Γεραπετρίτης: Aκόμα και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ παραδέχτηκαν πως κέρδισε η κυβέρνηση στη ΔΕΘ
«Φθάσαμε σε πτυχία χωρίς κανένα αντίκρυσμα», δήλωσε ο υπουργός
Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, σε ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, «Status FM 107,7», σχολίασε τα προγράμματα του Κυριάκου Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη, τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά καθώς και την πορεία της πανδημίας στη χώρα.
Ξεκινώντας από τη σύγκριση της παρουσίας του πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης με εκείνη του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι ακόμη και στους κύκλους της αξιωματικής αντιπολίτευσης λένε πως «το κυβερνητικό στρατόπεδο κέρδισε στην παράταση, στο μέτρο που έχει δημιουργηθεί εσωστρέφεια για το ζήτημα αυτό στον ΣΥΡΙΖΑ».
Ωστόσο, η δική του άποψη είναι ότι «είχαμε δύο διαφορετικά πολιτικά υποδείγματα στην Θεσσαλονίκη: το πολιτικό υπόδειγμα του πρωθυπουργού, το οποίο ήταν ενός ηγέτη που έχει ένα μετρημένο λόγο και εντελώς ποσοτικοποιημένες πολιτικές, δίνει όραμα για την Θεσσαλονίκη και την Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης χρησιμοποίησε ένα λόγο προσωπικό κατά του πρωθυπουργού - αρκεί να δείτε πόσες φορές αναφέρθηκε προσωπικά σε αυτόν - δεν απευθύνθηκε στο λαό. Στην πραγματικότητα ήταν μια ομιλία στην οποία αναμετρήθηκε με το παρελθόν του ο κ. Τσίπρας», δήλωσε.
Ακόμη και την παραμονή των εκλογών του 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ φρόντιζε να ιδρύει πανεπιστήμια χωρίς καμία αξιολογική μελέτη, χωρίς ανταπόκριση στην αγορά, απλά και μόνο για να κάνει πελατειακή πολιτική. Φθάσαμε σε πτυχία χωρίς κανένα απολύτως αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας και στο παθολογικό φαινόμενο να είναι η Ελλάδα η πρώτη χώρα στον ελάχιστο ρυθμό αποφοιτήσεων από τα πανεπιστήμια.
Το πτυχίο πρέπει να έχει ένα γνήσιο αντίκρισμα, αυτό θα γίνει μέσω της αναβάθμισης των πανεπιστημιακών σπουδών», επέμεινε ο υπουργός Επικρατείας.
Χαρακτηρίζοντας εξάλλου «αστείο» το επιχείρημα της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση στέλνει τους νέους στα ιδιωτικά κολέγια, ξεκαθάρισε κλείνοντας: «καμία μετακύλιση του φοιτητικού αυτού πληθυσμού σε ιδιωτικές δομές αλλά ενίσχυση των δημόσιων δομών».
Για το εμβολιαστικό πρόγραμμα, αφού αναγνώρισε πως «βρίσκεται σε μια σχετική ύφεση», ο Γ. Γεραπετρίτης περιέγραψε τις δύο, δυνητικά, δεξαμενές προς εμβολιασμό: «όσοι έχουν συνειδησιακό θέμα και δεν εμβολιάζονται, και οι πολίτες που φοβούνται το εμβόλιο, ανησυχούν για τις παρενέργειες.
Για την υποχρεωτικότητα επεσήμανε πως «έχει μια σχετικώς πεπερασμένη δυνατότητα, είναι πάντοτε στο μενού των επιλογών να υπάρξει επαύξηση της υποχρεωτικότητας, δεν είναι του παρόντος αλλά πάντα υπάρχει η δυνατότητα αυτή».
Ζήτησε δε, να αξιολογείται κατά περίπτωση και έφερε το παράδειγμα των καθηγητών, εκεί όπου εμβολιασμένοι και νοσήσαντες είναι περίπου στο 90%». Μετέφερε όμως και την αίσθησή του ότι «θα αυξηθεί ο εμβολιασμός όταν μπούμε περισσότερο στο χειμώνα και αρχίσουν να λειτουργούν τα μέτρα».
Ξεκινώντας από τη σύγκριση της παρουσίας του πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης με εκείνη του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι ακόμη και στους κύκλους της αξιωματικής αντιπολίτευσης λένε πως «το κυβερνητικό στρατόπεδο κέρδισε στην παράταση, στο μέτρο που έχει δημιουργηθεί εσωστρέφεια για το ζήτημα αυτό στον ΣΥΡΙΖΑ».
Ωστόσο, η δική του άποψη είναι ότι «είχαμε δύο διαφορετικά πολιτικά υποδείγματα στην Θεσσαλονίκη: το πολιτικό υπόδειγμα του πρωθυπουργού, το οποίο ήταν ενός ηγέτη που έχει ένα μετρημένο λόγο και εντελώς ποσοτικοποιημένες πολιτικές, δίνει όραμα για την Θεσσαλονίκη και την Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης χρησιμοποίησε ένα λόγο προσωπικό κατά του πρωθυπουργού - αρκεί να δείτε πόσες φορές αναφέρθηκε προσωπικά σε αυτόν - δεν απευθύνθηκε στο λαό. Στην πραγματικότητα ήταν μια ομιλία στην οποία αναμετρήθηκε με το παρελθόν του ο κ. Τσίπρας», δήλωσε.
Το πτυχίο πρέπει να έχει γνήσιο αντίκρισμα
Ερωτηθείς για τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά και πώς αυτή ξεκινά με τα νέα δεδομένα, μιλώντας εν πρώτοις με την ιδιότητα του πανεπιστημιακού είπε ότι «είχαμε πανεπιστήμια που είχαν απαξιωθεί απολύτως σε ό,τι αφορά τα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά προσόντα» και ο λόγος ήταν ότι «υπήρξαν άκριτες αναβαθμίσεις και άκριτες εγκαταστάσεις πανεπιστημίων.Ακόμη και την παραμονή των εκλογών του 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ φρόντιζε να ιδρύει πανεπιστήμια χωρίς καμία αξιολογική μελέτη, χωρίς ανταπόκριση στην αγορά, απλά και μόνο για να κάνει πελατειακή πολιτική. Φθάσαμε σε πτυχία χωρίς κανένα απολύτως αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας και στο παθολογικό φαινόμενο να είναι η Ελλάδα η πρώτη χώρα στον ελάχιστο ρυθμό αποφοιτήσεων από τα πανεπιστήμια.
Το πτυχίο πρέπει να έχει ένα γνήσιο αντίκρισμα, αυτό θα γίνει μέσω της αναβάθμισης των πανεπιστημιακών σπουδών», επέμεινε ο υπουργός Επικρατείας.
Χαρακτηρίζοντας εξάλλου «αστείο» το επιχείρημα της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση στέλνει τους νέους στα ιδιωτικά κολέγια, ξεκαθάρισε κλείνοντας: «καμία μετακύλιση του φοιτητικού αυτού πληθυσμού σε ιδιωτικές δομές αλλά ενίσχυση των δημόσιων δομών».
Τι θα γίνει με την αύξηση του ιικού φορτίου στη Θεσσαλονίκη
Μιλώντας για την αύξηση νοσηλείας σε ΜΕΘ στη Θεσσαλονίκη και εν γένει στη βόρεια Ελλάδα, την αύξηση διασωληνωμένων και των εισαγωγών, διαβεβαίωσε πως «θέλουμε να λειτουργήσουμε προληπτικά έχοντας και την εικόνα του τι συνέβη πέρυσι. Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας θα είναι σήμερα στην Θεσσαλονίκη και για να δώσει μήνυμα εγρήγορσης και προστασίας και να δει πώς θα μπορέσουν να ενισχυθούν οι υγειονομικές δομές της βόρειας Ελλάδας για κάθε ενδεχόμενο».Για το εμβολιαστικό πρόγραμμα, αφού αναγνώρισε πως «βρίσκεται σε μια σχετική ύφεση», ο Γ. Γεραπετρίτης περιέγραψε τις δύο, δυνητικά, δεξαμενές προς εμβολιασμό: «όσοι έχουν συνειδησιακό θέμα και δεν εμβολιάζονται, και οι πολίτες που φοβούνται το εμβόλιο, ανησυχούν για τις παρενέργειες.
Υποχρεωτικότητα εμβολιασμού
Για την υποχρεωτικότητα επεσήμανε πως «έχει μια σχετικώς πεπερασμένη δυνατότητα, είναι πάντοτε στο μενού των επιλογών να υπάρξει επαύξηση της υποχρεωτικότητας, δεν είναι του παρόντος αλλά πάντα υπάρχει η δυνατότητα αυτή».Ζήτησε δε, να αξιολογείται κατά περίπτωση και έφερε το παράδειγμα των καθηγητών, εκεί όπου εμβολιασμένοι και νοσήσαντες είναι περίπου στο 90%». Μετέφερε όμως και την αίσθησή του ότι «θα αυξηθεί ο εμβολιασμός όταν μπούμε περισσότερο στο χειμώνα και αρχίσουν να λειτουργούν τα μέτρα».