Βαρβιτσιώτης για τουρκική προκλητικότητα: Το ελληνικό ΥΠΕΞ θα βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης επιτήρησης του Αιγαίου
«Τα γεγονότα είναι ότι έχουμε μια διάθεση από πλευράς της Τουρκίας για αποκλιμάκωση, έχουμε παράλληλα την πρόταση για διάλογο ο οποίος πρέπει να αποσαφηνιστεί βεβαίως τι θα περιέχει και πως θα διενεργηθεί» δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή “Secret” με τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Τζένο, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και αρμόδιος για τα ευρωπαϊκά θέματα, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.
Αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Βαρβιτσιώτης σημείωσε ότι «είναι σαφές από την ελληνική πλευρά, διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις, ότι θεωρούμε ότι ένα είναι το θέμα το οποίο έχουμε να λύσουμε με την Τουρκία και αυτό είναι το θέμα της υφαλοκρηπίδας και κατ’ επέκταση και της ΑΟΖ».
«Αυτό λέμε, για αυτό είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε συζητήσεις, άλλωστε έχουν γίνει πολλοί κύκλοι συζητήσεων στο παρελθόν οι οποίοι έχουν αποβεί άκαρποι και για αυτό είμαστε και διατεθειμένοι σε περίπτωση που υπάρχει συμφωνία ότι αυτή είναι ιη διαφορά και για την προσφυγή από κοινού, αφού προηγουμένως οδηγηθούμε στη υπογραφή ενός συνυποσχετικού το οποίο θα δεσμεύει τις δύο πλευρές και θα ορίζει ακριβώς ποια είναι η διαφορά, και την παραπομπή αυτής της διαφοράς σε ένα από τα δύο διεθνή δικαστήρια που ασχολούνται με τα θέματα του δικαίου της θάλασσας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι θα επαναληφθεί η προκλητικότητα από πλευρά της Τουρκίας, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών δήλωσε: «Τώρα έχουμε σαφώς μια αποκλιμάκωση, εγώ δεν είμαι σε θέση να σας πω τι ακριβώς θα κάνει η Τουρκία και πως θα κινηθεί. Τις εκτιμήσεις θα τις αφήσουμε να τις κάνουν ως επί το πλείστον οι αναλυτές. Εμείς τοποθετούμαστε απέναντι στα γεγονότα, και τα γεγονότα είναι ότι έχουμε μια διάθεση από πλευράς της Τουρκίας για αποκλιμάκωση, έχουμε παράλληλα την πρόταση για διάλογο ο οποίος πρέπει να αποσαφηνιστεί βεβαίως τι θα περιέχει και πως θα διενεργηθεί. Σε κάθε περίπτωση το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών θα προωθήσει τις οποιεσδήποτε διπλωματικές ενέργειες χρειάζονται σε αυτή την κατεύθυνση. Παράλληλα το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας θα βρίσκεται σε μια κατάσταση αυξημένης επιτήρησης του θαλασσίου χώρου του Αιγαίου για να ασκήσει τις οποιεσδήποτε πιέσεις για την αποτροπή οποιασδήποτε κλιμάκωσης».
Αναφορικά με τα 72 δις από την ΕΕ, επισήμανε ότι «αυτό το οποίο προσπαθήσαμε να πετύχουμε σε όλο αυτό το διαπραγματευτικό πλαίσιο είναι το Ταμείο Ανάκαμψης να είναι πιο ευέλικτο από ότι είναι το ΕΣΠΑ».
«Ένα κομμάτι αυτών των χρημάτων, περίπου το 12-13% περίπου 2,5 δις από αυτά που θεωρούνται ως επιδοτήσεις, θα έρθουνε με την μορφή πολύ χαλαρής επιτήρησης και θα είναι προς αξιοποίηση όπως τα χρήματα πχ που δώσαμε για την τόνωση της απασχόλησης. Τα υπόλοιπα θα πρέπει να είναι προγράμματα τα οποία θα παρουσιαστούν ως τον Οκτώβριο στην ευρωπαϊκή επιτροπή, θα περάσουν τη διαδικασία της έγκρισης και αφού εγκριθούνε μέχρι το ’23 έχεις το δικαίωμα να υποβάλεις προγράμματα και να τα εγκρίνεις και να τα εντάξει μέχρι το τέλος του ’23, αυτά τα χρήματα να απορροφηθούν ως το τέλος του ’26», διευκρίνισε ο ίδιος.
«Άρα υπάρχει και επάρκεια χρόνου και για την υποβολή των προγραμμάτων ώστε να είναι καλομελετημένα, καλοδουλεμένα και να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της οικονομίας και χρόνος ικανός για να μπορέσουμε να τ’ απορροφήσουμε. Το μεγάλο στοίχημα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης είναι αυτά τα προγράμματα να είναι προγράμματα που δεν θα φάνε πολύ χρόνο για την έγκρισή τους, να είναι δηλαδή ώριμα και βέβαια να υπάρχει από πίσω ένας μηχανισμός ικανός να τα απορροφήσει. Το μεγάλο στοίχημα είναι να απορροφήσουμε από αυτό το τεράστιο πακέτο που έρχεται την επόμενη επταετία των 72 δις το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό», εξήγησε επιπρόσθετα.
«Αυτό μπορεί αν αξιοποιηθεί σωστά, και αυτή είναι και η αγωνία του Κ.Μητσοτάκη, πως αυτά τα χρήματα πραγματικά θα πιάσουν τόπο και θα αναμορφώσουνε το παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας. Είναι ένα τεράστιο εθνικό στοίχημα, είναι το στοίχημα της γενιάς μας να πούμε πράγματι η Ελλάδα μπορεί και αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η οικονομία της, φεύγει από το μοντέλο της υπηρεσιών, μπορεί να μπει σε παραγωγικές επενδύσεις αλλάζει το ενεργειακό της μείγμα, δημιουργεί προϋποθέσεις για μια σύγχρονη ανάπτυξη. Είναι μια πολύ μεγάλη ευκαιρία, μια πάρα πολύ μεγάλη πρόκληση η οποία δεν μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με μεγαλόσχημες εξαγγελίες αλλά χρειάζεται μια σοβαρή τεχνοκρατική επάρκεια που να στηρίξει όλη αυτή την προσπάθεια», υπογράμμισε ο κ. Βαρβιτσιώτης.
Αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Βαρβιτσιώτης σημείωσε ότι «είναι σαφές από την ελληνική πλευρά, διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις, ότι θεωρούμε ότι ένα είναι το θέμα το οποίο έχουμε να λύσουμε με την Τουρκία και αυτό είναι το θέμα της υφαλοκρηπίδας και κατ’ επέκταση και της ΑΟΖ».
«Αυτό λέμε, για αυτό είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε συζητήσεις, άλλωστε έχουν γίνει πολλοί κύκλοι συζητήσεων στο παρελθόν οι οποίοι έχουν αποβεί άκαρποι και για αυτό είμαστε και διατεθειμένοι σε περίπτωση που υπάρχει συμφωνία ότι αυτή είναι ιη διαφορά και για την προσφυγή από κοινού, αφού προηγουμένως οδηγηθούμε στη υπογραφή ενός συνυποσχετικού το οποίο θα δεσμεύει τις δύο πλευρές και θα ορίζει ακριβώς ποια είναι η διαφορά, και την παραπομπή αυτής της διαφοράς σε ένα από τα δύο διεθνή δικαστήρια που ασχολούνται με τα θέματα του δικαίου της θάλασσας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι θα επαναληφθεί η προκλητικότητα από πλευρά της Τουρκίας, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών δήλωσε: «Τώρα έχουμε σαφώς μια αποκλιμάκωση, εγώ δεν είμαι σε θέση να σας πω τι ακριβώς θα κάνει η Τουρκία και πως θα κινηθεί. Τις εκτιμήσεις θα τις αφήσουμε να τις κάνουν ως επί το πλείστον οι αναλυτές. Εμείς τοποθετούμαστε απέναντι στα γεγονότα, και τα γεγονότα είναι ότι έχουμε μια διάθεση από πλευράς της Τουρκίας για αποκλιμάκωση, έχουμε παράλληλα την πρόταση για διάλογο ο οποίος πρέπει να αποσαφηνιστεί βεβαίως τι θα περιέχει και πως θα διενεργηθεί. Σε κάθε περίπτωση το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών θα προωθήσει τις οποιεσδήποτε διπλωματικές ενέργειες χρειάζονται σε αυτή την κατεύθυνση. Παράλληλα το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας θα βρίσκεται σε μια κατάσταση αυξημένης επιτήρησης του θαλασσίου χώρου του Αιγαίου για να ασκήσει τις οποιεσδήποτε πιέσεις για την αποτροπή οποιασδήποτε κλιμάκωσης».
Αναφορικά με τα 72 δις από την ΕΕ, επισήμανε ότι «αυτό το οποίο προσπαθήσαμε να πετύχουμε σε όλο αυτό το διαπραγματευτικό πλαίσιο είναι το Ταμείο Ανάκαμψης να είναι πιο ευέλικτο από ότι είναι το ΕΣΠΑ».
«Ένα κομμάτι αυτών των χρημάτων, περίπου το 12-13% περίπου 2,5 δις από αυτά που θεωρούνται ως επιδοτήσεις, θα έρθουνε με την μορφή πολύ χαλαρής επιτήρησης και θα είναι προς αξιοποίηση όπως τα χρήματα πχ που δώσαμε για την τόνωση της απασχόλησης. Τα υπόλοιπα θα πρέπει να είναι προγράμματα τα οποία θα παρουσιαστούν ως τον Οκτώβριο στην ευρωπαϊκή επιτροπή, θα περάσουν τη διαδικασία της έγκρισης και αφού εγκριθούνε μέχρι το ’23 έχεις το δικαίωμα να υποβάλεις προγράμματα και να τα εγκρίνεις και να τα εντάξει μέχρι το τέλος του ’23, αυτά τα χρήματα να απορροφηθούν ως το τέλος του ’26», διευκρίνισε ο ίδιος.
«Άρα υπάρχει και επάρκεια χρόνου και για την υποβολή των προγραμμάτων ώστε να είναι καλομελετημένα, καλοδουλεμένα και να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της οικονομίας και χρόνος ικανός για να μπορέσουμε να τ’ απορροφήσουμε. Το μεγάλο στοίχημα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης είναι αυτά τα προγράμματα να είναι προγράμματα που δεν θα φάνε πολύ χρόνο για την έγκρισή τους, να είναι δηλαδή ώριμα και βέβαια να υπάρχει από πίσω ένας μηχανισμός ικανός να τα απορροφήσει. Το μεγάλο στοίχημα είναι να απορροφήσουμε από αυτό το τεράστιο πακέτο που έρχεται την επόμενη επταετία των 72 δις το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό», εξήγησε επιπρόσθετα.
«Αυτό μπορεί αν αξιοποιηθεί σωστά, και αυτή είναι και η αγωνία του Κ.Μητσοτάκη, πως αυτά τα χρήματα πραγματικά θα πιάσουν τόπο και θα αναμορφώσουνε το παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας. Είναι ένα τεράστιο εθνικό στοίχημα, είναι το στοίχημα της γενιάς μας να πούμε πράγματι η Ελλάδα μπορεί και αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η οικονομία της, φεύγει από το μοντέλο της υπηρεσιών, μπορεί να μπει σε παραγωγικές επενδύσεις αλλάζει το ενεργειακό της μείγμα, δημιουργεί προϋποθέσεις για μια σύγχρονη ανάπτυξη. Είναι μια πολύ μεγάλη ευκαιρία, μια πάρα πολύ μεγάλη πρόκληση η οποία δεν μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με μεγαλόσχημες εξαγγελίες αλλά χρειάζεται μια σοβαρή τεχνοκρατική επάρκεια που να στηρίξει όλη αυτή την προσπάθεια», υπογράμμισε ο κ. Βαρβιτσιώτης.