Έναν φιλόδοξο εθνικό κλιματικό νόμο, που θα αλλάξει σε πολλούς τομείς τη ζωή και την καθημερινότητά μας τα επόμενα χρόνια, ετοιμάζεται να καταθέσει στη Βουλή εντός του Νοεμβρίου η κυβέρνηση. Βούληση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι να πρωταγωνιστήσει πανευρωπαϊκά η Ελλάδα τόσο στις επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όσο και στην ηλεκτροκίνηση και παράλληλα να γίνει κόμβος μεταφοράς καθαρής ενέργειας στη Μεσόγειο. Χθες, από τη Χάλκη, ο πρωθυπουργός εγκαινίασε την πρωτοβουλία GR– eco islands, «η οποία θα δείξει ένα υπόδειγμα μετάβασης των μικρών και ύστερα των μεγάλων νησιών μας στην πράσινη εποχή», όπως δήλωσε.

Οι μεγάλες αλλαγές που φέρνει ο κλιματικός νόμος στις ζωές μας

  • Από το 2023 σε όλα τα νέα σπίτια που θα κατασκευάζονται θα απαγορεύεται η εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου, εκεί βέβαια όπου υπάρχει επαρκές δίκτυο φυσικού αερίου, το οποίο προγραμματίζεται να αναπτυχθεί σημαντικά μέσα στην επόμενη διετία.
  • Από το 2023 επίσης, το 25% των αυτοκινήτων στους εταιρικούς στόλους, ιδιωτικής χρήσης (όχι του Δημοσίου δηλαδή), πρέπει να είναι αμιγώς ηλεκτρικά ή plugin υβριδικά.
  • Έως τις 31 Μαρτίου 2023, όλες οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες, οι τράπεζες, οι εταιρείες τηλεφωνίας, οι μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου και οι επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να υποβάλουν, σε δημόσια, προσβάσιμη ψηφιακή βάση, έκθεση για το ανθρακικό τους αποτύπωμα, με έτος αναφοράς το 2022. Η έκθεση θα αναφέρει τι αέρια θερμοκηπίου εκλύουν, τι πράττουν για να περιορίσουν τις εκπομπές αυτές κ.λπ.
  • Από το 2025, όλα τα νέα ταξί στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά και το ένα τρίτο των ενοικιαζόμενων οχημάτων θα πρέπει να είναι ή ηλεκτρικά ή οχήματα μηδενικών εκπομπών ρύπων.
  • Από το 2030 θα απαγορεύεται η πώληση νέων Ι.Χ. με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Δεν αναμένεται να ισχύσει η ίδια απαγόρευση για τα μεταχειρισμένα, ωστόσο.
  • Από το 2030, παράλληλα, θα απαγορευθεί συνολικά η χρήση καυστήρων πετρελαίου στα σπίτια.

Να καταστεί η Ελλάδα, το αργότερο έως το 2050, κλιματικά ουδέτερη

Μακροπρόθεσμος ποσοτικός στόχος είναι να καταστεί η Ελλάδα, το αργότερο έως το 2050, κλιματικά ουδέτερη. Ενδιάμεσοι ποσοτικοί στόχοι είναι η μείωση έως το 2030 των καθαρών εκπομπών κατά 55% σε σχέση με το 1990 και έως το 2040 κατά 80% σε σχέση με το 1990. Για να υποστηριχθούν οι φιλόδοξοι αυτοί στόχοι, η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος, Κώστας Σκρέκας, προετοιμάζουν ένα δεύτερο νομοσχέδιο, για τον εκσυγχρονισμό της αδειοδοτικής διαδικασίας έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και το μετασχηματισμό της Ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής Υδρογονανθράκων.

Ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας αδειοδότησης των ΑΠΕ, τα νέα μοντέλα ανάπτυξης και η αποθήκευση της ενέργειας


Στο κομμάτι των ΑΠΕ, με το νομοσχέδιο ολοκληρώνεται ο εκσυγχρονισμός της διαδικασίας αδειοδότησης των εν λόγω έργων, επιλύονται σημαντικές χρονικές καθυστερήσεις που σημειώνονται σε κάθε στάδιο της αδειοδοτικής διαδικασίας, παρέχεται ευελιξία στον επενδυτή στην πρόοδο του έργου του, σε συνδυασμό με την ταχύτητα στις διαδικασίες, και επιβάλλονται συγκεκριμένες και αυστηρές προθεσμίες, στις οποίες υπόκεινται τόσο οι επενδυτές όσο και οι αδειοδοτούσες Αρχές. Η αύξηση του μεριδίου των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό μίγμα της χώρας, εξάλλου, είναι μονόδρομος για τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση». Στόχος είναι, μέσω της απλοποιημένης και ψηφιοποιημένης διαδικασίας, η αδειοδότηση μιας μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ να μην υπερβαίνει τα δύο χρόνια.

456

Η αποθήκευση, ωστόσο, της ενέργειας που παράγεται από τις ανεμογεννήτριες ή τα φωτοβολταϊκά είναι κρίσιμη παράμετρος, εξού και το νομοσχέδιο ρυθμίζει διακριτά την ενεργειακή δραστηριότητα της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, περιέχει προβλέψεις σχετικά με τη χωροθέτηση των μονάδων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και αποσαφηνίζει τα θέματα της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των εν λόγω έργων. Επίσης προβλέπει τη χορήγηση ενισχύσεων ανάλογα με τη μορφή του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Τέλος, θεσμοθετείται συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης των υπεράκτιων αιολικών πάρκων και ορίζεται ο φορέας διαχείρισης της συγκεκριμένης δραστηριότητας.