεσα μια Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, ισχυρότατη, στην οποία συνενώνονται σημαντικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη. «Είναι αδιανόητο η εκτελεστική εξουσία να προΐσταται της υπηρεσίας διαφάνειας και καταπολέμησης της διαφθοράς, που αφορά και την ίδια. Είναι μια σημαντικότατη τομή, θα συμπεριλαμβάνεται και αυτή στο πρώτο μας νομοσχέδιο».
Μια προσπάθεια κεντρικού συντονισμού του αγώνα κατά της διαφθοράς είχε γίνει από την κυβέρνηση Σαμαρά, με τη θέσπιση του Εθνικού Συντονιστή κατά της Διαφθοράς. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. κατήργησε ουσιαστικά τη θέση αυτή με το που ήρθε στην εξουσία, στη συνέχεια -τυπικά- την αναβάθμισε σε θέση υπουργού Επικρατείας (πόστο που ανέλαβε ο Παναγιώτης Νικολούδης) και κατόπιν την υποβάθμισε, μεταφέροντας τις αρμοδιότητες στον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Παράλληλα, μάλιστα, είχε συστήσει και μια Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς. «Η θέση του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης για θέματα διαφάνειας -γνωρίζετε πολύ καλά ποιος την κατέχει σήμερα- καταργείται», προανήγγειλε με νόημα στην ίδια συνέντευξη ο κ. Μητσοτάκης.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ. ήδη από το 2017 είχε δώσει εντολή σε συνεργάτες του, με τη βοήθεια εξειδικευμένων τεχνοκρατών, να εντοπίσουν τις αδυναμίες του συστήματος καταπολέμησης της διαφθοράς, να μελετήσουν τις καλές πρακτικές από χώρες του εξωτερικού και να σχεδιάσουν και να προτείνουν ένα μοντέλο που θα μπορέσει να λειτουργήσει άμεσα και αποτελεσματικά στη χώρα μας. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα βασικά προβληματικά σημεία που κατέγραψαν στο υφιστάμενο σύστημα είναι τα ακόλουθα: Κατακερματισμός και επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, απουσία κεντρικού σχεδιασμού των ελέγχων βάσει ανάλυσης κινδύνων, απουσία ενιαίων προτύπων και σύγχρονων τεχνικών ελέγχου και διερεύνησης των υποθέσεων διαφθοράς, ανορθολογική κατανομή έμπειρων επιθεωρητών και ελεγκτών, απουσία στοχοθεσίας και αξιολόγησης του ελεγκτικού έργου, εργαλειοποίηση της καταπολέμησης της διαφθοράς για μικροπολιτικές στοχεύσεις και άσκηση αθέμιτης επιρροής από την πολιτική εξουσία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 απαιτήθηκαν 268 σελίδες (!) για την καταγραφή σε ένα κείμενο, από τον Εθνικό Συντονιστή Καταπολέμησης της Διαφθοράς, όλων των συναρμόδιων Αρχών, υπηρεσιών και λοιπών μηχανισμών ελέγχου κατά της διαφθοράς στην Ελλάδα.
Ασφαλή
Πώς αντιμετωπίζονται όλα αυτά με βάση τον σχεδιασμό της Ν.Δ.; Με μια ανεξάρτητη Αρχή, μακριά από κόμματα και κυβερνήσεις, καλά στελεχωμένη, που θα ενοποιεί όλους τους υφιστάμενους μηχανισμούς και υπηρεσίες (Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και πολλές ακόμα παρεμφερείς υπηρεσίες). Μια αρχή με οργανωτική δομή στο πρότυπο των πιο επιτυχημένων διεθνώς αντίστοιχων φορέων, που αξιοποιεί τα ευρήματα και τις προτάσεις των διεθνών οργανισμών και προσαρμόζεται στις θεσμικές και πρακτικές απαιτήσεις της χώρας μας. Με σοβαρά και ασφαλή «κανάλια», ώστε να καταγγέλλει άφοβα οποιοσδήποτε ιδιώτης ή δημόσιος υπάλληλος κάποιο φαινόμενο διαφθοράς, αλλά και να δίνει αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον τα διαθέτει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, οι υφιστάμενες αρμοδιότητες φορέων και υπηρεσιών που θα επηρεαστούν από τη δημιουργία της νέας Αρχής για την καταπολέμηση της διαφθοράς όχι μόνο δεν καταργούνται, αλλά ενισχύονται και παράλληλα διασφαλίζονται όλες οι απαραίτητες οργανωτικές και επιχειρησιακές προϋποθέσεις για να έχουν πρακτικά αποτελέσματα. Η Αρχή θα μπορεί να ελέγχει από το γραφείο του πρωθυπουργού μέχρι εκείνο του τμηματάρχη σε έναν δήμο, αλλά και κάθε ιδιωτική εταιρεία που συμβάλλεται ή συναλλάσσεται με το Δημόσιο, και να κυνηγά από μικροδωροδοκίες ή «γρηγορόσημα» μέχρι μείζονες υποθέσεις διαφθοράς.
Εργαλεία ελέγχου και λογοδοσίας
Ο ρόλος και η δράση της Αρχής θα είναι πολύπλευροι. Θα εµπλέκεται, κατ’ αρχάς, στην εκπαίδευση και την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε θέµατα διαφάνειας και ακεραιότητας, δηµιουργώντας ακόµα και εκπαιδευτικά προγράµµατα και δράσεις σε σχολεία για να εµπεδωθεί η έννοια της διαφάνειας στα παιδιά. Εξάλλου, η αποκατάσταση της εµπιστοσύνης των νέων στα όργανα και στους θεσµούς διακυβέρνησης βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της µεταρρύθµισης.
Η Αρχή θα αναλαµβάνει δράσεις όχι µόνο για την καταστολή, αλλά και για την πρόληψη και την αποτροπή της διαφθοράς. Θα αναπτύξει καινοτόµα συστήµατα και εργαλεία ελέγχου και λογοδοσίας, µε την αξιοποίηση τεχνητής νοηµοσύνης και εξόρυξης δεδοµένων (data mining). Παράλληλα, θα έχει στη διάθεσή της και άλλο ένα εργαλείο, καθώς σχεδιάζεται να θεσµοθετηθεί η υποχρέωση ανάλυσης κανονιστικών επιπτώσεων για τη διαφθορά για όλα τα νοµοσχέδια. Οπως, δηλαδή, κάθε νοµοσχέδιο πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που επισηµαίνει τι επιπτώσεις έχει στον κρατικό προϋπολογισµό, έτσι και στο εξής θα πρέπει να συνοδεύεται και από µια έκθεση που θα µετρά κατά πόσο ενισχύει τη διαφάνεια ή επιτρέπει την ανάπτυξη φαινοµένων διαφθοράς και πώς.
«Η Νέα ∆ηµοκρατία τολµά να υλοποιήσει την πιο τολµηρή και καλοσχεδιασµένη µεταρρύθµιση στο πεδίο της διαφάνειας και της καταπολέµησης της διαφθοράς στη Μεταπολίτευση», τονίζει στα «Π» στέλεχος της Ν.∆. µε γνώση του σχεδιασµού που γίνεται στο πεδίο αυτό την τελευταία τριετία. «Τέρµα η µικροπολιτική και ερασιτεχνική αντιµετώπιση των ζητηµάτων διαφάνειας και διαφθοράς. Τεσσεράµισι χρόνια πλήρους απραξίας και µικροπολιτικής σκανδαλολογίας είναι αρκετά. Οι συστηµικές αδυναµίες που ευνοούν τη διαφθορά δεν αντιµετωπίστηκαν. Η επιχειρησιακή προτεραιότητα είναι η δηµιουργία ενόχων στα κόµµατα της αντιπολίτευσης - “πρέπει να µπει κάποιος φυλακή”, όπως ακούσαµε από υπουργό της κυβέρνησης», συµπληρώνει το ίδιο στέλεχος. «Οι πολίτες ενδιαφέρονται για την υλοποίηση συγκεκριµένων και µετρήσιµων δράσεων για την καταπολέµηση της διαφθοράς και το αντίκτυπο που έχουν οι πολιτικές αυτές στην καθηµερινότητά τους, τις σχέσεις τους µε το κράτος, τη δίκαιη και χωρίς αποκλεισµούς ανάπτυξη, την κοινωνική ευηµερία και την ισότητα των ευκαιριών, ιδίως για όσους επλήγησαν περισσότερο από την οικονοµική κρίση».
Τα ξένα πρότυπα στα οποία βασίστηκε η τριετής δουλειά που έγινε από τους συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη και τους τεχνοκράτες που συνέδραµαν στο έργο αυτό ήταν εκείνα της Αγγλίας, του Καναδά και, κυρίως, του Χονγκ Κονγκ. Η ICAC (Independent Commission Against Corruption) µε τη δράση της θεωρείται πως όχι µόνο περιόρισε κατά πολύ τα φαινόµενα διαφθοράς, αλλά και άνοιξε τον δρόµο στο κύµα ξένων επενδύσεων που ξεκίνησε στο Χονγκ Κονγκ ήδη από τη δεκαετία του ’80. Ενας από τους στόχους, εξάλλου, της µεταρρύθµισης αυτής είναι να στείλει η κυβέρνηση της Ν.∆. ένα µήνυµα στους ξένους επενδυτές και επιχειρηµατίες ότι δεν πρέπει να «λαδώσουν» για να κάνουν µια δουλειά στη χώρα µας.
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 29/6/2019
Και όχι μόνο αυτό: Θα της δώσει τέτοια ισχύ, ώστε για πρώτη φορά να μπορεί να κάνει ελέγχους (ακόμα και «εφόδους») όχι μόνο σε οποιοδήποτε φορέα του Δημοσίου, αλλά και σε οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία για την οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι εμπλέκεται σε υπόθεση διαφθοράς. Τα δε πορίσματα των εκθέσεων ελέγχου των επιθεωρητών ή ελεγκτών δεν θα καταλήγουν σε κάποιο συρτάρι, αλλά θα οδηγούν στον καταλογισμό προστίμων και θα μεταβιβάζονται στον εισαγγελέα Διαφθοράς για να διερευνηθούν και οι ποινικές ευθύνες. Η αρχή αυτή, που θα ονομάζεται Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, θα ιδρυθεί με το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Ν.Δ., που θα αφορά το λεγόμενο «επιτελικό κράτος».
Ισχυρότατη
«Θεσπίζεται άμεσα μια Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, ισχυρότατη, στην οποία συνενώνονται σημαντικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη. «Είναι αδιανόητο η εκτελεστική εξουσία να προΐσταται της υπηρεσίας διαφάνειας και καταπολέμησης της διαφθοράς, που αφορά και την ίδια. Είναι μια σημαντικότατη τομή, θα συμπεριλαμβάνεται και αυτή στο πρώτο μας νομοσχέδιο».
Μια προσπάθεια κεντρικού συντονισμού του αγώνα κατά της διαφθοράς είχε γίνει από την κυβέρνηση Σαμαρά, με τη θέσπιση του Εθνικού Συντονιστή κατά της Διαφθοράς. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. κατήργησε ουσιαστικά τη θέση αυτή με το που ήρθε στην εξουσία, στη συνέχεια -τυπικά- την αναβάθμισε σε θέση υπουργού Επικρατείας (πόστο που ανέλαβε ο Παναγιώτης Νικολούδης) και κατόπιν την υποβάθμισε, μεταφέροντας τις αρμοδιότητες στον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Παράλληλα, μάλιστα, είχε συστήσει και μια Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς. «Η θέση του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης για θέματα διαφάνειας -γνωρίζετε πολύ καλά ποιος την κατέχει σήμερα- καταργείται», προανήγγειλε με νόημα στην ίδια συνέντευξη ο κ. Μητσοτάκης.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ. ήδη από το 2017 είχε δώσει εντολή σε συνεργάτες του, με τη βοήθεια εξειδικευμένων τεχνοκρατών, να εντοπίσουν τις αδυναμίες του συστήματος καταπολέμησης της διαφθοράς, να μελετήσουν τις καλές πρακτικές από χώρες του εξωτερικού και να σχεδιάσουν και να προτείνουν ένα μοντέλο που θα μπορέσει να λειτουργήσει άμεσα και αποτελεσματικά στη χώρα μας. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα βασικά προβληματικά σημεία που κατέγραψαν στο υφιστάμενο σύστημα είναι τα ακόλουθα: Κατακερματισμός και επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, απουσία κεντρικού σχεδιασμού των ελέγχων βάσει ανάλυσης κινδύνων, απουσία ενιαίων προτύπων και σύγχρονων τεχνικών ελέγχου και διερεύνησης των υποθέσεων διαφθοράς, ανορθολογική κατανομή έμπειρων επιθεωρητών και ελεγκτών, απουσία στοχοθεσίας και αξιολόγησης του ελεγκτικού έργου, εργαλειοποίηση της καταπολέμησης της διαφθοράς για μικροπολιτικές στοχεύσεις και άσκηση αθέμιτης επιρροής από την πολιτική εξουσία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 απαιτήθηκαν 268 σελίδες (!) για την καταγραφή σε ένα κείμενο, από τον Εθνικό Συντονιστή Καταπολέμησης της Διαφθοράς, όλων των συναρμόδιων Αρχών, υπηρεσιών και λοιπών μηχανισμών ελέγχου κατά της διαφθοράς στην Ελλάδα.
Ασφαλή
Πώς αντιμετωπίζονται όλα αυτά με βάση τον σχεδιασμό της Ν.Δ.; Με μια ανεξάρτητη Αρχή, μακριά από κόμματα και κυβερνήσεις, καλά στελεχωμένη, που θα ενοποιεί όλους τους υφιστάμενους μηχανισμούς και υπηρεσίες (Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και πολλές ακόμα παρεμφερείς υπηρεσίες). Μια αρχή με οργανωτική δομή στο πρότυπο των πιο επιτυχημένων διεθνώς αντίστοιχων φορέων, που αξιοποιεί τα ευρήματα και τις προτάσεις των διεθνών οργανισμών και προσαρμόζεται στις θεσμικές και πρακτικές απαιτήσεις της χώρας μας. Με σοβαρά και ασφαλή «κανάλια», ώστε να καταγγέλλει άφοβα οποιοσδήποτε ιδιώτης ή δημόσιος υπάλληλος κάποιο φαινόμενο διαφθοράς, αλλά και να δίνει αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον τα διαθέτει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, οι υφιστάμενες αρμοδιότητες φορέων και υπηρεσιών που θα επηρεαστούν από τη δημιουργία της νέας Αρχής για την καταπολέμηση της διαφθοράς όχι μόνο δεν καταργούνται, αλλά ενισχύονται και παράλληλα διασφαλίζονται όλες οι απαραίτητες οργανωτικές και επιχειρησιακές προϋποθέσεις για να έχουν πρακτικά αποτελέσματα. Η Αρχή θα μπορεί να ελέγχει από το γραφείο του πρωθυπουργού μέχρι εκείνο του τμηματάρχη σε έναν δήμο, αλλά και κάθε ιδιωτική εταιρεία που συμβάλλεται ή συναλλάσσεται με το Δημόσιο, και να κυνηγά από μικροδωροδοκίες ή «γρηγορόσημα» μέχρι μείζονες υποθέσεις διαφθοράς.
Εργαλεία ελέγχου και λογοδοσίας
Ο ρόλος και η δράση της Αρχής θα είναι πολύπλευροι. Θα εµπλέκεται, κατ’ αρχάς, στην εκπαίδευση και την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε θέµατα διαφάνειας και ακεραιότητας, δηµιουργώντας ακόµα και εκπαιδευτικά προγράµµατα και δράσεις σε σχολεία για να εµπεδωθεί η έννοια της διαφάνειας στα παιδιά. Εξάλλου, η αποκατάσταση της εµπιστοσύνης των νέων στα όργανα και στους θεσµούς διακυβέρνησης βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της µεταρρύθµισης.
Η Αρχή θα αναλαµβάνει δράσεις όχι µόνο για την καταστολή, αλλά και για την πρόληψη και την αποτροπή της διαφθοράς. Θα αναπτύξει καινοτόµα συστήµατα και εργαλεία ελέγχου και λογοδοσίας, µε την αξιοποίηση τεχνητής νοηµοσύνης και εξόρυξης δεδοµένων (data mining). Παράλληλα, θα έχει στη διάθεσή της και άλλο ένα εργαλείο, καθώς σχεδιάζεται να θεσµοθετηθεί η υποχρέωση ανάλυσης κανονιστικών επιπτώσεων για τη διαφθορά για όλα τα νοµοσχέδια. Οπως, δηλαδή, κάθε νοµοσχέδιο πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που επισηµαίνει τι επιπτώσεις έχει στον κρατικό προϋπολογισµό, έτσι και στο εξής θα πρέπει να συνοδεύεται και από µια έκθεση που θα µετρά κατά πόσο ενισχύει τη διαφάνεια ή επιτρέπει την ανάπτυξη φαινοµένων διαφθοράς και πώς.
«Η Νέα ∆ηµοκρατία τολµά να υλοποιήσει την πιο τολµηρή και καλοσχεδιασµένη µεταρρύθµιση στο πεδίο της διαφάνειας και της καταπολέµησης της διαφθοράς στη Μεταπολίτευση», τονίζει στα «Π» στέλεχος της Ν.∆. µε γνώση του σχεδιασµού που γίνεται στο πεδίο αυτό την τελευταία τριετία. «Τέρµα η µικροπολιτική και ερασιτεχνική αντιµετώπιση των ζητηµάτων διαφάνειας και διαφθοράς. Τεσσεράµισι χρόνια πλήρους απραξίας και µικροπολιτικής σκανδαλολογίας είναι αρκετά. Οι συστηµικές αδυναµίες που ευνοούν τη διαφθορά δεν αντιµετωπίστηκαν. Η επιχειρησιακή προτεραιότητα είναι η δηµιουργία ενόχων στα κόµµατα της αντιπολίτευσης - “πρέπει να µπει κάποιος φυλακή”, όπως ακούσαµε από υπουργό της κυβέρνησης», συµπληρώνει το ίδιο στέλεχος. «Οι πολίτες ενδιαφέρονται για την υλοποίηση συγκεκριµένων και µετρήσιµων δράσεων για την καταπολέµηση της διαφθοράς και το αντίκτυπο που έχουν οι πολιτικές αυτές στην καθηµερινότητά τους, τις σχέσεις τους µε το κράτος, τη δίκαιη και χωρίς αποκλεισµούς ανάπτυξη, την κοινωνική ευηµερία και την ισότητα των ευκαιριών, ιδίως για όσους επλήγησαν περισσότερο από την οικονοµική κρίση».
Τα ξένα πρότυπα στα οποία βασίστηκε η τριετής δουλειά που έγινε από τους συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη και τους τεχνοκράτες που συνέδραµαν στο έργο αυτό ήταν εκείνα της Αγγλίας, του Καναδά και, κυρίως, του Χονγκ Κονγκ. Η ICAC (Independent Commission Against Corruption) µε τη δράση της θεωρείται πως όχι µόνο περιόρισε κατά πολύ τα φαινόµενα διαφθοράς, αλλά και άνοιξε τον δρόµο στο κύµα ξένων επενδύσεων που ξεκίνησε στο Χονγκ Κονγκ ήδη από τη δεκαετία του ’80. Ενας από τους στόχους, εξάλλου, της µεταρρύθµισης αυτής είναι να στείλει η κυβέρνηση της Ν.∆. ένα µήνυµα στους ξένους επενδυτές και επιχειρηµατίες ότι δεν πρέπει να «λαδώσουν» για να κάνουν µια δουλειά στη χώρα µας.
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 29/6/2019