Ισχυροί παίκτες στο πλευρό της Ελλάδας – Η κυβέρνηση και οι συμμαχίες της δημιουργούν ανάχωμα στην επιθετική Τουρκία
O ρεαλιστής Έλληνας πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, πολύ κοντά στο δόγμα του Ελ. Βενιζέλου, που ανεπτύχθη έναν αιώνα πριν, με αποτέλεσμα τη «Μεγάλη Ελλάδα», εκτιμά ότι «το εθνικό συμφέρον θα υπηρετηθεί από τις διεθνείς συμμαχίες της χώρας και τις τακτικές που θα ακολουθηθούν από διαφορετικές αφετηρίες εθνικών επιδιώξεων, μεγάλων και μεσαίων δυνάμεων, στον διεθνή συσχετισμό, όπου θα πρέπει να συμμετέχει ενεργά η Ελλάδα».
Σε μια αρχική φάση, όταν από το τέλος του προηγούμενου χειμώνα η Τουρκία άρχισε να κλιμακώνει την προκλητική επιθετικότητα προς την Ελλάδα και την Κύπρο, στη χώρα μας κυριαρχούσε μια αίσθηση μοναξιάς στην αντιμετώπιση του εχθρικού γείτονα. Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο μιας μεγάλης συμμαχίας χωρών, στρατών και πολεμικών στόλων πέριξ της Μεσογείου. Έχοντας ήδη αποκτήσει τις επίσημα οριοθετημένες ΑΟΖ της με την Ιταλία και μερικώς με την Αίγυπτο και αποφασισμένη να προχωρήσει βαθμηδόν στην αξιοποίηση του διεθνούς δικαιώματός της για επέκταση των εθνικών συνόρων στα 12 ν.μ., έχει μια σειρά δυνάμεων και ηγετών που διακηρύσσουν την άρνηση, ακόμη και την επιθετική τους στάση, στο imperium που διεκδικεί η Τουρκία.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμ. Μακρόν, είναι από τους κύριους Ευρωπαίους ηγέτες που με απολύτως ξεκάθαρο τρόπο αντιδρούν τόσο σε επίπεδο Ένωσης όσο και ΝΑΤΟ στην τουρκική αυθαιρεσία. Ο ίδιος, προερχόμενος από τον κύκλο των γαλλικών ελίτ, υιοθετεί μια στάση πολύ διαφορετική από τους προκατόχους του, Ν. Σαρκοζί και Φρ. Ολάντ, διατηρώντας αποστάσεις από την ηγεμονική δύναμη στον οικονομικό και εμπορικό τομέα Γερμανία, επιδιώκοντας την ενίσχυση της γεωπολιτικής παρέμβασης της Γαλλίας στον φυσικό της χώρο, που είναι η Μεσόγειος και η Αφρική, αρνούμενη τις «ντιρεκτίβες» της πάντα φιλοτουρκικής γερμανικής καγκελαρίας.
Η Γαλλία, μετά και από ένα ναυτικό επεισόδιο με τουρκικό πολεμικό ανοιχτά της Λιβύης, σε επίπεδο ΝΑΤΟ ζήτησε κυρώσεις κατά της Τουρκίας, προχώρησε σε ενεργή παρουσία στην Κύπρο και στρατιωτικές ασκήσεις. Στην παρούσα φάση πλέον δομεί «αμυντική συμφωνία» με την Ελλάδα, πέραν των εξοπλισμών, συγκρούεται σε όλο και πιο έντονο επίπεδο δηλώσεων διπλωματικά με την Τουρκία, συμπράττει στις πρωτοβουλίες, τις στρατιωτικές ασκήσεις και τις επιλογές με τη «μεσογειακή συμμαχία» Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο, πρωταγωνιστεί σε επαφές και σχεδιασμό με τις πρώην αποικίες στο μέτωπο της Αφρικής, πλην της Αλγερίας, που έχει συ-σχετισθεί με την Τουρκία και τη Ρωσία, και παρεμβαίνει στα ζητήματα της Λιβύης.
Οι επικοινωνίες του Γάλλου προέδρου με τον Έλληνα πρωθυπουργό είναι συνεχείς -άλλοτε ανακοινώνονται, άλλοτε όχι-, ενώ σημαντικό ρόλο στα τεκταινόμενα έχει η δυναμική υπουργός Άμυνας της κυβέρνησής του, Φλοράνς Παρλί, που διατηρεί συνεχή και πολύ θερμή επικοινωνία με τον Έλληνα ομόλογό της, Ν. Παναγιωτόπουλο.
ΚΟΙΝΗ ΑΣΚΗΣΗ
Η στάση των ΗΠΑ, ειδικά στο πεδίο των ανακοινώσεων και των χειρισμών του υπουργείου Εξωτερικών, είναι πολύ σημαντική. Ο ρόλος του Μ. Πομπέο στο πεδίο αυτό είναι καταλυτικός. Η Ουάσινγκτον με μεγαλύτερη σαφήνεια καταδικάζει τις τουρκικές δηλώσεις και χειρισμούς. Είναι επίσημα διατυπωμένο πλέον ότι πέραν των συσχετισμών ΗΠΑ-Τουρκίας η σχέση με την Ελλάδα μετά και την υπογραφή της «στρατηγικής σχέσης» θα υποστηριχθεί και θα εμπεδωθεί από τις ΗΠΑ. Σε πρακτικό επίπεδο, θα πρέπει να καταγραφεί το γεγονός ότι σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή έντασης Ελλάδας-Τουρκίας στις 24 Αυγούστου, οι ΗΠΑ προχώρησαν σε κοινή άσκηση με ελληνικές δυνάμεις, ενώ την ίδια ημέρα υπεγράφη η συμφωνία για τον ενεργειακό κόμβο στην Αλεξανδρούπολη. Επίσης με επιλογή και απόφαση Πομπέο προκρίθηκε η άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικανικών μη φονικών όπλων προς την Κυπριακή ∆ημοκρατία. Κρίσιμος χαρακτηρίζεται και ο ρόλος του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματικής αντιπροσωπίας στην Αθήνα, Τζ. Πάιατ, για τον τρόπο και τη διεισδυτικότητα της ενημέρωσης που παρέχει στην κεντρική του υπηρεσία για τα τεκταινόμενα στην περιοχή.
Στο επίπεδο του προέδρου Τραμπ, η «ειδική σχέση» που διατηρεί με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Τ. Ερντογάν, βασιζόμενη περισσότερο, όπως λογίζεται, σε επιχειρηματικά συμφέροντα παρά σε γεωπολιτικά κριτήρια, δείχνει πλέον ότι δεν μπορεί να παράγει καθοριστικά αποτελέσματα. Αφενός γιατί η Τουρκία συγκρούεται, πέραν της Ελλάδας, ευθέως με το Ισραήλ, αφετέρου γιατί η Άγκυρα προετοιμάζεται να προμηθευτεί νέα συστοιχία ρωσικών S-400. Τέλος, γιατί υπάρχει προεκλογική περίοδος και ο Ντ. Τραμπ θέλει να διατηρήσει τις δυνάμεις του στις προτιμήσεις της ελληνοαμερικανικής κοινότητας και ταυτόχρονα να μη δημιουργεί δυσαρέσκεια στο εβραιοαμερικανικό λόμπι.
Κρίσιμος και ηγετικός παραμένει ο ρόλος και η σχέση εμπιστοσύνης που έχει δημιουργήσει ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπ. Νετανιάχου, με τις ηγεσίες στην Αθήνα και τη Λευκωσία. Οι επαφές με τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη, όπως και το κλίμα των συναντήσεων μεταξύ τους είναι απολύτως θερμά. Επίσης, η συνεργασία του υπουργού Εξωτερικών, Ν. ∆ένδια, και η συνεννόηση με τον ομό-λογό του στην Ιερουσαλήμ, συνεχείς. Με την υπογραφή της συμφωνίας με τα Αραβικά Εμιράτα αλλάζουν ο χάρτης και τα δεδομένα της Μέσης Ανατολής, όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών». Είχε τους δικούς της συμβολισμούς η πρόσκληση προς τον κ. ∆ένδια να παραβρίσκεται στην Ιερουσαλήμ για συ-ζητήσεις με τον ομόλογό του περί των εξελίξεων στην Αν. Μεσόγειο και την Τουρκία την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας.
∆ιάφορες ανησυχίες που προ μηνών είχαν δημιουργηθεί στην Αθήνα είxαν καλλιεργηθεί και από κύκλους Ελλήνων πολιτικών και διπλωματών που αρέσκονται να επικοινωνούν με τον κ. Καλίν, εξ απορρήτων σύμβουλο του Ερντογάν - περί δραματικής διαφοροποίησης του Ισραήλ ως προς τη στρατηγική σχέση με την Ελλάδα και αποκατάστασης σχέσεων με την Τουρκία, εξαιτίας της προβλεπτής ανάληψης των πρωθυπουργικών καθηκόντων από τον σημερινό υπουργό Άμυνας και ηγέτη του δεύτερου κόμματος στο Ισραήλ, απόστρατου στρατηγού Μπ. Γκαντς, σήμερα πλέον έχουν καταρριφθεί. Οι συζητήσεις και οι επαφές μαζί του τόσο στο επίπεδο των υπουργών ∆ένδια και Παναγιωτόπουλου όσο φυσικά και από την πλευρά του πρωθυπουργού δεν αφήνουν περιθώρια για τέτοιες σκέψεις.
Καθοριστικές για τις συνολικές εξελίξεις στην περιοχή μας είναι οι επιλογές και οι προτεραιότητες που προ-κρίνουν ο εμίρης του Αμπου Ντάμπι, Χαλίφα μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχάν, και το ισχυρό πρόσωπο στη χάραξη της διεθνούς πολιτικής των Αραβικών Εμιράτων, υπουργός Εξωτερικών, σεΐχης Αλ Ναχάν. ∆ιαρκείς είναι η παρουσία και η συμμετοχή της πολεμικής αεροπορίας των Εμιράτων σε ασκήσεις με την Ελλάδα, ενώ έντονη είναι και η παρουσία τους στο πλευρό των δυνάμεων του λιβυκού Κοινοβουλίου στην Αν. Λιβύη.
Το πολύ σημαντικό για την Ελλάδα είναι ότι η συμφωνία των Εμιράτων με το Ισραήλ αποτελεί προθάλαμο και για την ενεργοποίηση στη «μεσογειακή συμμαχία» της Σαουδικής Αραβίας, που «θωρακίζει» την Αίγυπτο και μαζί αποτελούν τον «σκληρό πυρή-να» των Αράβων απέναντι στον επεκτατισμό της Άγκυρας. Μπιν Σαλμάν, Αλ Ναχάν και ο πρόεδρος της Αιγύπτου, Αλ Σίσι, αποτελούν έναν ισχυρό πυρήνα όχι μόνο σε στρατιωτικό, αλλά και σε οικονομικό και εμπορικό επίπεδο, αλλάζουν τα γεωπολιτικά δεδομένα και έρχονται ως ισχυροί σύμμαχοι να ενισχύσουν τη στρατηγική επιλογή της Ελλάδας για ενεργή συμμετοχή στα τεκταινόμενα της Μεσογείου.
ΣΤΗΝ ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ
Σε αντίθεση με την Αυστρία και τις επιλογές Κουρτς, που επιζητεί η Ευρώπη με οριστικό τρόπο να θέσει όρια στην Τουρκία, το Βερολίνο και η καγκελάριος Μέρκελ, παρά το ότι ασκεί την προεδρία της Ένωσης αυτό το εξάμηνο και υπάρχουν τοποθετήσεις για συνδρομή προς την Ελλάδα και την Κύπρο, κάνουν ό,τι μπορούν για να μην υπάρξουν ουσιαστικές κυρώσεις προς την Άγκυρα. Η Τουρκία για τη Γερμανία παραμένει ο κύριος στρατηγικός της σύμμαχος στην Ανατολή. Η Βρετανία, από την άλλη πλευρά, παραμένει μάλλον θεατής στα γεγονότα. Η διείσδυσή της στη Μουσουλμανική Αδελφότητα, οι παραδοσιακές και ενεργειακές σχέσεις της με την Τουρκία και η διασφαλισμένη θέση της στην Κύπρο είναι παράγοντες που δεν την ενθαρρύνουν στην παρούσα φάση να ασκήσει κριτική στη στρατηγική της Άγκυρας. Η «διστακτική δύναμη» Ιταλία και η ασταθής κυβέρνηση Κόντι, όπως και στη Λιβύη και στα θέματα της Αν. Μεσογείου, πατάει σε «δύο βάρκες». Το Μεταναστευτικό αποτελεί κύρια απειλή γι’ αυτήν, ενώ στις ενεργειακές και εμπορικές προτεραιότητές της θέλει να διατηρήσει τη σχέση της με την Τουρκία, χωρίς να προκαλέσει. Και η Ρωσία, τέλος, με τους μεγάλους «σκακιστές» Πούτιν και Ιβανόφ στη διεθνή πολιτική δεν έχει κανέναν λόγο να εγκαταλείψει την «ιδιότυπη συμμαχία» της με την Τουρκία, όχι μόνο γιατί αποδιοργανώνει το ΝΑΤΟ, αλλά και γιατί ο Ερντογάν αποτελεί ένα ισχυρό πιόνι στους συσχετισμούς που θέλουν να πετύχουν στο μέτωπο της Μεσοποταμίας, της Βορείου Αφρικής και της Μεσογείου.
Με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και το πυρηνικό πρόγραμμα άλλωστε, τους δίδεται η ευκαιρία ευρύτερης επιρροής στις επιλογές της Τουρκίας και χρήσης της ως «δούρειου ίππου» στα σχέδια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην περιοχή.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 05 Σεπτεμβρίου
Σε μια αρχική φάση, όταν από το τέλος του προηγούμενου χειμώνα η Τουρκία άρχισε να κλιμακώνει την προκλητική επιθετικότητα προς την Ελλάδα και την Κύπρο, στη χώρα μας κυριαρχούσε μια αίσθηση μοναξιάς στην αντιμετώπιση του εχθρικού γείτονα. Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται στο κέντρο μιας μεγάλης συμμαχίας χωρών, στρατών και πολεμικών στόλων πέριξ της Μεσογείου. Έχοντας ήδη αποκτήσει τις επίσημα οριοθετημένες ΑΟΖ της με την Ιταλία και μερικώς με την Αίγυπτο και αποφασισμένη να προχωρήσει βαθμηδόν στην αξιοποίηση του διεθνούς δικαιώματός της για επέκταση των εθνικών συνόρων στα 12 ν.μ., έχει μια σειρά δυνάμεων και ηγετών που διακηρύσσουν την άρνηση, ακόμη και την επιθετική τους στάση, στο imperium που διεκδικεί η Τουρκία.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμ. Μακρόν, είναι από τους κύριους Ευρωπαίους ηγέτες που με απολύτως ξεκάθαρο τρόπο αντιδρούν τόσο σε επίπεδο Ένωσης όσο και ΝΑΤΟ στην τουρκική αυθαιρεσία. Ο ίδιος, προερχόμενος από τον κύκλο των γαλλικών ελίτ, υιοθετεί μια στάση πολύ διαφορετική από τους προκατόχους του, Ν. Σαρκοζί και Φρ. Ολάντ, διατηρώντας αποστάσεις από την ηγεμονική δύναμη στον οικονομικό και εμπορικό τομέα Γερμανία, επιδιώκοντας την ενίσχυση της γεωπολιτικής παρέμβασης της Γαλλίας στον φυσικό της χώρο, που είναι η Μεσόγειος και η Αφρική, αρνούμενη τις «ντιρεκτίβες» της πάντα φιλοτουρκικής γερμανικής καγκελαρίας.
Η Γαλλία, μετά και από ένα ναυτικό επεισόδιο με τουρκικό πολεμικό ανοιχτά της Λιβύης, σε επίπεδο ΝΑΤΟ ζήτησε κυρώσεις κατά της Τουρκίας, προχώρησε σε ενεργή παρουσία στην Κύπρο και στρατιωτικές ασκήσεις. Στην παρούσα φάση πλέον δομεί «αμυντική συμφωνία» με την Ελλάδα, πέραν των εξοπλισμών, συγκρούεται σε όλο και πιο έντονο επίπεδο δηλώσεων διπλωματικά με την Τουρκία, συμπράττει στις πρωτοβουλίες, τις στρατιωτικές ασκήσεις και τις επιλογές με τη «μεσογειακή συμμαχία» Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο, πρωταγωνιστεί σε επαφές και σχεδιασμό με τις πρώην αποικίες στο μέτωπο της Αφρικής, πλην της Αλγερίας, που έχει συ-σχετισθεί με την Τουρκία και τη Ρωσία, και παρεμβαίνει στα ζητήματα της Λιβύης.
Οι επικοινωνίες του Γάλλου προέδρου με τον Έλληνα πρωθυπουργό είναι συνεχείς -άλλοτε ανακοινώνονται, άλλοτε όχι-, ενώ σημαντικό ρόλο στα τεκταινόμενα έχει η δυναμική υπουργός Άμυνας της κυβέρνησής του, Φλοράνς Παρλί, που διατηρεί συνεχή και πολύ θερμή επικοινωνία με τον Έλληνα ομόλογό της, Ν. Παναγιωτόπουλο.
ΚΟΙΝΗ ΑΣΚΗΣΗ
Η στάση των ΗΠΑ, ειδικά στο πεδίο των ανακοινώσεων και των χειρισμών του υπουργείου Εξωτερικών, είναι πολύ σημαντική. Ο ρόλος του Μ. Πομπέο στο πεδίο αυτό είναι καταλυτικός. Η Ουάσινγκτον με μεγαλύτερη σαφήνεια καταδικάζει τις τουρκικές δηλώσεις και χειρισμούς. Είναι επίσημα διατυπωμένο πλέον ότι πέραν των συσχετισμών ΗΠΑ-Τουρκίας η σχέση με την Ελλάδα μετά και την υπογραφή της «στρατηγικής σχέσης» θα υποστηριχθεί και θα εμπεδωθεί από τις ΗΠΑ. Σε πρακτικό επίπεδο, θα πρέπει να καταγραφεί το γεγονός ότι σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή έντασης Ελλάδας-Τουρκίας στις 24 Αυγούστου, οι ΗΠΑ προχώρησαν σε κοινή άσκηση με ελληνικές δυνάμεις, ενώ την ίδια ημέρα υπεγράφη η συμφωνία για τον ενεργειακό κόμβο στην Αλεξανδρούπολη. Επίσης με επιλογή και απόφαση Πομπέο προκρίθηκε η άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικανικών μη φονικών όπλων προς την Κυπριακή ∆ημοκρατία. Κρίσιμος χαρακτηρίζεται και ο ρόλος του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματικής αντιπροσωπίας στην Αθήνα, Τζ. Πάιατ, για τον τρόπο και τη διεισδυτικότητα της ενημέρωσης που παρέχει στην κεντρική του υπηρεσία για τα τεκταινόμενα στην περιοχή.
Στο επίπεδο του προέδρου Τραμπ, η «ειδική σχέση» που διατηρεί με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Τ. Ερντογάν, βασιζόμενη περισσότερο, όπως λογίζεται, σε επιχειρηματικά συμφέροντα παρά σε γεωπολιτικά κριτήρια, δείχνει πλέον ότι δεν μπορεί να παράγει καθοριστικά αποτελέσματα. Αφενός γιατί η Τουρκία συγκρούεται, πέραν της Ελλάδας, ευθέως με το Ισραήλ, αφετέρου γιατί η Άγκυρα προετοιμάζεται να προμηθευτεί νέα συστοιχία ρωσικών S-400. Τέλος, γιατί υπάρχει προεκλογική περίοδος και ο Ντ. Τραμπ θέλει να διατηρήσει τις δυνάμεις του στις προτιμήσεις της ελληνοαμερικανικής κοινότητας και ταυτόχρονα να μη δημιουργεί δυσαρέσκεια στο εβραιοαμερικανικό λόμπι.
Κρίσιμος και ηγετικός παραμένει ο ρόλος και η σχέση εμπιστοσύνης που έχει δημιουργήσει ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπ. Νετανιάχου, με τις ηγεσίες στην Αθήνα και τη Λευκωσία. Οι επαφές με τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη, όπως και το κλίμα των συναντήσεων μεταξύ τους είναι απολύτως θερμά. Επίσης, η συνεργασία του υπουργού Εξωτερικών, Ν. ∆ένδια, και η συνεννόηση με τον ομό-λογό του στην Ιερουσαλήμ, συνεχείς. Με την υπογραφή της συμφωνίας με τα Αραβικά Εμιράτα αλλάζουν ο χάρτης και τα δεδομένα της Μέσης Ανατολής, όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών». Είχε τους δικούς της συμβολισμούς η πρόσκληση προς τον κ. ∆ένδια να παραβρίσκεται στην Ιερουσαλήμ για συ-ζητήσεις με τον ομόλογό του περί των εξελίξεων στην Αν. Μεσόγειο και την Τουρκία την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας.
Ο ανοιχτός δίαυλος με τη Γαλλία, η στάση των ΗΠΑ, η σχέση εμπιστοσύνης με το Ισραήλ και ο νέος «αραβικός σύνδεσμος»
∆ιάφορες ανησυχίες που προ μηνών είχαν δημιουργηθεί στην Αθήνα είxαν καλλιεργηθεί και από κύκλους Ελλήνων πολιτικών και διπλωματών που αρέσκονται να επικοινωνούν με τον κ. Καλίν, εξ απορρήτων σύμβουλο του Ερντογάν - περί δραματικής διαφοροποίησης του Ισραήλ ως προς τη στρατηγική σχέση με την Ελλάδα και αποκατάστασης σχέσεων με την Τουρκία, εξαιτίας της προβλεπτής ανάληψης των πρωθυπουργικών καθηκόντων από τον σημερινό υπουργό Άμυνας και ηγέτη του δεύτερου κόμματος στο Ισραήλ, απόστρατου στρατηγού Μπ. Γκαντς, σήμερα πλέον έχουν καταρριφθεί. Οι συζητήσεις και οι επαφές μαζί του τόσο στο επίπεδο των υπουργών ∆ένδια και Παναγιωτόπουλου όσο φυσικά και από την πλευρά του πρωθυπουργού δεν αφήνουν περιθώρια για τέτοιες σκέψεις.
Καθοριστικές για τις συνολικές εξελίξεις στην περιοχή μας είναι οι επιλογές και οι προτεραιότητες που προ-κρίνουν ο εμίρης του Αμπου Ντάμπι, Χαλίφα μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχάν, και το ισχυρό πρόσωπο στη χάραξη της διεθνούς πολιτικής των Αραβικών Εμιράτων, υπουργός Εξωτερικών, σεΐχης Αλ Ναχάν. ∆ιαρκείς είναι η παρουσία και η συμμετοχή της πολεμικής αεροπορίας των Εμιράτων σε ασκήσεις με την Ελλάδα, ενώ έντονη είναι και η παρουσία τους στο πλευρό των δυνάμεων του λιβυκού Κοινοβουλίου στην Αν. Λιβύη.
Το πολύ σημαντικό για την Ελλάδα είναι ότι η συμφωνία των Εμιράτων με το Ισραήλ αποτελεί προθάλαμο και για την ενεργοποίηση στη «μεσογειακή συμμαχία» της Σαουδικής Αραβίας, που «θωρακίζει» την Αίγυπτο και μαζί αποτελούν τον «σκληρό πυρή-να» των Αράβων απέναντι στον επεκτατισμό της Άγκυρας. Μπιν Σαλμάν, Αλ Ναχάν και ο πρόεδρος της Αιγύπτου, Αλ Σίσι, αποτελούν έναν ισχυρό πυρήνα όχι μόνο σε στρατιωτικό, αλλά και σε οικονομικό και εμπορικό επίπεδο, αλλάζουν τα γεωπολιτικά δεδομένα και έρχονται ως ισχυροί σύμμαχοι να ενισχύσουν τη στρατηγική επιλογή της Ελλάδας για ενεργή συμμετοχή στα τεκταινόμενα της Μεσογείου.
ΣΤΗΝ ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ
Σε αντίθεση με την Αυστρία και τις επιλογές Κουρτς, που επιζητεί η Ευρώπη με οριστικό τρόπο να θέσει όρια στην Τουρκία, το Βερολίνο και η καγκελάριος Μέρκελ, παρά το ότι ασκεί την προεδρία της Ένωσης αυτό το εξάμηνο και υπάρχουν τοποθετήσεις για συνδρομή προς την Ελλάδα και την Κύπρο, κάνουν ό,τι μπορούν για να μην υπάρξουν ουσιαστικές κυρώσεις προς την Άγκυρα. Η Τουρκία για τη Γερμανία παραμένει ο κύριος στρατηγικός της σύμμαχος στην Ανατολή. Η Βρετανία, από την άλλη πλευρά, παραμένει μάλλον θεατής στα γεγονότα. Η διείσδυσή της στη Μουσουλμανική Αδελφότητα, οι παραδοσιακές και ενεργειακές σχέσεις της με την Τουρκία και η διασφαλισμένη θέση της στην Κύπρο είναι παράγοντες που δεν την ενθαρρύνουν στην παρούσα φάση να ασκήσει κριτική στη στρατηγική της Άγκυρας. Η «διστακτική δύναμη» Ιταλία και η ασταθής κυβέρνηση Κόντι, όπως και στη Λιβύη και στα θέματα της Αν. Μεσογείου, πατάει σε «δύο βάρκες». Το Μεταναστευτικό αποτελεί κύρια απειλή γι’ αυτήν, ενώ στις ενεργειακές και εμπορικές προτεραιότητές της θέλει να διατηρήσει τη σχέση της με την Τουρκία, χωρίς να προκαλέσει. Και η Ρωσία, τέλος, με τους μεγάλους «σκακιστές» Πούτιν και Ιβανόφ στη διεθνή πολιτική δεν έχει κανέναν λόγο να εγκαταλείψει την «ιδιότυπη συμμαχία» της με την Τουρκία, όχι μόνο γιατί αποδιοργανώνει το ΝΑΤΟ, αλλά και γιατί ο Ερντογάν αποτελεί ένα ισχυρό πιόνι στους συσχετισμούς που θέλουν να πετύχουν στο μέτωπο της Μεσοποταμίας, της Βορείου Αφρικής και της Μεσογείου.
Με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και το πυρηνικό πρόγραμμα άλλωστε, τους δίδεται η ευκαιρία ευρύτερης επιρροής στις επιλογές της Τουρκίας και χρήσης της ως «δούρειου ίππου» στα σχέδια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην περιοχή.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 05 Σεπτεμβρίου