«Όχι» από το ΣτΕ στο αίτημα Θάνου και Νάκου για το πάγωμα της διαπιστωτικής πράξης
Δεν έγινε δεκτό από τον προεδρεύοντα του θερινού τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, αντιπρόεδρο του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Μιχάλη Πικραμένο, το αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής που είχαν καταθέσει η Βασιλική Θάνου και Άννα Νάκου, πρώην πρόεδρος και πρώην αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αντιστοίχως, προκειμένου να παγώσει η διαπιστωτική πράξη έκπτωσή τους από τις θέσεις τις οποίες κατείχαν.
Παράλληλα, η πρώην πρόεδρος και η πρώην αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού έχουν καταθέσει και αίτηση αναστολής, η οποία έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί την ερχόμενη Παρασκευή 30 Αυγούστου στην Επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ.
Την ίδια στιγμή, έχουν καταθέσει και προσφυγή (αίτηση ακύρωσης) των πράξεων έκπτωσης τους από την ηγεσία της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Η αίτησή ακύρωσής αναμένεται να συζητηθεί στις αρχές Δεκεμβρίου ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ.
Συγκεκριμένα με την αίτηση ακύρωσης οι κυρίες Θάνου και Νάκου στρέφονται κατά των διαπιστωτικών πράξεων αυτοδίκαιης εκπτώσεώς τους από τις θέσεις τους. Μεταξύ άλλων υποστηρίζουν πως η θέσπιση του ασυμβίβαστου που εισήχθη με τον νόμο της κυβέρνησης 4623/2019 κατ’ εφαρμογήν του οποίου κηρύχθηκαν έκπτωτες εμφανίζει σωρεία παραβάσεων τόσο της κοινοτικής όσο και της εθνικής νομοθεσίας.
Παράλληλα, η πρώην πρόεδρος και η πρώην αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού έχουν καταθέσει και αίτηση αναστολής, η οποία έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί την ερχόμενη Παρασκευή 30 Αυγούστου στην Επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ.
Την ίδια στιγμή, έχουν καταθέσει και προσφυγή (αίτηση ακύρωσης) των πράξεων έκπτωσης τους από την ηγεσία της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Η αίτησή ακύρωσής αναμένεται να συζητηθεί στις αρχές Δεκεμβρίου ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ.
Συγκεκριμένα με την αίτηση ακύρωσης οι κυρίες Θάνου και Νάκου στρέφονται κατά των διαπιστωτικών πράξεων αυτοδίκαιης εκπτώσεώς τους από τις θέσεις τους. Μεταξύ άλλων υποστηρίζουν πως η θέσπιση του ασυμβίβαστου που εισήχθη με τον νόμο της κυβέρνησης 4623/2019 κατ’ εφαρμογήν του οποίου κηρύχθηκαν έκπτωτες εμφανίζει σωρεία παραβάσεων τόσο της κοινοτικής όσο και της εθνικής νομοθεσίας.