Μάκης Βορίδης στα «Παραπολιτικά»: Βάζουμε τέλος στο καθεστώς ακυβερνησίας Δήμων και Περιφερειών
«Φρένο» στην ανεξέλεγκτη κινητικότητα δημοσίων υπαλλήλων, που έχει ως αποτέλεσμα την αποψίλωση ορισμένων δημόσιων υπηρεσιών, ετοιμάζεται να βάλει η κυβέρνηση. Αυτό αποκαλύπτει στη συνέντευξή του στα «Π» ο Μάκης Βορίδης, που προαναγγέλλει νομοθετική πρωτοβουλία για την τηλεργασία, εξηγεί το σκεπτικό της αλλαγής του εκλογικού νόμου στην τοπική αυτοδιοίκηση, ενώ ξεκαθαρίζει ότι δεν υπάρχει σενάριο πρόωρων εκλογών.
Η μεταρρύθμιση στο ΑΣΕΠ ολοκληρώθηκε. Πότε θα προσληφθούν οι πρώτοι υπάλληλοι με το νέο καθεστώς; Θεωρείτε ότι πρέπει να γίνουν κι άλλες αλλαγές στο καθεστώς πρόσληψης δημοσίων υπαλλήλων, μόνιμων και συμβασιούχων;
Η κυβέρνησή μας έχει παρουσιάσει ένα συγκροτημένο σχέδιο, επιδιώκει την ενίσχυση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας στο δημόσιο και αυτό ακριβώς εξυπηρετεί το νέο ΑΣΕΠ το οποίο έχει δομηθεί σύμφωνα με τα σύγχρονα πρότυπα προσλήψεων.
Με τη σημαντική αυτή μεταρρύθμιση διασφαλίζουμε το αδιάβλητο της διαδικασίας, πετυχαίνουμε τη μείωση του χρόνου προσλήψεων και τοποθετούμε τον εργαζόμενο με τα κατάλληλα προσόντα στην κατάλληλη θέση με γνώμονα πάντα τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών εξυπηρέτησης προς τους Έλληνες πολίτες.
Έχουμε πει ότι πλέον θα υπάρχει ετήσιος προγραμματισμός για το σύνολο των αναγκών στο δημόσιο και μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα που δεν θα διαρκεί πέραν των δύο ετών, ο υποψήφιος θα αναλαμβάνει υπηρεσία μετά και από τις γραπτές εξετάσεις που θα πραγματοποιούνται σε ετήσια βάση για το σύνολο των θέσεων. Είπαμε επίσης ότι δεν αιφνιδιάζουμε τους εργαζόμενους, αντιθέτως τους βάζουμε στο επίκεντρο των απαραίτητων αλλαγών που απαιτούνται για τη συνολική αναμόρφωση του δημόσιου τομέα που επιχειρεί η Κυβέρνηση, στόχος που αποτελεί άλλωστε και προτεραιότητα του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η μετακίνησή σας στο ΥΠΕΣ συνοδεύτηκε από αναλύσεις που κάνουν λόγο για μια τροχιοδεικτική κίνηση πρόωρων εκλογών εντός του 2021. Πως σχολιάζετε τα δημοσιεύματα αυτά;
Αδυνατώ ειλικρινά να αντιληφθώ το σκεπτικό και την επιχειρηματολογία πίσω από αυτή τη ρητορική. Πώς δηλαδή συνδέεται η δική μου τοποθέτηση στην ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών με το σενάριο πρόωρων εκλογών στη χώρα, την στιγμή μάλιστα που η παρούσα κυβέρνηση εξακολουθεί να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού, όπως άλλωστε διαπιστώνεται και από τα υψηλά δημοσκοπικά ποσοστά έναντι της μείζονος αντιπολίτευσης.
Επαναλαμβάνω λοιπόν αυτό που έχω πολλάκις αναφέρει για να το εμπεδώσουμε:
Εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας. Η κυβέρνηση αυτή θα συνεχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμά της πάνω στη βάση που το σχεδίασε και το υλοποιεί για το οποίο άλλωστε ψηφίστηκε από τον ελληνικό λαό. Και η βάση αυτή συνίσταται στην ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την προσέλκυση επενδύσεων, την απλοποίηση της γραφειοκρατίας, την μείωση της φορολογίας, την προάσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Πρέπει να αλλάξει ο εκλογικός νόμος στην τοπική αυτοδιοίκηση και προς ποια κατεύθυνση;
Είναι σαφές ότι πρέπει να αλλάξει το καθεστώς ακυβερνησίας και συναλλαγών που έχει επιφέρει ο τρέχον εκλογικός νόμος. Ξέρετε, οι κυβερνήσεις νομοθετούν για να επιλύσουν τα προβλήματα και όχι για να τα διογκώσουν. Τί έχουμε δει μέχρι σήμερα στο συγκεκριμένο ζήτημα; Μία ιδεοληπτική αντιμετώπιση των ΟΤΑ από τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η οποία αγνόησε την κραυγή αγωνίας των αιρετών και επέμεινε στην απλή αναλογική, καλώντας ετερόκλητες ομάδες να βρουν τον τρόπο να συνεργαστούν, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Δεν αμφισβητείται η ανάγκη της συναίνεσης στα μεγάλα ζητήματα, άλλωστε αυτό επιχειρούμε όλοι από θέσεις ευθύνης και μέσα στο κοινοβούλιο, όμως το ζητούμενο της συνεννόησης δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο πολιτικού εκβιασμού. Αναφέρομαι σε αυτό καθώς οι Δήμοι θα πρέπει να μπορούν να διοικήσουν με ανθρώπους εμπιστοσύνης της επιλογής τους και εν συνεχεία, όπου κρίνεται αναγκαίο και πρόσφορο, να βρίσκουν τα κοινά σημεία αναφοράς με τις αντιπολιτευτικές δυνάμεις. Για να μπορέσουν λοιπόν να διοικήσουν και να υλοποιήσουν αυτά για τα οποία ψηφίζονται από τους δημότες, χρειαζόμαστε έναν εκλογικό νόμο που θα διασφαλίζει ακριβώς αυτή τη διαδικασία.
Εξετάζουμε λοιπόν τη μείωση του απαιτούμενου ποσοστού εκλογής με έναν εκλογικό νόμο που θα προβλέπει και την εκλογή του αριθμού των δημοτικών - περιφερειακών συμβούλων και θα εξασφαλίζει την πλειοψηφία στον νικητή των εκλογών. Θα παρουσιάσουμε στο Υπουργικό Συμβούλιο της προσεχούς Πέμπτης τις βασικές αρχές του νομοσχεδίου και σύντομα θα είμαι σε θέση να παρουσιάσω το τελικό σχέδιο.
Έγινε μεγάλος ντόρος στη Βουλή για τον αριθμό των μετακλητών υπαλλήλων. Πόσοι είναι τελικά οι μετακλητοί στο Δημόσιο σήμερα και ποιος πρέπει να είναι ο αριθμός τους κατά τη γνώμη σας;
Θα ξεκινήσω από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας και θα επαναλάβω τα όσα είπα στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου για το νέο ΑΣΕΠ: η συζήτηση για τις προσλήψεις δεν μπορεί αν είναι ούτε αριθμητική εξίσωση, ούτε μόνο αριθμοί αλλά αφορά στις ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν από εκείνους που μπορούν να κάνουν τη δουλειά.
Προφανώς και ο ΣΥΡΙΖΑ όπως και σε όλη την αντιπολιτευτική του πορεία έχει υιοθετήσει μία ανεύθυνη κριτική, είτε εκφράζοντας την επιθυμία να διπλασιάζουμε τις παροχές κατά τη διάρκεια της πανδημίας είτε επιχειρώντας να καταδείξει μία δήθεν μεροληψία και φαυλότητα από την πλευρά της κυβέρνησης. Εκείνο όμως που δεν είπαν είναι οι αριθμοί που απαντούν αμείλικτα στις αιτιάσεις τους. Έχω απαντήσει λοιπόν θεσμικά στη Βουλή και έχω καταθέσει στα πρακτικά συγκριτικά στοιχεία τόσο για τον αριθμό όσο και για το κόστος των υπαλλήλων.
Ποια είναι αυτά; Το 2018 οι μετακλητοί εκτός ΟΤΑ, δηλαδή το προσωπικό που απασχολούνταν σε γραφεία υπουργών και κρατικών οργανισμών ανήλθε σε 1081 ενώ σήμερα είναι 910. Επίσης, οι επιστημονικοί συνεργάτες βουλευτών το 2018 ήταν 580 και σήμερα 566. Εν κατακλείδι, όπως επιθυμούμε να μπορούν οι οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης να κάνουν τη δουλειά τους με ανθρώπους της εμπιστοσύνης τους, αντίστοιχα και οι υπουργοί θα πρέπει να παράξουν έργο επιλέγοντας τους συνεργάτες τους. Να επισημάνω πάντως ότι τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των μετακλητών υπαλλήλων τους οποίους μπορεί να απασχολεί ένας υπουργός έχουν μειωθεί σημαντικά και να υπενθυμίσω για μια ακόμα φορά βεβαίως πως οι μετακλητοί υπάλληλοι δεν παραμένουν ως προίκα στο δημόσιο αλλά αποχωρούν με τους υπουργούς.
Θα υπάρξουν αλλαγές στο σύστημα κινητικότητας δημοσίων υπαλλήλων και προς ποια κατεύθυνση;
Είναι σαφές ότι πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στην κινητικότητα στο δημόσιο καθώς με το υπάρχον σύστημα έχει παρατηρηθεί μία «αιμορραγία» προσωπικού από υπηρεσίες που διαχειρίζονται υπέρογκο έργο σε υπηρεσίες που ο φόρτος εργασίας είναι μικρότερος ή εν πάσει περιπτώσει που δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες σε προσωπικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παρατηρείται το φαινόμενο υπηρεσίες, ας πούμε πρώτης γραμμής οι οποίες βρίσκονται σε άμεση επαφή με τους πολίτες να είναι υποστελεχωμένες σε σχέση με άλλες υπηρεσίες που δεν είναι επιφορτισμένες με ανάλογης βαρύτητας έργο. Οι αλλαγές στην κινητικότητα θα πρέπει να εφαρμοστούν και στον χώρο της αυτοδιοίκησης καθώς, αποτελεί επιθυμία και των Δήμων της πατρίδας μας να μπει μία τάξη στο άναρχο αυτό τοπίο που έχει διαμορφωθεί στο συγκεκριμένο ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση η κινητικότητα θα πρέπει να πραγματοποιείται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες θα διασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία των αναγκών του δημόσιου και των ΟΤΑ και προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε.
Η τηλεργασία έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας και θα μείνει σίγουρα για αρκετό διάστημα ακόμα. Χρειάζεται ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για όσους δημοσίους υπαλλήλους εργάζονται εξ αποστάσεως;
Από την αρχή της πανδημίας η κυβέρνηση επέδειξε ταχύτατα αντανακλαστικά και δημιούργησε το θεσμικό πλαίσιο για την δυνατότητα εξ αποστάσεως εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι οι συνθήκες που δημιουργεί η παρατεταμένη παρουσία της πανδημίας αλλάζουν το εργασιακό τοπίο όχι μόνο στο δημόσιο αλλά και στον ιδιωτικό τομέα και όχι μόνο για την χώρα μας αλλά για τον κόσμο ολόκληρο. Καθίσταται λοιπόν αναγκαία η διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου που και θα προστατεύει τον εργαζόμενο και θα εξασφαλίζει αποτελεσματική παραγωγή έργου προκειμένου η εργασία να παραμένει αμοιβαία επωφελής με γνώμονα τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια επανέρχεται διαρκώς η συζήτηση για το αν ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων είναι μεγάλος ή μικρός, αν χρειάζονται λιγότεροι συμβασιούχοι και περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι ή το αντίστροφο και άλλα συναφή. Ποια είναι η δική σας θέση;
Το πιο σημαντικό είναι να υπάρξει μία απόφαση για το τι θέλουμε να κάνει το κράτος και τελικά με ποιους θα το κάνει. Άρα αρμοδιότητες, περιγραφή θέσεων, προσοντολόγιο, στοχοθεσία, αξιολόγηση αποτελούν κεντρικές μεταρρυθμίσεις για να δημιουργηθεί ένα δημόσιο ορθολογικά στελεχωμένο, δημοσιονομικά συμφέρον και αποτελεσματικό στις υπηρεσίες που παρέχει. Όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις βρίσκονται στο επίκεντρο του Υπουργείου Εσωτερικών.
Τι πρέπει ρεαλιστικά να προσδοκά η Ελλάδα από τις διερευνητικές συνομιλίες με την Τουρκία που επανεκκινούν μεθαύριο; Πρέπει να επιμείνει η χώρα μας στην επιβολή κυρώσεων από την Ε.Ε.;
Η Τουρκία υποχρεώθηκε να προσέλθει στις διερευνητικές συνομιλίες αφού διαπίστωσε ότι η πολιτική των προκλήσεων που εφάρμοσε σε Έβρο και Μεσόγειο την οδήγησαν σε απομόνωση. Η πατρίδα μας κινητοποίησε διεθνείς δυνάμεις και χάρη στην ετοιμότητα που επέδειξαν οι ένοπλες δυνάμεις μας αποτρέψαμε την παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Έχουμε ξεκαθαρίσει ότι το αντικείμενο συνομιλιών μας με την Τουρκία περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών. Είναι σαφές ότι η Ελλάδα προσέρχεται με εποικοδομητική διάθεση στις συνομιλίες χωρίς όμως να είναι διατεθειμένη να δεχθεί μαξιμαλιστικές θέσεις από την πλευρά της Τουρκίας.
Η μεταρρύθμιση στο ΑΣΕΠ ολοκληρώθηκε. Πότε θα προσληφθούν οι πρώτοι υπάλληλοι με το νέο καθεστώς; Θεωρείτε ότι πρέπει να γίνουν κι άλλες αλλαγές στο καθεστώς πρόσληψης δημοσίων υπαλλήλων, μόνιμων και συμβασιούχων;
Η κυβέρνησή μας έχει παρουσιάσει ένα συγκροτημένο σχέδιο, επιδιώκει την ενίσχυση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας στο δημόσιο και αυτό ακριβώς εξυπηρετεί το νέο ΑΣΕΠ το οποίο έχει δομηθεί σύμφωνα με τα σύγχρονα πρότυπα προσλήψεων.
Με τη σημαντική αυτή μεταρρύθμιση διασφαλίζουμε το αδιάβλητο της διαδικασίας, πετυχαίνουμε τη μείωση του χρόνου προσλήψεων και τοποθετούμε τον εργαζόμενο με τα κατάλληλα προσόντα στην κατάλληλη θέση με γνώμονα πάντα τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών εξυπηρέτησης προς τους Έλληνες πολίτες.
Έχουμε πει ότι πλέον θα υπάρχει ετήσιος προγραμματισμός για το σύνολο των αναγκών στο δημόσιο και μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα που δεν θα διαρκεί πέραν των δύο ετών, ο υποψήφιος θα αναλαμβάνει υπηρεσία μετά και από τις γραπτές εξετάσεις που θα πραγματοποιούνται σε ετήσια βάση για το σύνολο των θέσεων. Είπαμε επίσης ότι δεν αιφνιδιάζουμε τους εργαζόμενους, αντιθέτως τους βάζουμε στο επίκεντρο των απαραίτητων αλλαγών που απαιτούνται για τη συνολική αναμόρφωση του δημόσιου τομέα που επιχειρεί η Κυβέρνηση, στόχος που αποτελεί άλλωστε και προτεραιότητα του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η μετακίνησή σας στο ΥΠΕΣ συνοδεύτηκε από αναλύσεις που κάνουν λόγο για μια τροχιοδεικτική κίνηση πρόωρων εκλογών εντός του 2021. Πως σχολιάζετε τα δημοσιεύματα αυτά;
Αδυνατώ ειλικρινά να αντιληφθώ το σκεπτικό και την επιχειρηματολογία πίσω από αυτή τη ρητορική. Πώς δηλαδή συνδέεται η δική μου τοποθέτηση στην ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών με το σενάριο πρόωρων εκλογών στη χώρα, την στιγμή μάλιστα που η παρούσα κυβέρνηση εξακολουθεί να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού, όπως άλλωστε διαπιστώνεται και από τα υψηλά δημοσκοπικά ποσοστά έναντι της μείζονος αντιπολίτευσης.
Επαναλαμβάνω λοιπόν αυτό που έχω πολλάκις αναφέρει για να το εμπεδώσουμε:
Εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας. Η κυβέρνηση αυτή θα συνεχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμά της πάνω στη βάση που το σχεδίασε και το υλοποιεί για το οποίο άλλωστε ψηφίστηκε από τον ελληνικό λαό. Και η βάση αυτή συνίσταται στην ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, την προσέλκυση επενδύσεων, την απλοποίηση της γραφειοκρατίας, την μείωση της φορολογίας, την προάσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Πρέπει να αλλάξει ο εκλογικός νόμος στην τοπική αυτοδιοίκηση και προς ποια κατεύθυνση;
Είναι σαφές ότι πρέπει να αλλάξει το καθεστώς ακυβερνησίας και συναλλαγών που έχει επιφέρει ο τρέχον εκλογικός νόμος. Ξέρετε, οι κυβερνήσεις νομοθετούν για να επιλύσουν τα προβλήματα και όχι για να τα διογκώσουν. Τί έχουμε δει μέχρι σήμερα στο συγκεκριμένο ζήτημα; Μία ιδεοληπτική αντιμετώπιση των ΟΤΑ από τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η οποία αγνόησε την κραυγή αγωνίας των αιρετών και επέμεινε στην απλή αναλογική, καλώντας ετερόκλητες ομάδες να βρουν τον τρόπο να συνεργαστούν, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Δεν αμφισβητείται η ανάγκη της συναίνεσης στα μεγάλα ζητήματα, άλλωστε αυτό επιχειρούμε όλοι από θέσεις ευθύνης και μέσα στο κοινοβούλιο, όμως το ζητούμενο της συνεννόησης δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο πολιτικού εκβιασμού. Αναφέρομαι σε αυτό καθώς οι Δήμοι θα πρέπει να μπορούν να διοικήσουν με ανθρώπους εμπιστοσύνης της επιλογής τους και εν συνεχεία, όπου κρίνεται αναγκαίο και πρόσφορο, να βρίσκουν τα κοινά σημεία αναφοράς με τις αντιπολιτευτικές δυνάμεις. Για να μπορέσουν λοιπόν να διοικήσουν και να υλοποιήσουν αυτά για τα οποία ψηφίζονται από τους δημότες, χρειαζόμαστε έναν εκλογικό νόμο που θα διασφαλίζει ακριβώς αυτή τη διαδικασία.
Εξετάζουμε λοιπόν τη μείωση του απαιτούμενου ποσοστού εκλογής με έναν εκλογικό νόμο που θα προβλέπει και την εκλογή του αριθμού των δημοτικών - περιφερειακών συμβούλων και θα εξασφαλίζει την πλειοψηφία στον νικητή των εκλογών. Θα παρουσιάσουμε στο Υπουργικό Συμβούλιο της προσεχούς Πέμπτης τις βασικές αρχές του νομοσχεδίου και σύντομα θα είμαι σε θέση να παρουσιάσω το τελικό σχέδιο.
Έγινε μεγάλος ντόρος στη Βουλή για τον αριθμό των μετακλητών υπαλλήλων. Πόσοι είναι τελικά οι μετακλητοί στο Δημόσιο σήμερα και ποιος πρέπει να είναι ο αριθμός τους κατά τη γνώμη σας;
Θα ξεκινήσω από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας και θα επαναλάβω τα όσα είπα στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου για το νέο ΑΣΕΠ: η συζήτηση για τις προσλήψεις δεν μπορεί αν είναι ούτε αριθμητική εξίσωση, ούτε μόνο αριθμοί αλλά αφορά στις ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν από εκείνους που μπορούν να κάνουν τη δουλειά.
Προφανώς και ο ΣΥΡΙΖΑ όπως και σε όλη την αντιπολιτευτική του πορεία έχει υιοθετήσει μία ανεύθυνη κριτική, είτε εκφράζοντας την επιθυμία να διπλασιάζουμε τις παροχές κατά τη διάρκεια της πανδημίας είτε επιχειρώντας να καταδείξει μία δήθεν μεροληψία και φαυλότητα από την πλευρά της κυβέρνησης. Εκείνο όμως που δεν είπαν είναι οι αριθμοί που απαντούν αμείλικτα στις αιτιάσεις τους. Έχω απαντήσει λοιπόν θεσμικά στη Βουλή και έχω καταθέσει στα πρακτικά συγκριτικά στοιχεία τόσο για τον αριθμό όσο και για το κόστος των υπαλλήλων.
Ποια είναι αυτά; Το 2018 οι μετακλητοί εκτός ΟΤΑ, δηλαδή το προσωπικό που απασχολούνταν σε γραφεία υπουργών και κρατικών οργανισμών ανήλθε σε 1081 ενώ σήμερα είναι 910. Επίσης, οι επιστημονικοί συνεργάτες βουλευτών το 2018 ήταν 580 και σήμερα 566. Εν κατακλείδι, όπως επιθυμούμε να μπορούν οι οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης να κάνουν τη δουλειά τους με ανθρώπους της εμπιστοσύνης τους, αντίστοιχα και οι υπουργοί θα πρέπει να παράξουν έργο επιλέγοντας τους συνεργάτες τους. Να επισημάνω πάντως ότι τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των μετακλητών υπαλλήλων τους οποίους μπορεί να απασχολεί ένας υπουργός έχουν μειωθεί σημαντικά και να υπενθυμίσω για μια ακόμα φορά βεβαίως πως οι μετακλητοί υπάλληλοι δεν παραμένουν ως προίκα στο δημόσιο αλλά αποχωρούν με τους υπουργούς.
Θα υπάρξουν αλλαγές στο σύστημα κινητικότητας δημοσίων υπαλλήλων και προς ποια κατεύθυνση;
Είναι σαφές ότι πρέπει να υπάρξουν αλλαγές στην κινητικότητα στο δημόσιο καθώς με το υπάρχον σύστημα έχει παρατηρηθεί μία «αιμορραγία» προσωπικού από υπηρεσίες που διαχειρίζονται υπέρογκο έργο σε υπηρεσίες που ο φόρτος εργασίας είναι μικρότερος ή εν πάσει περιπτώσει που δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες σε προσωπικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παρατηρείται το φαινόμενο υπηρεσίες, ας πούμε πρώτης γραμμής οι οποίες βρίσκονται σε άμεση επαφή με τους πολίτες να είναι υποστελεχωμένες σε σχέση με άλλες υπηρεσίες που δεν είναι επιφορτισμένες με ανάλογης βαρύτητας έργο. Οι αλλαγές στην κινητικότητα θα πρέπει να εφαρμοστούν και στον χώρο της αυτοδιοίκησης καθώς, αποτελεί επιθυμία και των Δήμων της πατρίδας μας να μπει μία τάξη στο άναρχο αυτό τοπίο που έχει διαμορφωθεί στο συγκεκριμένο ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση η κινητικότητα θα πρέπει να πραγματοποιείται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες θα διασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία των αναγκών του δημόσιου και των ΟΤΑ και προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε.
Η τηλεργασία έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας και θα μείνει σίγουρα για αρκετό διάστημα ακόμα. Χρειάζεται ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για όσους δημοσίους υπαλλήλους εργάζονται εξ αποστάσεως;
Από την αρχή της πανδημίας η κυβέρνηση επέδειξε ταχύτατα αντανακλαστικά και δημιούργησε το θεσμικό πλαίσιο για την δυνατότητα εξ αποστάσεως εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι οι συνθήκες που δημιουργεί η παρατεταμένη παρουσία της πανδημίας αλλάζουν το εργασιακό τοπίο όχι μόνο στο δημόσιο αλλά και στον ιδιωτικό τομέα και όχι μόνο για την χώρα μας αλλά για τον κόσμο ολόκληρο. Καθίσταται λοιπόν αναγκαία η διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου που και θα προστατεύει τον εργαζόμενο και θα εξασφαλίζει αποτελεσματική παραγωγή έργου προκειμένου η εργασία να παραμένει αμοιβαία επωφελής με γνώμονα τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια επανέρχεται διαρκώς η συζήτηση για το αν ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων είναι μεγάλος ή μικρός, αν χρειάζονται λιγότεροι συμβασιούχοι και περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι ή το αντίστροφο και άλλα συναφή. Ποια είναι η δική σας θέση;
Το πιο σημαντικό είναι να υπάρξει μία απόφαση για το τι θέλουμε να κάνει το κράτος και τελικά με ποιους θα το κάνει. Άρα αρμοδιότητες, περιγραφή θέσεων, προσοντολόγιο, στοχοθεσία, αξιολόγηση αποτελούν κεντρικές μεταρρυθμίσεις για να δημιουργηθεί ένα δημόσιο ορθολογικά στελεχωμένο, δημοσιονομικά συμφέρον και αποτελεσματικό στις υπηρεσίες που παρέχει. Όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις βρίσκονται στο επίκεντρο του Υπουργείου Εσωτερικών.
Τι πρέπει ρεαλιστικά να προσδοκά η Ελλάδα από τις διερευνητικές συνομιλίες με την Τουρκία που επανεκκινούν μεθαύριο; Πρέπει να επιμείνει η χώρα μας στην επιβολή κυρώσεων από την Ε.Ε.;
Η Τουρκία υποχρεώθηκε να προσέλθει στις διερευνητικές συνομιλίες αφού διαπίστωσε ότι η πολιτική των προκλήσεων που εφάρμοσε σε Έβρο και Μεσόγειο την οδήγησαν σε απομόνωση. Η πατρίδα μας κινητοποίησε διεθνείς δυνάμεις και χάρη στην ετοιμότητα που επέδειξαν οι ένοπλες δυνάμεις μας αποτρέψαμε την παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Έχουμε ξεκαθαρίσει ότι το αντικείμενο συνομιλιών μας με την Τουρκία περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών. Είναι σαφές ότι η Ελλάδα προσέρχεται με εποικοδομητική διάθεση στις συνομιλίες χωρίς όμως να είναι διατεθειμένη να δεχθεί μαξιμαλιστικές θέσεις από την πλευρά της Τουρκίας.