Ανάλυση: Οι επιπτώσεις της καραντίνας στην πολιτική – Η ενίσχυση της ΝΔ, η στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ και ο προβληματισμός στο ΚΙΝΑΛ
Η περαιτέρω ενίσχυση της Νέας ∆ηµοκρατίας εν µέσω της κρίσης του κορονοϊού, η στασιµότητα του ΣΥΡΙΖΑ και το ρευστό σκηνικό στα υπόλοιπα κόµµατα της αντιπολίτευσης είναι τα βασικά συµπεράσµατα που προκύπτουν από τη συγκριτική ανάλυση των ποιοτικών στοιχείων των δηµοσκοπήσεων που πραγµατοποιήθηκαν από την GPO για λογαριασµό των Παραπολιτικών τους µήνες Απρίλιο και Μάιο.
Την ώρα που η Νέα ∆ηµοκρατία αυξάνει τη συσπείρωσή της, η οποία βρίσκεται ήδη σε υψηλό επίπεδο, και ο ΣΥΡΙΖΑ εµφανίζει µια αυξητική τάση µεν, αλλά πολύ χαµηλή για αξιωµατική αντιπολίτευση δε, το µεγαλύτερο πρόβληµα φαίνεται να αντιµετωπίζουν το Κίνηµα Αλλαγής και το ΜέΡΑ25, µε τα άλλα κόµµατα να είναι σταθερά ανοδικά. Η Νέα ∆ηµοκρατία εµφανίζεται ακόµα πιο ενισχυµένη µετά το lockdown και τη διαχείριση του πρώτου κύµατος του κορονοϊού, κατά γενική οµολογία ειδικών και κοινής γνώµης.
Το κόµµα του Κυριάκου Μητσοτάκη κερδίζει τόσο σε συσπείρωση όσο και στην ανάσχεση των διαρροών ψηφοφόρων προς άλλα κόµµατα. Συγκεκριµένα, το ποσοστό της συσπείρωσης για τον Απρίλιο άγγιξε το 87% και αυξήθηκε περισσότερο τον Μάιο, έναν χρόνο µετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές, ξεπερνώντας οριακά το 88%. Παράλληλα, το κυβερνών κόµµα εµφανίζεται να επιδρά αρνητικά και στη διαρροή ψηφοφόρων, ελαχιστοποιώντας αυτήν την τάση. Συγκεκριµένα, το 1,8% του Απριλίου προς την Ελληνική Λύση µειώθηκε σε 0,6% τον Μάιο. Αντίστοιχα, το 7% προς τους αναποφάσιστους µειώθηκε σε 6,3%.
Η ενίσχυση της Νέας ∆ηµοκρατίας ακόµα και στα υψηλά ποσοστά που σηµειώνει καταδεικνύει ότι η στήριξη της κοινωνίας για τους χειρισµούς της πανδηµίας δεν είχε συγκυριακά χαρακτηριστικά, αλλά έχει συνέχεια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρόλο που βρίσκεται στην αξιωµατική αντιπολίτευση και έχει ανακοινώσει δύο σχέδια για τις συνέπειες του κορονοϊού, δεν µπορεί να τα κεφαλαιοποιήσει σε εκλογική επιρροή, µένοντας όµηρος της εσωστρέφειας. Ετσι, παρόλο που η συσπείρωση αυξάνεται από Απρίλιο σε Μάιο (από 60% σε 63,1%), δεν µπορεί να ανασχέσει τη διαρροή ψηφοφόρων προς τη Νέα ∆ηµοκρατία, η οποία από 9,8% τον Απρίλιο εκτοξεύεται στο 15,6% τον Μάιο. Το γενικότερο πρόβληµα που αντιµετωπίζει η αξιωµατική αντιπολίτευση αποτυπώνεται και στις διαρροές προς τους αναποφάσιστους, καθώς από το 12,9% τον Απρίλιο φτάνει το 13,9% τον Μάιο, ενώ συνεχίζουν να παρατηρούνται απώλειες ψηφοφόρων προς άλλα κόµµατα, µε πιο εντυπωσιακή να είναι εκείνη προς το ΜέΡΑ25. Την ίδια περίοδο που το κόµµα του Γιάνη Βαρουφάκη εµφανίζεται να χάνει σε εκλογική επιρροή, καταφέρνει να προσελκύει ένα 3,1% δυσαρεστηµένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα ποιοτικά στοιχεία που προκύπτουν για τις µετακινήσεις των ψηφοφόρων που αφορούν το Κίνηµα Αλλαγής, επιβεβαιώνοντας όσους εκφράζουν προβληµατισµό για τις κινήσεις της προέδρου του κόµµατος, Φώφης Γεννηµατά, αλλά και για τη στρατηγική που εφαρµόζεται στην καθηµερινή πολιτική από την επικοινωνιακή οµάδα της Χαριλάου Τρικούπη.
Σύµφωνα λοιπόν µε την έρευνα της GPO για τον µήνα Απρίλιο, η συσπείρωση των ψηφοφόρων του κόµµατος ανερχόταν στο 70,1%, σαφώς µεγαλύτερη από το 60% του ΣΥΡΙΖΑ την ίδια περίοδο. Οι διαρροές ψηφοφόρων µάλιστα από το Κίνηµα Αλλαγής προς τον ΣΥΡΙ ΖΑ ήταν µόλις 2,5%, ελάχιστη σε σχέση µε το 16,9% προς τη Νέα ∆ηµοκρατία και το 8,3% προς τους αναποφάσιστους.
Τα αποτελέσµατα της αντίστοιχης έρευνας που διενεργήθηκε για λογαριασµό των «Π» τον Μάιο αποτυπώνουν το πρόβληµα πολιτικής στρατηγικής που αποδίδουν ουκ ολίγοι στο Κίνηµα Αλλαγής. Η συσπείρωση µειώνεται στο 68,2% και, παρόλο που οι διαρροές ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ είναι µηδενικές και προς τη Νέα ∆ηµοκρατία µειωµένες (11,8%), η διαρροή προς τους αναποφάσιστους εκτοξεύεται στο 20%.
Σύµφωνα µε έµπειρους αναλυτές, το τελευταίο αυτό στοιχείο καταδεικνύει ότι υπάρχουν ψηφοφόροι του Κινήµατος Αλλαγής που δεν πείθονται από τη Φώφη Γεννηµατά, αλλά δεν στρέφονται κάπου αλλού, περιµένοντας µια αλλαγή.
Παράλληλα, η διαρροή προς τη Νέα ∆ηµοκρατία εµφανίζεται σταθερή, αν και µε µειούµενη τάση, δείγµα της αποτελεσµατικότητας των πολιτικών που εφάρµοσε και συνεχίζει να εφαρµόζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το µεγαλύτερο πρόβληµα συσπείρωσης εµφανίζεται να αντιµετωπίζει το ΜέΡΑ25 του Γιάννη Βαρουφάκη, µε τη συσπείρωση να καταποντίζεται από το 68% του Απριλίου στο 35,7% του Μαΐου ως αποτέλεσµα της γενικότερης απουσίας του κόµµατος από τη συζήτηση που διεξάγεται για την επόµενη ηµέρα της πανδηµίας του κορονοϊού, επί των ανακοινώσεων της κυβέρνησης.
Ετσι, ενώ τον Απρίλιο το κόµµα του Γιάνη Βαρουφάκη εµφάνιζε διαρροές προς τη Νέα ∆ηµοκρατία (9,2%) και προς το ΚΚΕ (2,8%), έναν µήνα µετά παρουσιάζει εντυπωσιακή διασπορά ψηφοφόρων προς άλλα κόµµατα. Συγκεκριµένα, 10,3% προς τη Νέα ∆ηµοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, 7,1% προς το ΚΚΕ και το εντυπωσιακό 33,3% προς τους αναποφάσιστους. Πρόκειται για διασπορά που καταδεικνύει ότι οι χειρισµοί του Γιάνη Βαρουφάκη και των συνεργατών του προκαλούν έντονο προβληµατισµό στους ψηφοφόρους του κόµµατος, προβληµατισµό που φτάνει ακόµα και στην αποστροφή.
Σταθερά ανοδική είναι, από την άλλη, η εικόνα που παρουσιάζουν το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση, µε το κόµµα του Περισσού να είναι σταθερό, αυξάνοντας τη συσπείρωσή του (78,7% τον Απρίλιο έναντι 90,6% τον Μάιο) και τον Κυριάκο Βελόπουλο να αυξάνει επίσης τη συσπείρωση των ψηφοφόρων του από 76,1% σε 81,9% τον Απρίλιο και τον Μάιο αντίστοιχα.
Την ώρα που η Νέα ∆ηµοκρατία αυξάνει τη συσπείρωσή της, η οποία βρίσκεται ήδη σε υψηλό επίπεδο, και ο ΣΥΡΙΖΑ εµφανίζει µια αυξητική τάση µεν, αλλά πολύ χαµηλή για αξιωµατική αντιπολίτευση δε, το µεγαλύτερο πρόβληµα φαίνεται να αντιµετωπίζουν το Κίνηµα Αλλαγής και το ΜέΡΑ25, µε τα άλλα κόµµατα να είναι σταθερά ανοδικά. Η Νέα ∆ηµοκρατία εµφανίζεται ακόµα πιο ενισχυµένη µετά το lockdown και τη διαχείριση του πρώτου κύµατος του κορονοϊού, κατά γενική οµολογία ειδικών και κοινής γνώµης.
Το κόµµα του Κυριάκου Μητσοτάκη κερδίζει τόσο σε συσπείρωση όσο και στην ανάσχεση των διαρροών ψηφοφόρων προς άλλα κόµµατα. Συγκεκριµένα, το ποσοστό της συσπείρωσης για τον Απρίλιο άγγιξε το 87% και αυξήθηκε περισσότερο τον Μάιο, έναν χρόνο µετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές, ξεπερνώντας οριακά το 88%. Παράλληλα, το κυβερνών κόµµα εµφανίζεται να επιδρά αρνητικά και στη διαρροή ψηφοφόρων, ελαχιστοποιώντας αυτήν την τάση. Συγκεκριµένα, το 1,8% του Απριλίου προς την Ελληνική Λύση µειώθηκε σε 0,6% τον Μάιο. Αντίστοιχα, το 7% προς τους αναποφάσιστους µειώθηκε σε 6,3%.
Η ενίσχυση της Νέας ∆ηµοκρατίας ακόµα και στα υψηλά ποσοστά που σηµειώνει καταδεικνύει ότι η στήριξη της κοινωνίας για τους χειρισµούς της πανδηµίας δεν είχε συγκυριακά χαρακτηριστικά, αλλά έχει συνέχεια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρόλο που βρίσκεται στην αξιωµατική αντιπολίτευση και έχει ανακοινώσει δύο σχέδια για τις συνέπειες του κορονοϊού, δεν µπορεί να τα κεφαλαιοποιήσει σε εκλογική επιρροή, µένοντας όµηρος της εσωστρέφειας. Ετσι, παρόλο που η συσπείρωση αυξάνεται από Απρίλιο σε Μάιο (από 60% σε 63,1%), δεν µπορεί να ανασχέσει τη διαρροή ψηφοφόρων προς τη Νέα ∆ηµοκρατία, η οποία από 9,8% τον Απρίλιο εκτοξεύεται στο 15,6% τον Μάιο. Το γενικότερο πρόβληµα που αντιµετωπίζει η αξιωµατική αντιπολίτευση αποτυπώνεται και στις διαρροές προς τους αναποφάσιστους, καθώς από το 12,9% τον Απρίλιο φτάνει το 13,9% τον Μάιο, ενώ συνεχίζουν να παρατηρούνται απώλειες ψηφοφόρων προς άλλα κόµµατα, µε πιο εντυπωσιακή να είναι εκείνη προς το ΜέΡΑ25. Την ίδια περίοδο που το κόµµα του Γιάνη Βαρουφάκη εµφανίζεται να χάνει σε εκλογική επιρροή, καταφέρνει να προσελκύει ένα 3,1% δυσαρεστηµένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι τα ποιοτικά στοιχεία που προκύπτουν για τις µετακινήσεις των ψηφοφόρων που αφορούν το Κίνηµα Αλλαγής, επιβεβαιώνοντας όσους εκφράζουν προβληµατισµό για τις κινήσεις της προέδρου του κόµµατος, Φώφης Γεννηµατά, αλλά και για τη στρατηγική που εφαρµόζεται στην καθηµερινή πολιτική από την επικοινωνιακή οµάδα της Χαριλάου Τρικούπη.
Σύµφωνα λοιπόν µε την έρευνα της GPO για τον µήνα Απρίλιο, η συσπείρωση των ψηφοφόρων του κόµµατος ανερχόταν στο 70,1%, σαφώς µεγαλύτερη από το 60% του ΣΥΡΙΖΑ την ίδια περίοδο. Οι διαρροές ψηφοφόρων µάλιστα από το Κίνηµα Αλλαγής προς τον ΣΥΡΙ ΖΑ ήταν µόλις 2,5%, ελάχιστη σε σχέση µε το 16,9% προς τη Νέα ∆ηµοκρατία και το 8,3% προς τους αναποφάσιστους.
Τα αποτελέσµατα της αντίστοιχης έρευνας που διενεργήθηκε για λογαριασµό των «Π» τον Μάιο αποτυπώνουν το πρόβληµα πολιτικής στρατηγικής που αποδίδουν ουκ ολίγοι στο Κίνηµα Αλλαγής. Η συσπείρωση µειώνεται στο 68,2% και, παρόλο που οι διαρροές ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ είναι µηδενικές και προς τη Νέα ∆ηµοκρατία µειωµένες (11,8%), η διαρροή προς τους αναποφάσιστους εκτοξεύεται στο 20%.
Σύµφωνα µε έµπειρους αναλυτές, το τελευταίο αυτό στοιχείο καταδεικνύει ότι υπάρχουν ψηφοφόροι του Κινήµατος Αλλαγής που δεν πείθονται από τη Φώφη Γεννηµατά, αλλά δεν στρέφονται κάπου αλλού, περιµένοντας µια αλλαγή.
Παράλληλα, η διαρροή προς τη Νέα ∆ηµοκρατία εµφανίζεται σταθερή, αν και µε µειούµενη τάση, δείγµα της αποτελεσµατικότητας των πολιτικών που εφάρµοσε και συνεχίζει να εφαρµόζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το µεγαλύτερο πρόβληµα συσπείρωσης εµφανίζεται να αντιµετωπίζει το ΜέΡΑ25 του Γιάννη Βαρουφάκη, µε τη συσπείρωση να καταποντίζεται από το 68% του Απριλίου στο 35,7% του Μαΐου ως αποτέλεσµα της γενικότερης απουσίας του κόµµατος από τη συζήτηση που διεξάγεται για την επόµενη ηµέρα της πανδηµίας του κορονοϊού, επί των ανακοινώσεων της κυβέρνησης.
Ετσι, ενώ τον Απρίλιο το κόµµα του Γιάνη Βαρουφάκη εµφάνιζε διαρροές προς τη Νέα ∆ηµοκρατία (9,2%) και προς το ΚΚΕ (2,8%), έναν µήνα µετά παρουσιάζει εντυπωσιακή διασπορά ψηφοφόρων προς άλλα κόµµατα. Συγκεκριµένα, 10,3% προς τη Νέα ∆ηµοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, 7,1% προς το ΚΚΕ και το εντυπωσιακό 33,3% προς τους αναποφάσιστους. Πρόκειται για διασπορά που καταδεικνύει ότι οι χειρισµοί του Γιάνη Βαρουφάκη και των συνεργατών του προκαλούν έντονο προβληµατισµό στους ψηφοφόρους του κόµµατος, προβληµατισµό που φτάνει ακόµα και στην αποστροφή.
Σταθερά ανοδική είναι, από την άλλη, η εικόνα που παρουσιάζουν το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση, µε το κόµµα του Περισσού να είναι σταθερό, αυξάνοντας τη συσπείρωσή του (78,7% τον Απρίλιο έναντι 90,6% τον Μάιο) και τον Κυριάκο Βελόπουλο να αυξάνει επίσης τη συσπείρωση των ψηφοφόρων του από 76,1% σε 81,9% τον Απρίλιο και τον Μάιο αντίστοιχα.