Σπύρος Καρανικόλας για τα περί συνεργασίας με ΣΥΡΙΖΑ: Να ψάξουν αλλού για «χρήσιμους ηλίθιους»
«Το στοίχημα για το Κίνημα Αλλαγής είναι να ανακόψει την πορεία κατάληψης του κεντρώου χώρου από τον Κυριάκο Μητσοτάκη», τονίζει ο Σπύρος Καρανικόλας στη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Στο Καρφί» και στον δημοσιογράφο Χρήστο Δρούζια, προτείνοντας ταυτόχρονα την ενίσχυση του μεταρρυθμιστικού κεντρώου λόγου του κόμματός του. Στην ερώτηση «αν υπάρχει φλερτ με τον ΣΥΡΙΖΑ», ο εκπρόσωπος Κοινοβουλευτικού Έργου του Κινήματος Αλλαγής κάνει λόγο για ανυπόστατα και ευφάνταστα σενάρια, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία συνεργασία με αυτούς που αδίστακτα και με περισσή πολιτική αλητεία έστησαν ένα βαθύ παρακράτος.
Τέλος, ερωτώμενος για ενδεχόμενες μετεκλογικές συνεργασίες, ο κ. Καρανικόλας τονίζει ότι, εάν είναι εθνικά αναγκαίο, το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να πάρει τον δρόμο της κυβερνώσας Σοσιαλδημοκρατίας, πάντα στη βάση προγραμματικής συμφωνίας για την πολιτική σταθερότητα.
Κύριε Καρανικόλα, πώς πιστεύετε ότι θα είναι η επόμενη μέρα αυτής της πρωτοφανούς κρίσης; Ποιες “πληγές” εκτιμάτε ότι θα αφήσει στην οικονομία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο;
Βρισκόμαστε παγκοσμίως σε μία νέα εποχή, στην οποία κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια ποιες θα είναι οι συνέπειες στην οικονομία, κυρίως γιατί δεν γνωρίζουμε τη διάρκεια της πανδημίας. Ζούμε σε ένα αβέβαιο περιβάλλον. Η Χώρα μας, πολύ ορθά, έθεσε ως πρώτιστη προτεραιότητα τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, την προστασία της ζωής και την ενίσχυση του Ε.Σ.Υ. Και πετύχαμε να γίνουμε παγκόσμιο πρότυπο στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Αυτή η επιτυχία έχει σίγουρα θετικό αντίκτυπο και στην οικονομία. Με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Ανασυγκρότησης έγινε ένα σημαντικό βήμα, που αν ολοκληρωθεί, ανοίγει ο δρόμος της εξόδου από την κρίση.
Ωστόσο, η ευθύνη τώρα έρχεται στις Εθνικές Κυβερνήσεις. Για την Ελλάδα είναι μία ιστορική ευκαιρία, προκειμένου να δημιουργήσουμε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, να στηρίξουμε τις θέσεις εργασίας, τις επιχειρήσεις, να προστατεύσουμε τους αδύναμους.
Σας προβληματίζει το γεγονός ότι ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων σας βλέπει θετικά τις βασικές επιλογές της κυβέρνησης;
Το Κίνημα Αλλαγής βρίσκεται στον πολιτικό χάρτη στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Από την άλλη, ο κ. Μητσοτάκης προσπαθεί ολοένα και εντονότερα να απευθυνθεί και να κερδίσει την κεντρώα εκλογική δεξαμενή. Για αυτό και υιοθετεί πολλές από τις πολιτικές που προτείναμε, για παράδειγμα, για τη διαχείριση των συνεπειών της πανδημίας.
Βέβαια οι κρίσεις προκαλούν πάντα συσπείρωση γύρω από μια Κυβέρνηση. Το στοίχημα όμως τώρα για το Κίνημα Αλλαγής είναι να ανακόψει την πορεία αυτή της κατάληψης του κεντρώου χώρου και να ενισχύσει τον μεταρρυθμιστικό κεντρώο λόγο του, ειδικά τώρα που όλοι μας βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη διαχείριση των σοβαρών οικονομικών συνεπειών της πανδημίας και κρίνονται οι προτάσεις και οι πολιτικές μας.
Ανησυχείτε για τη ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Πώς πρέπει να αντιδράσει η Ελλάδα στην τουρκική επιθετικότητα;
Βρισκόμαστε σε μία περίοδο επεκτατισμού και αναθεωρητισμού της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής με τον Ερντογάν διαρκώς να αποθρασύνεται. Στοχοποιεί τα εθνικά μας κυριαρχικά δικαιώματα, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο. Αυτό εξάλλου προσπάθησε να κάνει και στον Έβρο, αλλά απέτυχε παταγωδώς.
Τώρα αναζητά την πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου ή συνθήκες για μία επώδυνη διαπραγμάτευση, με κύριο όχημα την ενεργοποίηση του παράνομου και άκυρου Τουρκολυβικού μνημονίου. Το μήνυμα που στέλνουμε είναι ένα: Η Ελλάδα δεν δέχεται καμία υποχώρηση και καμία παραχώρηση στα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αυτό όμως προϋποθέτει αρραγές εσωτερικό μέτωπο και εθνική εγρήγορση.
Για αυτό επιμένουμε στην αναγκαιότητα σύγκλησης του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, για να χαραχθεί εθνική γραμμή και στρατηγική και να σταλεί ένα ισχυρό μήνυμα ενότητας και αποφασιστικότητας.
Τι απαντάτε στο φλερτ του ΣΥΡΙΖΑ και στα σενάρια περί συγκρότησης κοινού μετώπου με το Κίνημα Αλλαγής; Συμφωνείτε με τον Δημήτρη Ρέππα ότι ο διάλογος αργά ή γρήγορα είναι αναπόφευκτος;
Εγώ ξέρω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε έντονο φλερτ με τους ΑΝ.ΕΛ και τον Καμμένο και τελικά ενώθηκαν με τα δεσμά της εξουσίας. Επί της ουσίας όμως και με ξεκάθαρες κουβέντες:
Μπορεί κάποιοι πρόθυμοι να προπαγανδίζουν τον ευσεβή τους πόθο ότι πρέπει να υπάρξει κοινό μέτωπο ή συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτά είναι ανυπόστατα και ευφάνταστα σενάρια. Καμία κοινή συμπόρευση ή συνεργασία δεν μπορεί να υπάρξει με τον Τσίπρα και την παρέα του. Εμείς δεν είμαστε οι νέοι ΑΝ.ΕΛ που θα δώσουμε χείρα βοηθείας στον Τσίπρα για να επιστρέψει στην εξουσία.
Και αυτό, όχι εξαιτίας κάποιας εμμονής μας για τον Τσίπρα προσωπικά, ο οποίος τώρα θυμήθηκε να φορέσει το προσωπείο του προοδευτικού. Αλλά επειδή αμετανόητοι δεν έχουν δείξει κανένα σημάδι αλλαγής. Αναξιόπιστοι ήταν ως Κυβέρνηση, αναξιόπιστοι παραμένουν και ως Αντιπολίτευση. Είναι εγκλωβισμένοι στις νοοτροπίες του ΣΥΡΙΖΑ του 4%.
Εξάλλου, πώς να κάνουμε κοινό μέτωπο με αυτούς που μας έλεγαν προδότες και γερμανοτσολιάδες και μας απειλούσαν με κρεμάλες ενώ δεν έχουν ζητήσει μία ιστορική συγγνώμη, ή που με ακραία δημαγωγικό λαϊκισμό και ατελείωτα ψέματα δίχασαν τον Ελληνικό λαό; Με αυτούς που εφάρμοσαν ακραία νεοφιλελεύθερες πολιτικές, εξαθλιώνοντας τη μεσαία τάξη;
Με αυτούς που αδίστακτα και με περισσή πολιτική αλητεία έστησαν ένα βαθύ παρακράτος και εργαλειοποίησαν ακόμα και τη Δικαιοσύνη με ένα πρωτοφανές στα χέρια τους παραδικαστικό κύκλωμα, πλήττοντας το ίδιο το δημοκρατικό μας πολίτευμα, προκειμένου να εξοντώσουν όσους τους ενοχλούσαν;
Με αυτούς που πορεύτηκαν με το σύνθημα «ή εμείς ή αυτοί» και τώρα απειλούν ότι θα «λογαριαστούν ξανά»; Ας αναζητήσουν λοιπόν αλλού τους «χρήσιμους ηλίθιους». Αυτή η παράταξη έχει τεράστια ιστορική διαδρομή και προσφορά στον τόπο για να αφεθεί στον κυνικό τυχοδιωκτισμό του Τσίπρα.
Εάν στις επόμενες Εκλογές που θα γίνουν με απλή αναλογική δεν υπάρξει αυτοδυναμία, κυβέρνηση με το πρώτο κόμμα ή προσφυγή σε δεύτερες κάλπες;
Καταρχάς, κανείς δεν πρέπει να προδικάζει την κυρίαρχη βούληση του ελληνικού λαού. Οι πολίτες με την ψήφο τους θα δώσουν την εντολή για τον σχηματισμό αυτοδύναμης ή Κυβέρνησης συνεργασίας με τον καθορισμό της δυναμικής των κομμάτων.
Προσωπικά πάντως πιστεύω ότι, εάν είναι εθνικά αναγκαίο, το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να πάρει τον δρόμο της κυβερνώσας Σοσιαλδημοκρατίας, πάντα στη βάση προγραμματικής συμφωνίας για την πολιτική σταθερότητα. Ένα κόμμα έχει μέλλον όταν κυβερνά ή συγκυβερνά, άλλως δεν έχει ρόλο στην αέναη αντιπολίτευση.
Τέλος, ερωτώμενος για ενδεχόμενες μετεκλογικές συνεργασίες, ο κ. Καρανικόλας τονίζει ότι, εάν είναι εθνικά αναγκαίο, το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να πάρει τον δρόμο της κυβερνώσας Σοσιαλδημοκρατίας, πάντα στη βάση προγραμματικής συμφωνίας για την πολιτική σταθερότητα.
Κύριε Καρανικόλα, πώς πιστεύετε ότι θα είναι η επόμενη μέρα αυτής της πρωτοφανούς κρίσης; Ποιες “πληγές” εκτιμάτε ότι θα αφήσει στην οικονομία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο;
Βρισκόμαστε παγκοσμίως σε μία νέα εποχή, στην οποία κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια ποιες θα είναι οι συνέπειες στην οικονομία, κυρίως γιατί δεν γνωρίζουμε τη διάρκεια της πανδημίας. Ζούμε σε ένα αβέβαιο περιβάλλον. Η Χώρα μας, πολύ ορθά, έθεσε ως πρώτιστη προτεραιότητα τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού, την προστασία της ζωής και την ενίσχυση του Ε.Σ.Υ. Και πετύχαμε να γίνουμε παγκόσμιο πρότυπο στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Αυτή η επιτυχία έχει σίγουρα θετικό αντίκτυπο και στην οικονομία. Με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Ανασυγκρότησης έγινε ένα σημαντικό βήμα, που αν ολοκληρωθεί, ανοίγει ο δρόμος της εξόδου από την κρίση.
Ωστόσο, η ευθύνη τώρα έρχεται στις Εθνικές Κυβερνήσεις. Για την Ελλάδα είναι μία ιστορική ευκαιρία, προκειμένου να δημιουργήσουμε ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, να στηρίξουμε τις θέσεις εργασίας, τις επιχειρήσεις, να προστατεύσουμε τους αδύναμους.
Σας προβληματίζει το γεγονός ότι ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων σας βλέπει θετικά τις βασικές επιλογές της κυβέρνησης;
Το Κίνημα Αλλαγής βρίσκεται στον πολιτικό χάρτη στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Από την άλλη, ο κ. Μητσοτάκης προσπαθεί ολοένα και εντονότερα να απευθυνθεί και να κερδίσει την κεντρώα εκλογική δεξαμενή. Για αυτό και υιοθετεί πολλές από τις πολιτικές που προτείναμε, για παράδειγμα, για τη διαχείριση των συνεπειών της πανδημίας.
Βέβαια οι κρίσεις προκαλούν πάντα συσπείρωση γύρω από μια Κυβέρνηση. Το στοίχημα όμως τώρα για το Κίνημα Αλλαγής είναι να ανακόψει την πορεία αυτή της κατάληψης του κεντρώου χώρου και να ενισχύσει τον μεταρρυθμιστικό κεντρώο λόγο του, ειδικά τώρα που όλοι μας βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη διαχείριση των σοβαρών οικονομικών συνεπειών της πανδημίας και κρίνονται οι προτάσεις και οι πολιτικές μας.
Ανησυχείτε για τη ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Πώς πρέπει να αντιδράσει η Ελλάδα στην τουρκική επιθετικότητα;
Βρισκόμαστε σε μία περίοδο επεκτατισμού και αναθεωρητισμού της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής με τον Ερντογάν διαρκώς να αποθρασύνεται. Στοχοποιεί τα εθνικά μας κυριαρχικά δικαιώματα, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο. Αυτό εξάλλου προσπάθησε να κάνει και στον Έβρο, αλλά απέτυχε παταγωδώς.
Τώρα αναζητά την πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου ή συνθήκες για μία επώδυνη διαπραγμάτευση, με κύριο όχημα την ενεργοποίηση του παράνομου και άκυρου Τουρκολυβικού μνημονίου. Το μήνυμα που στέλνουμε είναι ένα: Η Ελλάδα δεν δέχεται καμία υποχώρηση και καμία παραχώρηση στα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αυτό όμως προϋποθέτει αρραγές εσωτερικό μέτωπο και εθνική εγρήγορση.
Για αυτό επιμένουμε στην αναγκαιότητα σύγκλησης του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, για να χαραχθεί εθνική γραμμή και στρατηγική και να σταλεί ένα ισχυρό μήνυμα ενότητας και αποφασιστικότητας.
Τι απαντάτε στο φλερτ του ΣΥΡΙΖΑ και στα σενάρια περί συγκρότησης κοινού μετώπου με το Κίνημα Αλλαγής; Συμφωνείτε με τον Δημήτρη Ρέππα ότι ο διάλογος αργά ή γρήγορα είναι αναπόφευκτος;
Εγώ ξέρω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε έντονο φλερτ με τους ΑΝ.ΕΛ και τον Καμμένο και τελικά ενώθηκαν με τα δεσμά της εξουσίας. Επί της ουσίας όμως και με ξεκάθαρες κουβέντες:
Μπορεί κάποιοι πρόθυμοι να προπαγανδίζουν τον ευσεβή τους πόθο ότι πρέπει να υπάρξει κοινό μέτωπο ή συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτά είναι ανυπόστατα και ευφάνταστα σενάρια. Καμία κοινή συμπόρευση ή συνεργασία δεν μπορεί να υπάρξει με τον Τσίπρα και την παρέα του. Εμείς δεν είμαστε οι νέοι ΑΝ.ΕΛ που θα δώσουμε χείρα βοηθείας στον Τσίπρα για να επιστρέψει στην εξουσία.
Και αυτό, όχι εξαιτίας κάποιας εμμονής μας για τον Τσίπρα προσωπικά, ο οποίος τώρα θυμήθηκε να φορέσει το προσωπείο του προοδευτικού. Αλλά επειδή αμετανόητοι δεν έχουν δείξει κανένα σημάδι αλλαγής. Αναξιόπιστοι ήταν ως Κυβέρνηση, αναξιόπιστοι παραμένουν και ως Αντιπολίτευση. Είναι εγκλωβισμένοι στις νοοτροπίες του ΣΥΡΙΖΑ του 4%.
Εξάλλου, πώς να κάνουμε κοινό μέτωπο με αυτούς που μας έλεγαν προδότες και γερμανοτσολιάδες και μας απειλούσαν με κρεμάλες ενώ δεν έχουν ζητήσει μία ιστορική συγγνώμη, ή που με ακραία δημαγωγικό λαϊκισμό και ατελείωτα ψέματα δίχασαν τον Ελληνικό λαό; Με αυτούς που εφάρμοσαν ακραία νεοφιλελεύθερες πολιτικές, εξαθλιώνοντας τη μεσαία τάξη;
Με αυτούς που αδίστακτα και με περισσή πολιτική αλητεία έστησαν ένα βαθύ παρακράτος και εργαλειοποίησαν ακόμα και τη Δικαιοσύνη με ένα πρωτοφανές στα χέρια τους παραδικαστικό κύκλωμα, πλήττοντας το ίδιο το δημοκρατικό μας πολίτευμα, προκειμένου να εξοντώσουν όσους τους ενοχλούσαν;
Με αυτούς που πορεύτηκαν με το σύνθημα «ή εμείς ή αυτοί» και τώρα απειλούν ότι θα «λογαριαστούν ξανά»; Ας αναζητήσουν λοιπόν αλλού τους «χρήσιμους ηλίθιους». Αυτή η παράταξη έχει τεράστια ιστορική διαδρομή και προσφορά στον τόπο για να αφεθεί στον κυνικό τυχοδιωκτισμό του Τσίπρα.
Εάν στις επόμενες Εκλογές που θα γίνουν με απλή αναλογική δεν υπάρξει αυτοδυναμία, κυβέρνηση με το πρώτο κόμμα ή προσφυγή σε δεύτερες κάλπες;
Καταρχάς, κανείς δεν πρέπει να προδικάζει την κυρίαρχη βούληση του ελληνικού λαού. Οι πολίτες με την ψήφο τους θα δώσουν την εντολή για τον σχηματισμό αυτοδύναμης ή Κυβέρνησης συνεργασίας με τον καθορισμό της δυναμικής των κομμάτων.
Προσωπικά πάντως πιστεύω ότι, εάν είναι εθνικά αναγκαίο, το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να πάρει τον δρόμο της κυβερνώσας Σοσιαλδημοκρατίας, πάντα στη βάση προγραμματικής συμφωνίας για την πολιτική σταθερότητα. Ένα κόμμα έχει μέλλον όταν κυβερνά ή συγκυβερνά, άλλως δεν έχει ρόλο στην αέναη αντιπολίτευση.