Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας: H πρώτη μεγάλη μεταρρύθμιση της κυβέρνησης
Μια τολμηρή μεταρρύθμιση περιλαμβάνει το πρώτο νομοσχέδιο που θα καταθέσει αύριο το πρωί στη Βουλή η κυβέρνηση. Μια μεταρρύθμιση που για πρώτη φορά θα μεταφέρει όλες τις αρμοδιότητες των ελεγκτικών σωμάτων της δημόσιας διοίκησης σε μια ανεξάρτητη αρχή και θα τις απομακρύνει έτσι από τον πολιτικό έλεγχο και τον «εναγκαλισμό» τους πολλές φορές με την κυβέρνηση.
Η Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, που θεσπίζει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, θα έχει τέτοια ισχύ, ώστε για πρώτη φορά να μπορεί να κάνει ελέγχους (ακόμα και «εφόδους») όχι μόνο σε οποιοδήποτε φορέα και υπηρεσία του Δημοσίου, αλλά και σε οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρία για την οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι εμπλέκεται σε υπόθεση διαφθοράς. Τα δε πορίσματα των εκθέσεων ελέγχου των επιθεωρητών ή ελεγκτών δεν θα καταλήγουν σε κάποιο συρτάρι, αλλά θα οδηγούν στον καταλογισμό προστίμων και θα μεταβιβάζονται στον εισαγγελέα διαφθοράς για να διερευνηθούν και οι ποινικές ευθύνες.
«Θεσπίζεται άμεσα μια Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, ισχυρότατη, στην οποία συνενώνονται σημαντικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους», είχε πει προεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε τηλεοπτική του συνέντευξη. «Είναι αδιανόητο η εκτελεστική εξουσία να προΐσταται της υπηρεσίας διαφάνειας και καταπολέμησης της διαφθοράς που αφορά και την ίδια.»
Ο πρωθυπουργός, ήδη από το 2017, είχε δώσει εντολή σε συνεργάτες του στη Νέα Δημοκρατία, με τη βοήθεια εξειδικευμένων τεχνοκρατών, να εντοπίσουν τις αδυναμίες του συστήματος καταπολέμησης της διαφθοράς, να μελετήσουν τις καλές πρακτικές από χώρες του εξωτερικού και να σχεδιάσουν και να προτείνουν ένα μοντέλο που θα μπορέσει να λειτουργήσει άμεσα και αποτελεσματικά στη χώρα μας. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα βασικά προβληματικά σημεία που κατέγραψαν στο υφιστάμενο σύστημα είναι τα ακόλουθα: Κατακερματισμός και επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, απουσία κεντρικού σχεδιασμού των ελέγχων βάσει ανάλυσης κινδύνων, απουσία ενιαίων προτύπων και σύγχρονων τεχνικών ελέγχου και διερεύνησης των υποθέσεων διαφθοράς, ανορθολογική κατανομή έμπειρων επιθεωρητών και ελεγκτών, απουσία στοχοθεσίας και αξιολόγησης του ελεγκτικού έργου, εργαλειοποίηση της καταπολέμησης της διαφθοράς για μικροπολιτικές στοχεύσεις, άσκηση αθέμιτης επιρροής από την πολιτική εξουσία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 απαιτήθηκαν 268 σελίδες (!) για την καταγραφή σ’ ένα κείμενο, από τον Εθνικό Συντονιστή Καταπολέμησης της Διαφθοράς, όλων των συναρμόδιων αρχών, υπηρεσιών και λοιπών μηχανισμών ελέγχου κατά της διαφθοράς στην Ελλάδα.
Πώς αντιμετωπίζονται όλα αυτά; Με μια ανεξάρτητη αρχή, μακριά από κόμματα και κυβερνήσεις, καλά στελεχωμένη, που θα ενοποιεί όλους τους υφιστάμενους μηχανισμούς και υπηρεσίες (Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και σχεδόν δέκα ακόμα παρεμφερείς υπηρεσίες). Μια αρχή με οργανωτική δομή στο πρότυπο των πιο επιτυχημένων διεθνώς αντίστοιχων φορέων, που αξιοποιεί τα ευρήματα και τις προτάσεις των διεθνών οργανισμών και προσαρμόζεται στις θεσμικές και πρακτικές απαιτήσεις της χώρας μας. Με σοβαρά και ασφαλή «κανάλια» ώστε να καταγγέλλει άφοβα οποιοσδήποτε ιδιώτης ή δημόσιος υπάλληλος κάποιο φαινόμενο διαφθοράς, αλλά και να δίνει αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον τα διαθέτει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υφιστάμενες αρμοδιότητες φορέων και υπηρεσιών που θα επηρεαστούν από τη δημιουργία της Ανεξάρτητης Αρχής Διαφάνειας όχι μόνο δεν καταργούνται αλλά ενισχύονται και παράλληλα διασφαλίζονται όλες οι απαραίτητες οργανωτικές και επιχειρησιακές προϋποθέσεις για να έχουν πρακτικά αποτελέσματα. Η Αρχή θα μπορεί να ελέγχει από το γραφείο του πρωθυπουργού μέχρι εκείνο του τμηματάρχη σε ένα Δήμο, αλλά και κάθε ιδιωτική εταιρία που συμβάλλεται ή συναλλάσσεται με το δημόσιο και να κυνηγά από μικροδωροδοκίες ή «γρηγορόσημα» μέχρι μείζονες υποθέσεις διαφθοράς.
Ο ρόλος και η δράση της Αρχής θα είναι πολύπλευρος. Θα εμπλέκεται καταρχάς στην εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε θέματα διαφάνειας και ακεραιότητας, δημιουργώντας ακόμα και εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις σε σχολεία για να εμπεδωθεί η έννοια της διαφάνειας στα παιδιά. Εξάλλου η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των νέων στα όργανα και τους θεσμούς διακυβέρνησης βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της μεταρρύθμισης.
Η Αρχή θα αναλαμβάνει δράσεις όχι μόνο καταστολής, αλλά και για την πρόληψη και την αποτροπή της διαφθοράς. Θα αναπτύξει καινοτόμα συστήματα και εργαλεία ελέγχου και λογοδοσίας, όπως της τεχνητής νοημοσύνης και της εξόρυξης δεδομένων (data mining). Παράλληλα, θα έχει στη διάθεσή της κι άλλο ένα «εργαλείο», καθώς αναμένεται να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση ανάλυσης κανονιστικών επιπτώσεων για τη διαφθορά για όλα τα νομοσχέδια. Όπως, δηλαδή, κάθε νομοσχέδιο πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που επισημαίνει τι επιπτώσεις έχει στον κρατικό προϋπολογισμό, έτσι και στο εξής θα πρέπει να συνοδεύεται και από μια έκθεση που θα μετρά κατά πόσο ενισχύει τη διαφάνεια ή επιτρέπει την ανάπτυξη φαινομένων διαφθοράς και πως.
Τα ξένα πρότυπα στα οποία βασίστηκε η τριετής δουλειά που έγινε από τους συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη και τους τεχνοκράτες που συνέδραμαν στο έργο αυτό, ήταν της Αγγλίας, του Καναδά, αλλά κυρίως του Χονγκ Κονγκ. Η ICAC (Independent Commission Against Corruption) με τη δράση της θεωρείται πως όχι μόνο περιόρισε κατά πολύ τα φαινόμενα διαφθοράς, αλλά άνοιξε και το δρόμο στο κύμα ξένων επενδύσεων που ξεκίνησε στο Χονγκ Κονγκ ήδη από τη δεκαετία του ’80. Ένας από τους στόχους, εξάλλου, της μεταρρύθμισης αυτής είναι και να στείλει η κυβέρνηση της ΝΔ ένα μήνυμα στους ξένους επενδυτές και επιχειρηματίες ότι δεν πρέπει να «λαδώσουν» για να κάνουν μια δουλειά στη χώρα μας.
Η Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, που θεσπίζει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, θα έχει τέτοια ισχύ, ώστε για πρώτη φορά να μπορεί να κάνει ελέγχους (ακόμα και «εφόδους») όχι μόνο σε οποιοδήποτε φορέα και υπηρεσία του Δημοσίου, αλλά και σε οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρία για την οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι εμπλέκεται σε υπόθεση διαφθοράς. Τα δε πορίσματα των εκθέσεων ελέγχου των επιθεωρητών ή ελεγκτών δεν θα καταλήγουν σε κάποιο συρτάρι, αλλά θα οδηγούν στον καταλογισμό προστίμων και θα μεταβιβάζονται στον εισαγγελέα διαφθοράς για να διερευνηθούν και οι ποινικές ευθύνες.
«Θεσπίζεται άμεσα μια Ανεξάρτητη Αρχή Διαφάνειας, ισχυρότατη, στην οποία συνενώνονται σημαντικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους», είχε πει προεκλογικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε τηλεοπτική του συνέντευξη. «Είναι αδιανόητο η εκτελεστική εξουσία να προΐσταται της υπηρεσίας διαφάνειας και καταπολέμησης της διαφθοράς που αφορά και την ίδια.»
Ο πρωθυπουργός, ήδη από το 2017, είχε δώσει εντολή σε συνεργάτες του στη Νέα Δημοκρατία, με τη βοήθεια εξειδικευμένων τεχνοκρατών, να εντοπίσουν τις αδυναμίες του συστήματος καταπολέμησης της διαφθοράς, να μελετήσουν τις καλές πρακτικές από χώρες του εξωτερικού και να σχεδιάσουν και να προτείνουν ένα μοντέλο που θα μπορέσει να λειτουργήσει άμεσα και αποτελεσματικά στη χώρα μας. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα βασικά προβληματικά σημεία που κατέγραψαν στο υφιστάμενο σύστημα είναι τα ακόλουθα: Κατακερματισμός και επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, απουσία κεντρικού σχεδιασμού των ελέγχων βάσει ανάλυσης κινδύνων, απουσία ενιαίων προτύπων και σύγχρονων τεχνικών ελέγχου και διερεύνησης των υποθέσεων διαφθοράς, ανορθολογική κατανομή έμπειρων επιθεωρητών και ελεγκτών, απουσία στοχοθεσίας και αξιολόγησης του ελεγκτικού έργου, εργαλειοποίηση της καταπολέμησης της διαφθοράς για μικροπολιτικές στοχεύσεις, άσκηση αθέμιτης επιρροής από την πολιτική εξουσία. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 απαιτήθηκαν 268 σελίδες (!) για την καταγραφή σ’ ένα κείμενο, από τον Εθνικό Συντονιστή Καταπολέμησης της Διαφθοράς, όλων των συναρμόδιων αρχών, υπηρεσιών και λοιπών μηχανισμών ελέγχου κατά της διαφθοράς στην Ελλάδα.
Πώς αντιμετωπίζονται όλα αυτά; Με μια ανεξάρτητη αρχή, μακριά από κόμματα και κυβερνήσεις, καλά στελεχωμένη, που θα ενοποιεί όλους τους υφιστάμενους μηχανισμούς και υπηρεσίες (Σώμα Επιθεωρητών - Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και σχεδόν δέκα ακόμα παρεμφερείς υπηρεσίες). Μια αρχή με οργανωτική δομή στο πρότυπο των πιο επιτυχημένων διεθνώς αντίστοιχων φορέων, που αξιοποιεί τα ευρήματα και τις προτάσεις των διεθνών οργανισμών και προσαρμόζεται στις θεσμικές και πρακτικές απαιτήσεις της χώρας μας. Με σοβαρά και ασφαλή «κανάλια» ώστε να καταγγέλλει άφοβα οποιοσδήποτε ιδιώτης ή δημόσιος υπάλληλος κάποιο φαινόμενο διαφθοράς, αλλά και να δίνει αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον τα διαθέτει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υφιστάμενες αρμοδιότητες φορέων και υπηρεσιών που θα επηρεαστούν από τη δημιουργία της Ανεξάρτητης Αρχής Διαφάνειας όχι μόνο δεν καταργούνται αλλά ενισχύονται και παράλληλα διασφαλίζονται όλες οι απαραίτητες οργανωτικές και επιχειρησιακές προϋποθέσεις για να έχουν πρακτικά αποτελέσματα. Η Αρχή θα μπορεί να ελέγχει από το γραφείο του πρωθυπουργού μέχρι εκείνο του τμηματάρχη σε ένα Δήμο, αλλά και κάθε ιδιωτική εταιρία που συμβάλλεται ή συναλλάσσεται με το δημόσιο και να κυνηγά από μικροδωροδοκίες ή «γρηγορόσημα» μέχρι μείζονες υποθέσεις διαφθοράς.
Ο ρόλος και η δράση της Αρχής θα είναι πολύπλευρος. Θα εμπλέκεται καταρχάς στην εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε θέματα διαφάνειας και ακεραιότητας, δημιουργώντας ακόμα και εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις σε σχολεία για να εμπεδωθεί η έννοια της διαφάνειας στα παιδιά. Εξάλλου η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των νέων στα όργανα και τους θεσμούς διακυβέρνησης βρίσκεται στον πυρήνα αυτής της μεταρρύθμισης.
Η Αρχή θα αναλαμβάνει δράσεις όχι μόνο καταστολής, αλλά και για την πρόληψη και την αποτροπή της διαφθοράς. Θα αναπτύξει καινοτόμα συστήματα και εργαλεία ελέγχου και λογοδοσίας, όπως της τεχνητής νοημοσύνης και της εξόρυξης δεδομένων (data mining). Παράλληλα, θα έχει στη διάθεσή της κι άλλο ένα «εργαλείο», καθώς αναμένεται να θεσμοθετηθεί η υποχρέωση ανάλυσης κανονιστικών επιπτώσεων για τη διαφθορά για όλα τα νομοσχέδια. Όπως, δηλαδή, κάθε νομοσχέδιο πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που επισημαίνει τι επιπτώσεις έχει στον κρατικό προϋπολογισμό, έτσι και στο εξής θα πρέπει να συνοδεύεται και από μια έκθεση που θα μετρά κατά πόσο ενισχύει τη διαφάνεια ή επιτρέπει την ανάπτυξη φαινομένων διαφθοράς και πως.
Τα ξένα πρότυπα στα οποία βασίστηκε η τριετής δουλειά που έγινε από τους συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη και τους τεχνοκράτες που συνέδραμαν στο έργο αυτό, ήταν της Αγγλίας, του Καναδά, αλλά κυρίως του Χονγκ Κονγκ. Η ICAC (Independent Commission Against Corruption) με τη δράση της θεωρείται πως όχι μόνο περιόρισε κατά πολύ τα φαινόμενα διαφθοράς, αλλά άνοιξε και το δρόμο στο κύμα ξένων επενδύσεων που ξεκίνησε στο Χονγκ Κονγκ ήδη από τη δεκαετία του ’80. Ένας από τους στόχους, εξάλλου, της μεταρρύθμισης αυτής είναι και να στείλει η κυβέρνηση της ΝΔ ένα μήνυμα στους ξένους επενδυτές και επιχειρηματίες ότι δεν πρέπει να «λαδώσουν» για να κάνουν μια δουλειά στη χώρα μας.