Βόζεμπεργκ: Η Τουρκία να σεβαστεί την Κοινή Συμφωνία με την ΕΕ και να δεχτεί επιστροφές παράτυπων μεταναστών από την Ελλάδα
Στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο συζήτησης για την κατάσταση στα ελληνικά νησιά και τις εξελίξεις στο μεταναστευτικό, παρενέβη η ευρωβουλευτής της ΝΔ και του ΕΛΚ, Ελίζα Βόζεμπεργκ-Βρυωνίδη, ως μέλος της Επιτροπής, αλλά και με την ιδιότητα της εισηγήτριας εκ μέρους του ΕΛΚ της νομοθετικής πρότασης «για τις καταστάσεις κρίσης και ανωτέρας βίας στον τομέα του ασύλου και της μετανάστευσης».
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η κ. Βόζεμπεργκ έκανε μια ανασκόπηση της περασμένης χρονιάς, «αναδεικνύοντας τις συντονισμένες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης και των ελληνικών αρχών που επέφεραν αποτελέσματα, με σημαντικά μειωμένες μεταναστευτικές ροές κατά τη διάρκεια του έτους, αλλά και αποσυμφόρηση των νησιών του Αιγαίου και της περιοχής του Έβρου σε ποσοστό που αγγίζει το 60%».
Επιπλέον, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην «αύξηση των επιστροφών και απελάσεων από την Ελλάδα των αιτούντων, που τελικά δεν δικαιούνται ασύλου, αλλά και των μετεγκαταστάσεων προς άλλα κράτη μέλη της Ευρώπης» και μίλησε «για την επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου που κατάφερε η ελληνική κυβέρνηση μέσω της υλοποίησης ενός συγκεκριμένου σχεδίου, το οποίο οδήγησε και στον αποτελεσματικό έλεγχο των προβλημάτων του μεταναστευτικού».
Κλείνοντας, η κ. Βόζεμπεργκ στηλίτευσε, για ακόμη μια φορά, «τη στάση της Τουρκίας που αρνείται τις επιστροφές παράτυπων μεταναστών στο έδαφος της κατά παράβαση της Κοινής Συμφωνίας που υπέγραψε με την Ένωση το 2016 και είναι ακόμα σε ισχύ».
Συγκεκριμένα, αναφερόμενη «στο αίτημα της Ελλάδας προς την Κομισιόν και τη Frontex για την επιστροφή 1.450 υπηκόων τρίτων χωρών, που δεν δικαιούνται ασύλου στην Τουρκία», είπε χαρακτηριστικά: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα μέχρι στιγμής, σε επίπεδο επιστροφών, παρουσιάζεται από την Τουρκία, η οποία με την πρόφαση της πανδημίας έχει σταματήσει από τον περασμένο Μάρτιο να δέχεται υπηκόους τρίτων χωρών, που πέρασαν στην Ελλάδα από το έδαφός της. Το γεγονός αυτό δυσχεραίνει σημαντικά την επίλυση των προβλημάτων του μεταναστευτικού, αν λάβουμε μάλιστα υπόψη ότι η επιτάχυνση των επιστροφών αποτελεί προτεραιότητα της ΕΕ στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη νέα νομοθεσία περί μετανάστευσης και ασύλου που συζητούμε σήμερα».
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η κ. Βόζεμπεργκ έκανε μια ανασκόπηση της περασμένης χρονιάς, «αναδεικνύοντας τις συντονισμένες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης και των ελληνικών αρχών που επέφεραν αποτελέσματα, με σημαντικά μειωμένες μεταναστευτικές ροές κατά τη διάρκεια του έτους, αλλά και αποσυμφόρηση των νησιών του Αιγαίου και της περιοχής του Έβρου σε ποσοστό που αγγίζει το 60%».
Επιπλέον, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην «αύξηση των επιστροφών και απελάσεων από την Ελλάδα των αιτούντων, που τελικά δεν δικαιούνται ασύλου, αλλά και των μετεγκαταστάσεων προς άλλα κράτη μέλη της Ευρώπης» και μίλησε «για την επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου που κατάφερε η ελληνική κυβέρνηση μέσω της υλοποίησης ενός συγκεκριμένου σχεδίου, το οποίο οδήγησε και στον αποτελεσματικό έλεγχο των προβλημάτων του μεταναστευτικού».
Κλείνοντας, η κ. Βόζεμπεργκ στηλίτευσε, για ακόμη μια φορά, «τη στάση της Τουρκίας που αρνείται τις επιστροφές παράτυπων μεταναστών στο έδαφος της κατά παράβαση της Κοινής Συμφωνίας που υπέγραψε με την Ένωση το 2016 και είναι ακόμα σε ισχύ».
Συγκεκριμένα, αναφερόμενη «στο αίτημα της Ελλάδας προς την Κομισιόν και τη Frontex για την επιστροφή 1.450 υπηκόων τρίτων χωρών, που δεν δικαιούνται ασύλου στην Τουρκία», είπε χαρακτηριστικά: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα μέχρι στιγμής, σε επίπεδο επιστροφών, παρουσιάζεται από την Τουρκία, η οποία με την πρόφαση της πανδημίας έχει σταματήσει από τον περασμένο Μάρτιο να δέχεται υπηκόους τρίτων χωρών, που πέρασαν στην Ελλάδα από το έδαφός της. Το γεγονός αυτό δυσχεραίνει σημαντικά την επίλυση των προβλημάτων του μεταναστευτικού, αν λάβουμε μάλιστα υπόψη ότι η επιτάχυνση των επιστροφών αποτελεί προτεραιότητα της ΕΕ στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη νέα νομοθεσία περί μετανάστευσης και ασύλου που συζητούμε σήμερα».