«Η Αίγυπτος θα έχει πολύ μικρό όφελος αν “παίξει” σαν τους Τούρκους, ενώ έχει τεράστιο όφελος αν “παίξει” με το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και ειδικά με την Ελλάδα και την Κύπρο.»

Αυτό επισήμανε ο στρατηγικός και πολιτικός αναλυτής κ. Νίκος Λυγερός μιλώντας στο Radio North 98 και στην εκπομπή “Βόρειος Αντίκτυπος” με τον Βαγγέλη Μωυσή, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ως χρονικό σημείο αφετηρίας μιας σοβαρής διπλωματίας της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, το 2012, όταν αναδείχθηκε για πρώτη φορά το θέμα της ανακήρυξης ΑΟΖ.

«Η συμφωνία με την Ιταλία φέρνει ακόμα πιο κοντά τη συμφωνία με την Αίγυπτο, παρά το γεγονός ότι κάποια επιχειρήματα της Αιγύπτου για την οριοθέτηση “ακουμπούν” με αυτά της Τουρκίας για το Καστελόριζο», εξήγησε. «Το Καστελόριζο στην πραγματικότητα είναι είναι σύμπλεγμα 14 νησιών. Αυτό που θα κερδίσει η Αίγυπτος αν αμφισβητήσει την ύπαρξη του συμπλέγματος, θα είναι το μισό της πολύ μικρής απόστασης μεταξύ Καστελόριζου και Τουρκίας. Άρα θα είναι απειροελάχιστο το κέρδος της αν καταφύγει σε επιχειρηματολογία της Τουρκίας, ενώ θα κερδίσει πολύ περισσότερα με το πέρασμα από την Ελλάδα του αγωγού EastMed.»

Όσον αφορά στο διπλωματικό παιχνίδι μεταξύ Ελλάδας Τουρκίας, ο κ. Λυγερός επισημαίνει ως σημαντικό ορόσημο το έτος 2012 και την έναρξη της συζήτησης περί ανακήρυξης ελληνικής ΑΟΖ: «Όσο η διπλωματία μας ήταν εστιασμένη στο casus beli, στην υφαλοκρηπίδα, στα 12 μίλια και στην ελληνοτουρκική επαφή σε διμερές επίπεδο, δεν κάναμε τίποτα. Από το 2012 αλλάξαμε και καταλάβαμε ότι αντί να εξαντλούμε το διπλωματικό μας παιχνίδι με την Τουρκία, μπορούμε να παίξουμε με συμμάχους που έχουμε κοινά συμφέροντα για την αξιοποίηση του υποθαλάσσιου πλούτου. Εκεί αποκτήσαμε σοβαρή διπλωματία και έναντι της Τουρκίας.»

Εκτιμά δε, ότι έχει βοηθήσει σημαντικά την Ελλάδα… ο Ερντογάν!

«Μας έχει βοηθήσει πάρα πολύ η συμπεριφορά του Ερντογάν», εξήγησε. «Είναι τόσο ακραία και τόσο εκνευριστική και σε επίπεδο ΝΑΤΟ και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε βοήθησε να καταλάβουν και όλοι οι άλλοι ότι οι θέσεις της Ελλάδας (σ.σ. για την προκλητικότητα της Τουρκίας) δεν ήταν παράλογες, αλλά απλώς το είχε καταλάβει καλύτερα η Ελλάδα νωρίτερα γιατί ήταν στη ζώνη επαφής.»

Τόνισε τέλος την ανάγκη να αξιοποιήσουμε την κακή επαφή της Τουρκίας με τον μουσουλμανικό κόσμο: «Οι δύο μεγάλες μουσουλμανικές χώρες είναι το Ιραν στο σιιτικό σκέλος και η Σαουδική Αραβία στο σουνιτικό. Η Τουρκία στην κατάταξη των μουσουλμανικών χωρών βρίσκεται στον “πάτο”. Γιατί έχει την τάση, όποτε τη συμφέρει να το παίζει Μουσουλμάνα και όποτε τη συμφέρει να το παίζει κοσμική. Αυτό ενοχλεί τους άλλους. Ήδη την κεμαλική περίοδο της Τουρκίας την είχαν δει με παράξενο τρόπο. Οι κινήσεις που κάνει σήμερα ο Ερντογάν, προσπαθώντας να έχει μαζί του και ακροδεξιά στοιχεία και κεμαλικά, αντί να το παίζει αμιγώς ισλαμικά, ενοχλούν τους υπόλοιπους μουσουλμάνους, όπως και οι κινήσεις που κάνει με τη Ρωσία. Επίσης, τα ακραία μουσουλμανικά στοιχεία, βλέπουν πως η Τουρκία διαφοροποιεί τη στάση της όταν παίζει εντός Νατοϊκού πλαισίου και όταν παίζει ένας προς έναν. Βλέπουν πολλές κινήσεις υποκριτικές και ότι ενεργεί με βάσει το στενός της συμφέρον αδιαφορώντας κάθε φορά για το κόστος που προκαλεί σε άλλους. Γι` αυτό ο μουσουλμανικός κόσμος δεν εμπιστεύεται την Τουρκία και αυτό είναι κάτι που εμείς μπορούμε και πρέπει να το εκμεταλλευτούμε.»