Επιστημονική υπηρεσία Βουλής για άσυλο: Συνταγματική και αναγκαία η νέα ρύθμιση
Την συνταγματικότητα και την αναγκαιότητα της κυβερνητικής ρύθμισης για το πανεπιστημιακό άσυλο υποστηρίζει η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής για το διυπουργικό νομοσχέδιο που συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής.
H Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής θεωρεί καθόλα συνταγματική τη διάταξη για την κατάργηση του ασύλου με τους συντάκτες της Έκθεσης να επισημαίνουν πως με την παρούσα διάταξη κατοχυρώνεται και προστατεύεται η ακαδηµαϊκή ελευθερία και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση ιδεών, ενώ στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι, εντός των χώρων των ΑΕΙ, οι αρµόδιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόµο αρµοδιότητές τους, περιλαµβανοµένης της επέµβασης λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων.
Επίσης επισημαίνουν ότι πως το ακαδημαϊκό άσυλο δεν μπορεί να καλύπτει ενέργειες που εκφεύγουν της ακαδημαϊκής ελευθερίας και πολύ περισσότερο να προστατεύει παραβάτες του νόμου. Υπογραμμίζουν πως ούτως ή άλλως το Σύνταγμα εξασφαλίζει την άσκηση των συνταγματικών δικαιωμάτων και των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου, όχι νόμο εντός των πανεπιστημίων, αλλά στο σύνολο της Επικρατείας και προσθέτουν πως η παροχή έννομης προστασίας των πολιτών αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δεν επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια των αρμόδιων αρχών.
Ειδικότερα, επισημαίνεται πως «το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν καλύπτει δραστηριότητες που δεν τελούν σε συνάφεια µε την άσκηση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας» και σε άλλο σημείο αναφέρεται πως ούτως ή άλλως το Σύνταγμα διασφαλίζει πως «όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαύουν απόλυτης προστασίας της ζωής, της τιµής και της ελευθερίας τους». Τέλος, τονίζεται ότι «όλα τα κρατικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση των συνταγµατικών δικαιωµάτων και των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου» και σημειώνεται πως η παροχή έννομης προστασίας δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους, αλλά αποτελεί υποχρέωσή του.
Αναλυτικά, για το άρθρο 64 του διυπουργικού νομοσχεδίου που αφορά το πανεπιστημιακό άσυλο η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής επισημαίνει:
«9. Επί του άρθρου 64 Το άρθρο 3 του ν. 4485/2017 ορίζει, µεταξύ άλλων, ότι «το ακαδηµαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των δηµοκρατικών αξιών, των ακαδηµαϊκών ελευθεριών στην έρευνα και στη διδασκαλία, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, την προστασία του δικαιώµατος στη γνώση και τη µάθηση έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει» (παρ. 1 εδ. (β)). Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, «επέµβαση δηµόσιας δύναµης σε χώρους των Α.Ε.Ι. επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακουργηµάτων, καθώς και εγκληµάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση του Πρυτανικού Συµβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Οι ανωτέρω περιορισµοί δεν ισχύουν για επεµβάσεις του Πυροσβεστικού Σώµατος και επεµβάσεις σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχηµάτων».
Με το άρθρο 64 του νοµοσχεδίου τροποποιείται το άρθρο 3 διά της απάλειψης των ανωτέρω διατάξεων. Με τις νέες διατάξεις, κατοχυρώνεται και προστατεύεται η ακαδηµαϊκή ελευθερία και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση ιδεών, ενώ στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι, εντός των χώρων των ΑΕΙ, οι αρµόδιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόµο αρµοδιότητές τους, περιλαµβανοµένης της επέµβασης λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων. Η ισχύουσα διάταξη έλκει τη διατύπωσή της από το άρθρο 2 παρ. 4 του ν. 1268/1982, κατά το οποίο, «για την κατοχύρωση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστηµονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αναγνωρίζεται το Πανεπιστηµιακό Άσυλο». Κατά την παράγραφο 7 του εν λόγω άρθρου, «επέµβαση δηµόσιας δύναµης χωρίς την άδεια του αρµόδιου οργάνου του Α.Ε.Ι., επιτρέπεται µόνον εφ’ όσον διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήµατα ή αυτόφωρα εγκλήµατα κατά της ζωής». Το καθεστώς του πανεπιστηµιακού ασύλου µεταρρυθµίστηκε µε το άρθρο 3 του ν. 3549/2007, το οποίο αναγνώριζε το ακαδηµαϊκό άσυλο για την κατοχύρωση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας των µελών της ακαδηµαϊκής κοινότητας. Οι οικείες διατάξεις καταργήθηκαν µε το άρθρο 3 του ν. 4009/2011, και επανήλθαν στην ισχύουσα σήµερα µορφή τους µε το άρθρο 3 του ν. 4485/2017. Όπως επισηµαίνεται στην από 5ης Μαρτίου 2007 Έκθεση της Επιστηµονικής Υπηρεσίας της Βουλής των Ελλήνων επί του νοµοσχεδίου «Μεταρρύθµιση του θεσµικού πλαισίου για τη δοµή και λειτουργία των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυµάτων» (νόµος 3549/2007), το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν διατυπώνεται ρητώς στο Σύνταγµα, θεωρείται δε ότι αποτελεί απόρροια των δύο συνταγµατικών αρχών που διέπουν τη λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης, της αρχής της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ και της αρχής της ακαδηµαϊκής ελευθερίας (σελ. 2). Κατά την αντίληψη αυτή, ως ακαδηµαϊκό άσυλο νοείται πλέγµα ειδικότερων θεσµικών εγγυήσεων για την ακώλυτη άσκηση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας όλων των µελών της ακαδηµαϊκής κοινότητας. Κατά τούτο, το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν ταυτίζεται µε την υποχρέωση µη προσβολής της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, αλλά καταλαµβάνει εγγυήσεις, διαδικαστικής κατά βάση φύσεως, µε σκοπό την αποτροπή διακινδύνευσης της ακαδηµαϊκής ελευθερίας και την παροχή ενός θεσµικού χώρου ασφάλειας κατά την άσκηση επιµέρους ελευθεριών και, ιδίως, της διακίνησης ιδεών. Οίκοθεν νοείται ότι το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν καλύπτει δραστηριότητες που δεν τελούν σε συνάφεια µε την άσκηση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας. Περαιτέρω, όπως επισηµάνθηκε στην από 28ης Ιουλίου 2017 Έκθεση της Επιστηµονικής Υπηρεσίας της Βουλής των Ελλήνων επί του νοµοσχεδίου «Οργάνωση και λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης, ρυθµίσεις για την έρευνα και άλλες διατάξεις» (νόµος 4485/2017), «κατά το άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγµατος, όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαύουν απόλυτης προστασίας της ζωής, της τιµής και της ελευθερίας τους. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγµατος, όλα τα κρατικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση των συνταγµατικών δικαιωµάτων και των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου. Συµφώνως προς τις ανωτέρω συνταγµατικές διατάξεις, η παροχή έννοµης προστασίας στη ζωή και την προσωπική ασφάλεια δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους, αλλά αποτελεί υποχρέωσή του, ενώ ανήκει καταρχήν στον νοµοθέτη η διάρθρωση του συστήµατος προστασίας κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση όλων των συνταγµατικών δικαιωµάτων και η τήρηση των αρχών του κράτους δικαίου».
H Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής θεωρεί καθόλα συνταγματική τη διάταξη για την κατάργηση του ασύλου με τους συντάκτες της Έκθεσης να επισημαίνουν πως με την παρούσα διάταξη κατοχυρώνεται και προστατεύεται η ακαδηµαϊκή ελευθερία και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση ιδεών, ενώ στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι, εντός των χώρων των ΑΕΙ, οι αρµόδιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόµο αρµοδιότητές τους, περιλαµβανοµένης της επέµβασης λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων.
Επίσης επισημαίνουν ότι πως το ακαδημαϊκό άσυλο δεν μπορεί να καλύπτει ενέργειες που εκφεύγουν της ακαδημαϊκής ελευθερίας και πολύ περισσότερο να προστατεύει παραβάτες του νόμου. Υπογραμμίζουν πως ούτως ή άλλως το Σύνταγμα εξασφαλίζει την άσκηση των συνταγματικών δικαιωμάτων και των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου, όχι νόμο εντός των πανεπιστημίων, αλλά στο σύνολο της Επικρατείας και προσθέτουν πως η παροχή έννομης προστασίας των πολιτών αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δεν επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια των αρμόδιων αρχών.
Ειδικότερα, επισημαίνεται πως «το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν καλύπτει δραστηριότητες που δεν τελούν σε συνάφεια µε την άσκηση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας» και σε άλλο σημείο αναφέρεται πως ούτως ή άλλως το Σύνταγμα διασφαλίζει πως «όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαύουν απόλυτης προστασίας της ζωής, της τιµής και της ελευθερίας τους». Τέλος, τονίζεται ότι «όλα τα κρατικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση των συνταγµατικών δικαιωµάτων και των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου» και σημειώνεται πως η παροχή έννομης προστασίας δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους, αλλά αποτελεί υποχρέωσή του.
Αναλυτικά, για το άρθρο 64 του διυπουργικού νομοσχεδίου που αφορά το πανεπιστημιακό άσυλο η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής επισημαίνει:
«9. Επί του άρθρου 64 Το άρθρο 3 του ν. 4485/2017 ορίζει, µεταξύ άλλων, ότι «το ακαδηµαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των δηµοκρατικών αξιών, των ακαδηµαϊκών ελευθεριών στην έρευνα και στη διδασκαλία, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, την προστασία του δικαιώµατος στη γνώση και τη µάθηση έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει» (παρ. 1 εδ. (β)). Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, «επέµβαση δηµόσιας δύναµης σε χώρους των Α.Ε.Ι. επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακουργηµάτων, καθώς και εγκληµάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση του Πρυτανικού Συµβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Οι ανωτέρω περιορισµοί δεν ισχύουν για επεµβάσεις του Πυροσβεστικού Σώµατος και επεµβάσεις σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχηµάτων».
Με το άρθρο 64 του νοµοσχεδίου τροποποιείται το άρθρο 3 διά της απάλειψης των ανωτέρω διατάξεων. Με τις νέες διατάξεις, κατοχυρώνεται και προστατεύεται η ακαδηµαϊκή ελευθερία και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση ιδεών, ενώ στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι, εντός των χώρων των ΑΕΙ, οι αρµόδιες αρχές ασκούν όλες τις κατά νόµο αρµοδιότητές τους, περιλαµβανοµένης της επέµβασης λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων. Η ισχύουσα διάταξη έλκει τη διατύπωσή της από το άρθρο 2 παρ. 4 του ν. 1268/1982, κατά το οποίο, «για την κατοχύρωση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστηµονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αναγνωρίζεται το Πανεπιστηµιακό Άσυλο». Κατά την παράγραφο 7 του εν λόγω άρθρου, «επέµβαση δηµόσιας δύναµης χωρίς την άδεια του αρµόδιου οργάνου του Α.Ε.Ι., επιτρέπεται µόνον εφ’ όσον διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήµατα ή αυτόφωρα εγκλήµατα κατά της ζωής». Το καθεστώς του πανεπιστηµιακού ασύλου µεταρρυθµίστηκε µε το άρθρο 3 του ν. 3549/2007, το οποίο αναγνώριζε το ακαδηµαϊκό άσυλο για την κατοχύρωση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας των µελών της ακαδηµαϊκής κοινότητας. Οι οικείες διατάξεις καταργήθηκαν µε το άρθρο 3 του ν. 4009/2011, και επανήλθαν στην ισχύουσα σήµερα µορφή τους µε το άρθρο 3 του ν. 4485/2017. Όπως επισηµαίνεται στην από 5ης Μαρτίου 2007 Έκθεση της Επιστηµονικής Υπηρεσίας της Βουλής των Ελλήνων επί του νοµοσχεδίου «Μεταρρύθµιση του θεσµικού πλαισίου για τη δοµή και λειτουργία των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυµάτων» (νόµος 3549/2007), το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν διατυπώνεται ρητώς στο Σύνταγµα, θεωρείται δε ότι αποτελεί απόρροια των δύο συνταγµατικών αρχών που διέπουν τη λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης, της αρχής της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ και της αρχής της ακαδηµαϊκής ελευθερίας (σελ. 2). Κατά την αντίληψη αυτή, ως ακαδηµαϊκό άσυλο νοείται πλέγµα ειδικότερων θεσµικών εγγυήσεων για την ακώλυτη άσκηση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας όλων των µελών της ακαδηµαϊκής κοινότητας. Κατά τούτο, το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν ταυτίζεται µε την υποχρέωση µη προσβολής της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, αλλά καταλαµβάνει εγγυήσεις, διαδικαστικής κατά βάση φύσεως, µε σκοπό την αποτροπή διακινδύνευσης της ακαδηµαϊκής ελευθερίας και την παροχή ενός θεσµικού χώρου ασφάλειας κατά την άσκηση επιµέρους ελευθεριών και, ιδίως, της διακίνησης ιδεών. Οίκοθεν νοείται ότι το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν καλύπτει δραστηριότητες που δεν τελούν σε συνάφεια µε την άσκηση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας. Περαιτέρω, όπως επισηµάνθηκε στην από 28ης Ιουλίου 2017 Έκθεση της Επιστηµονικής Υπηρεσίας της Βουλής των Ελλήνων επί του νοµοσχεδίου «Οργάνωση και λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης, ρυθµίσεις για την έρευνα και άλλες διατάξεις» (νόµος 4485/2017), «κατά το άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγµατος, όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαύουν απόλυτης προστασίας της ζωής, της τιµής και της ελευθερίας τους. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγµατος, όλα τα κρατικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση των συνταγµατικών δικαιωµάτων και των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου. Συµφώνως προς τις ανωτέρω συνταγµατικές διατάξεις, η παροχή έννοµης προστασίας στη ζωή και την προσωπική ασφάλεια δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους, αλλά αποτελεί υποχρέωσή του, ενώ ανήκει καταρχήν στον νοµοθέτη η διάρθρωση του συστήµατος προστασίας κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση όλων των συνταγµατικών δικαιωµάτων και η τήρηση των αρχών του κράτους δικαίου».