Τη σταθερή στάση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στον ρατσισμό, το μίσος, το φασισμό, την πολιτική βία και τον διχασμό, τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, με αφορμή τη δίκη της Χρυσής Αυγής.

Ο κ. Πέτσας τονίζει πως η ΝΔ και κυβέρνηση Σαμαρά ήταν αυτή που συγκέντρωσε τα στοιχεία για τα αδικήματα των στελεχών της Χρυσής Αυγής και τα έστειλε στη Δικαιοσύνη.

Η ανάρτηση του κ. Πέτσα:

«Η Νέα Δημοκρατία είναι η παράταξη που σταθερά και αδιάλειπτα τάσσεται ενάντια στον ρατσισμό, το μίσος, το φασισμό, την πολιτική βία και τον διχασμό. Στάθηκε μετωπικά απέναντι στο νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, το ολέθριο πέρασμα του οποίου από τη Βουλή των Ελλήνων σφραγίστηκε από τη βία και βάφτηκε, δυστυχώς, με αίμα.

Είναι η Νέα Δημοκρατία που, επί Κυβέρνησης Σαμαρά, αμέσως μετά τη στυγερή δολοφονία του Π. Φύσσα, τον Σεπτέμβριο του 2013, συγκέντρωσε τα στοιχεία για τα αδικήματα των στελεχών της Χρυσής Αυγής και τα έστειλε στη Δικαιοσύνη.



Και είναι η Νέα Δημοκρατία που ζήτησε από τους πολίτες να αφήσουν εκτός Βουλής τη Χρυσή Αυγή. «Είμαστε κατά των άκρων και από τη μία και από την άλλη πλευρά», τόνιζε ως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στις 23 Μαΐου του 2019. «Θα είναι μια νίκη του πολιτικού συστήματος αν καταφέρουμε να την αποκλείσουμε από τη Βουλή», διακήρυσσε στις 5 Ιουλίου 2019. «Είναι ντροπή», υπογράμμιζε την 1η Ιουλίου 2019, «σε μία χώρα η οποία έχει τόσο δυνατή δημοκρατική παράδοση, μία χώρα η οποία μέχρι και το ’74 ταλαιπωρήθηκε από μία χούντα, να υπάρχει ένα νεοφασιστικό κόμμα στο Κοινοβούλιο».

Οι πολίτες αγκάλιασαν την έκκληση του Κυριάκου Μητσοτάκη και άφησαν εκτός Βουλής το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής.
Όμως, την εποχή της ανόδου του νεοναζιστικού μορφώματος, που τρεφόταν από την οργή των πολιτών για την οικονομική κρίση, η αντίδραση των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων απέναντί του, δεν ήταν, δυστυχώς, καθολική.

Κάποιοι μοιράζονταν την ίδια πλατεία σε συγκεντρώσεις εκμετάλλευσης του θυμού, αλλά και του πόνου, των πολιτών. Ψάρευαν μαζί «αγανακτισμένες» ψήφους στις συνοικίες που εξέτρεφαν το μίσος. Φορούσαν μαζί το δήθεν αντισυστημικό προσωπείο στα χρόνια της κρίσης.

Και τώρα, τόσα χρόνια μετά, καθώς φτάνουμε στην απόφαση της Δικαιοσύνης, ο ΣΥΡΙΖΑ, επιδίδεται σε μια ακραία επικοινωνιακή εκμετάλλευση της υπόθεσης και σηκώνει πλακάτ στη Βουλή.

Όμως, ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που στην αντιπολίτευση, με τη σύμπραξη της Χρυσής Αυγής και του κ. Κουβέλη «έριξε» την Κυβέρνηση Σαμαρά τον Δεκέμβριο 2014, με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που ως Κυβέρνηση, αξιοποιούσε και προσμετρούσε τις ψήφους των βουλευτών της Χρυσής Αυγής στα σχέδια που προωθούσε. Δεν έκρυβαν μάλιστα την ικανοποίησή τους όταν πόζαραν με τους Χρυσαυγίτες σε μια παράσταση του συγκυβερνήτη τους κ. Καμμένου στο Καστελόριζο. Δεν δυσκολεύονταν να συμπλέουν μέσα στη Βουλή στην καταψήφιση, ή την υπερψήφιση νομοσχεδίων, προκαλώντας ακόμη και την αντίδραση της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ όταν άλλαζαν τον ποινικό κώδικα ρίχνοντας στα μαλακά τα ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής. Αλλά και να συντάσσονται έξω από τη Βουλή, όπως στην περίπτωση του δημοψηφίσματος – παρωδία της 5ης Ιουλίου 2015. Έφτασαν, μάλιστα στο σημείο να δικαιολογούν τη σύμπλευση αυτή με το νεοναζιστικό μόρφωμα υποστηρίζοντας, με δήλωση του τότε Προέδρου της Βουλής Ν. Βούτση στις 30 Ιουνίου 2016, ότι «στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι», την ώρα που κορυφωνόταν η αντιπαράθεση για την αλλαγή του εκλογικού νόμου.

Έδιναν, έτσι, σταθερά, επί χρόνια, πολιτική και ηθική νομιμοποίηση σε ένα μόρφωμα ντροπή για τη Δημοκρατία.

Γιατί, ο πραγματικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν να παραμείνει άθικτη η εικόνα της Χρυσής Αυγής μέχρι τις Βουλευτικές Εκλογές του 2019, για μικροπολιτικές σκοπιμότητες.

Και έρχεται τώρα, υποκριτικά, στο τέλος ενός αγώνα που ποτέ δεν στήριξε στην πράξη, να τον καπηλευτεί.

Η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη αύριο θα αποφανθεί.

Η Νέα Δημοκρατία ήταν και είναι διαχρονικός αντίπαλος κάθε υπονομευτή του πολιτεύματος και της ομαλότητας. Με σταθερή πίστη στους θεσμούς της Δημοκρατίας μας και με συμμάχους μας τους πολίτες. Οι οπαδοί του ναζισμού δεν έχουν θέση στην Ελλάδα».